«Σε κάθε φιάλη της CAIR αναβλύζει η ιστορία ενός ολόκληρου αιώνα». Αυτό αναφέρει ένα μότο της εταιρείας απηχώντας την πραγματικότητα.

Ανήκει και αυτή στα λίγα θετικά που άφησε πίσω της η περίοδος της ιταλοκρατίας των Δωδεκανήσων και περνώντας στη συνέχεια σε ελληνικά χέρια προσφέρει αδιάκοπα επί τόσες δεκαετίες τα ποιοτικά κρασιά και οινοπνευματώδη ποτά της, αποτελώντας έναν βασικό αναπτυξιακό και παραγωγικό πυλώνα της Ρόδου. Και τούτο καθώς απορροφά το μεγαλύτερο μέρος της σοδειάς των σταφυλοπαραγωγών του νησιού.

Εδώ και πολλά χρόνια, ωστόσο, αυτή η ξεχωριστή εταιρεία, λόγω και του ιδιαίτερου ρόλου που διαδραματίζει, βρίσκεται αντιμέτωπη με οικονομικά προβλήματα. Εσχάτως, όμως, παρατηρείται μια τάση ανάκαμψης, που διατηρεί ζωντανή την προοπτική η ιστορική CAIR όχι μόνο να γιορτάσει τα 100 χρόνια της, αλλά να συνεχίσει να γράφει λαμπρές σελίδες στην οινική ιστορία της χώρας.

Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1928 από έξι Ιταλούς και το βιομηχανικό συγκρότημα κατασκευάστηκε το 1928. Μετά την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, το 1947, αγοράστηκε από την Αγροτική Τράπεζα, στα τέλη του 1947 πέρασε στην ιδιοκτησία του μεγαλοβιομήχανου Πρόδρομου Μποδοσάκη, που τον Απρίλιο του 1954 πούλησε τις μετοχές του στην Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Δωδεκανήσου

Ταυτισμένη με την Ελλάδα

Η CAIR, περισσότερο από άλλα σημαντικά στοιχεία για τη διαδρομή και την αξία της, υπήρξε στο παρελθόν και εξακολουθεί μέχρι τώρα να είναι ταυτισμένη με τις ευχάριστες στιγμές των καταναλωτών. Ο πασίγνωστος αφρώδης οίνος της, αυτή η προσιτή «ελληνική σαμπάνια», συνόδευε τη διασκέδαση, όπως και κάθε άλλη εμβληματική συγκυρία στις ζωές των Ελλήνων. Γι’ αυτό έχει αποκτήσει ιδιαίτερη θέση στην καρδιά τους.

Η πλούσια ιστορία της

Για να πιάσουμε το νήμα από την αρχή θα πρέπει να γυρίσουμε το ρολόι του χρόνου στο μακρινό 1928. Τον Ιούλιο εκείνης της χρονιάς τέσσερις Ιταλοί και δύο Ιταλοί υπήκοοι εβραϊκής καταγωγής, οι Αλμπέρτο Καζέλι, Τζίνο Πακιάνι, Βιτόριο Αλχάντεφ, Νάταλε Σαρντέλι, Τζιοβάνι Μπατίστα Ντιλιάνι και Φερίνι Φραντσέσκο ίδρυσαν την εταιρεία Compagnia Agricola Industriale Rodi. Ετσι προέκυψε και η ονομασία της CAIR, δηλαδή μια εταιρεία με αγροτική και βιομηχανική δραστηριότητα.

Το βιομηχανικό συγκρότημα κατασκευάστηκε το 1928 και υπήρξε το πιο σημαντικό οινοποιείο της ευρύτερης περιοχής των Δωδεκανήσων, με τα προϊόντα του να διατίθενται στον τοπική αλλά και τη διεθνή αγορά.
Το εργοστάσιο – οινοποιείο της CAIR, με τα γραφεία και τις εγκαταστάσεις, αναπτύχθηκε στην περιοχή Κόβα σε τρία ακίνητα, συνολικής έκτασης 13.100 τ.μ., και ήταν εφοδιασμένο με τα πλέον σύγχρονα μηχανήματα.
Μάλιστα εκείνη την εποχή το προσωπικό της εταιρείας έφτανε τα 400 άτομα που απασχολούνταν τόσο στο κεντρικό εργοστάσιο όσο και στις δεύτερες εγκαταστάσεις στην περιοχή Φανές, σε καλλιέργειες αμπελιών, αλλά και στην Κω.

Μετά την ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα το 1947, η Αγροτική Τράπεζα εκδήλωσε το ενδιαφέρον της να αγοράσει τις μετοχές της CAIR ώστε να μην είναι πλέον ιταλική εταιρεία, αλλά ελληνική. Πράγματι, η εταιρεία εξαγοράστηκε από την Αγροτική Τράπεζα, αλλά αμέσως μετά,  στα τέλη του 1947, πέρασε στην ιδιοκτησία του μεγαλοβιομήχανου Πρόδρομου Μποδοσάκη, που την κράτησε για περίπου μια επταετία. Τον Απρίλιο του 1954 πούλησε τις μετοχές του στην Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Δωδεκανήσου. Το 1971 κέρδισε το δικαίωμα της Ονομασίας Προέλευσης Ανωτέρας Ποιότητας για τα λευκά, κόκκινα και γλυκά κρασιά της.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ιστορικά η CAIR είναι η πρώτη εταιρεία που παρήγαγε αφρώδη οίνο με την παραδοσιακή μέθοδο (δευτερογενή ζύμωση στη φιάλη – méthode traditionnelle), ενώ είναι η μοναδική που ιδρύθηκε όσο η Ρόδος ανήκε στους Ιταλούς και εξακολουθεί να λειτουργεί με το ίδιο αντικείμενο μέχρι και σήμερα, διαθέτοντας τα προϊόντα της τόσο εντός όσο και εκτός συνόρων. Στις λίστες της περιλαμβάνονται και τώρα εκλεκτά λευκά, κόκκινα, ροζέ, αφρώδη και γλυκά κρασιά.

Επίσης, με την υπογραφή της CAIR παράγονται κι άλλα οινοπνευματώδη ποτά, λικέρ και βερμούτ. Η εταιρεία απορροφά περίπου το 80% της τοπικής παραγωγής, κάτι που την καθιστά σημαντικό αναπτυξιακό παράγοντα για τη Ρόδο και την ευρύτερη περιοχή των Δωδεκανήσων.

Τα οινοποιεία

Το κτιριακό συγκρότημα όπου στεγαζόταν η εταιρεία επί της οδού Καποδιστρίου στην περιοχή Κόβα εντός οικοπέδου 4.228,30 τ.μ. σήμερα παραμένει εγκαταλειμμένο. Σύμφωνα με σχετικές μελέτες και αξιολογήσεις ειδικών, παρουσιάζει ιδιαίτερα μορφολογικά χαρακτηριστικά, καθώς συνδυάζει τοξωτά ανοίγματα, επιμήκη στοά, λιτές όψεις και μεγάλο αύλειο χώρο γύρω από τον οποίο υπάρχουν οι δεξαμενές και οι χώροι ωρίμανσης του κρασιού. Το εν λόγω συγκρότημα βρισκόταν σε πλήρη λειτουργία μέχρι και το 1998, αλλά στη συνέχεια λειτουργούσε συμπληρωματικά με το νέο εργοστάσιο.

Η CAIR από το 2007 έχει μεταφερθεί και λειτουργεί αποκλειστικά στις σύγχρονες εγκαταστάσεις επί της λεωφόρου Ρόδου – Λίνδου. Προς αυτό τον σκοπό έγιναν επενδύσεις άνω των 11 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων 2,3 εκατ. ευρώ για τη μεταφορά και 9 εκατ. ευρώ για την αγορά σύγχρονου μηχανολογικού εξοπλισμού και την παραγωγή νέων προϊόντων.

Πρόθεση εδώ και χρόνια των διοικήσεών της είναι η αξιοποίηση των παλαιών κτιριακών εγκαταστάσεων με τη μέθοδο της αντιπαροχής, σε συνδυασμό με τη διατήρηση των βασικών στοιχείων της ιστορικής της παράδοσης.

Από την ακμή στην κρίση

Η εξαιρετική δημοφιλία των προϊόντων της CAIR, και ιδιαίτερα του αφρώδους οίνου, τότε που ακόμη δεν είχαν εισβάλει στην εγχώρια αγορά οι εισαγόμενες και πολύ ακριβότερες σαμπάνιες δυτικοευρωπαϊκής προέλευσης, επέτρεπε στην εταιρεία να απολαμβάνει υψηλούς τζίρους. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι τις δεκαετίες του ’70 και του ’80 πραγματοποιούσε πωλήσεις μέχρι 1,5 εκατομμυρίου φιαλών ετησίως.
Με αυτόν τον τρόπο απέκτησε και την απαραίτητη κεφαλαιακή δύναμη ώστε να προχωρήσει στη μεγάλη επένδυση των νέων ιδιόκτητων βιομηχανικών της εγκαταστάσεων.

Στη συνέχεια, όμως, η διαρκώς εντεινόμενη κατάκτηση των καταναλωτικών συνηθειών από τα ξένα πρότυπα, σε συνδυασμό με την απελευθέρωση της εισαγωγής ανταγωνιστικών προϊόντων και τον ρόλο της ως υποχρεωτικού υποδοχέα της τοπικής παραγωγής, επέδρασε καταλυτικά στις πωλήσεις και ακόλουθα στις οικονομικές επιδόσεις της, οδηγώντας τη σε συνεχή δανεισμό από την Αγροτική Τράπεζα.

Κάπως έτσι άρχισε να βρίσκεται αντιμέτωπη με οικονομικά προβλήματα, τα θετικά μεγέθη γύρισαν σε ζημίες και αδυνατούσε να εξυπηρετήσει μέρος των υποχρεώσεών της. Στο πλαίσιο της διευθέτησης των υποχρεώσεών της προς την Αγροτική Τράπεζα μάλιστα συμφωνήθηκε η μεταβίβαση ορισμένων ακινήτων της. Ωστόσο τόσο αυτή όσο και κάποιες άλλες προσπάθειες εξυγίανσης δεν έφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

Ειδικότερα, όπως αναφέρεται στις τελευταίες οικονομικές καταστάσεις για το 2022, ενώ έχει ολοκληρωθεί η μεταβίβαση ακινήτων καθώς και 27 στρεμμάτων στην περιοχή Καναμάτ από το 2011 και 2012 στην ΑΤΕ, οι όροι της συμφωνίας δεν έχουν υλοποιηθεί στο σύνολό τους, αφού διατηρούνται ακόμη υποθήκες χωρίς να υφίστανται οι αντίστοιχες απαιτήσεις σε βάρος της εταιρείας.

Στο μεταξύ, η μακρά οικονομική κρίση στη χώρα επιδείνωσε περαιτέρω την κατάσταση. Αυτό αποτυπώνεται στην πορεία των επιδόσεων, αλλά και στις συσσωρευμένες ζημίες που φτάνουν στα 44 εκατ. ευρώ. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι επί τουλάχιστον μία δεκαετία τα τελικά αποτελέσματα είναι ζημιογόνα, με τον κύκλο εργασιών να υποχωρεί. Στη χρήση του 2013 ο τζίρος ήταν 5,29 εκατ. ευρώ, με τα καθαρά (μετά φόρων) αποτελέσματα να είναι ζημίες ύψους 962.370 ευρώ. Το 2014 ο τζίρος υποχώρησε ελαφρά στα 5,13 εκατ. ευρώ, με το τελικό αποτέλεσμα να είναι ζημίες 719.036 ευρώ. Την επόμενη χρονιά ο κύκλος εργασιών μειώθηκε στα 4,6 εκατ. ευρώ, με τις ζημίες στις 493.723 ευρώ. Τα χρόνια που ακολούθησαν ο τζίρος συνέχισε να υποχωρεί, με την εταιρεία να γράφει σε κάθε χρήση νέες ζημίες.

Η χειρότερη χρονιά, όπως αναμενόταν, ήταν το 2020, όταν ολόκληρη η αγορά χτυπήθηκε από την πανδημία του COVID-19. Τότε ο κύκλος εργασιών ήταν μόλις 1,72 εκατ. ευρώ, με ζημίες 688.611 ευρώ. Το 2021 οι πωλήσεις ανέκαμψαν στα 2,78 εκατ. ευρώ, με τις ζημίες να μειώνονται στις 324.023 ευρώ.

Το γύρισμα σε κέρδη και η ελπίδα

Με βάση τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις της Οινοποιητική Αγροτική και Βιομηχανική Εταιρική Σύμπραξη Α.Ε. (ΚΑΪΡ Α.Ε.), όπως είναι η πλήρης επωνυμία της, για τη χρήση του 2022 η εταιρεία κατάφερε να επιστρέψει σε κέρδη ύστερα από πολλά χρόνια.
Ετσι, ο κύκλος εργασιών έφτασε στα 2,93 εκατ. ευρώ, έναντι 2,78 εκατ. ευρώ το 2021, αυξημένος κατά 5%, ενώ το τελικό αποτέλεσμα ήταν κέρδη ύψους 296.595 ευρώ.

Οσον αφορά τα προϊόντα, οι πωλήσεις εμφιαλωμένων ήσυχων οίνων έφτασαν στα 1,77 εκατ. ευρώ, των αφρωδών στο 1 εκατ. ευρώ και των χύμα οίνων στα 4.514 ευρώ.
Μάλιστα, το κόστος των πωληθέντων σε ποσοστό επί του κύκλου εργασιών από 93,73% που ήταν το 2010 διαμορφώθηκε το 2022 σε 79,70%.

Οπως επισημαίνεται, «γίνεται περαιτέρω προσπάθεια αύξησης του μεικτού κέρδους που σε συνδυασμό με τη μείωση των αποσβέσεων θα επιφέρει καλύτερα αποτελέσματα».  Το 2022 παρελήφθησαν από την εταιρεία 1.384.080 κιλά σταφύλια έναντι 569.899 ευρώ. Από αυτά παρήχθησαν 692.000 λίτρα λευκοί οίνοι έναντι 568.000 λίτρων το 2021 και 340.000 λίτρα ερυθροί οίνοι έναντι 335.000 λίτρων το 2021.

Οσον αφορά την περαιτέρω πορεία, η εκτίμηση της διοίκησης, όπως καταγραφόταν στις οικονομικές καταστάσεις, ήταν ότι το 2023 ο κύκλος εργασιών και τα αποτελέσματα θα είναι καλύτερα, λόγω της καλής πορείας του τουρισμού και της διεύρυνσης του πελατολογίου της εταιρείας ευελπιστώντας ότι οι πωλήσεις θα ξεπεράσουν τα 3 εκατ. ευρώ.
Σημειωνόταν μάλιστα ότι στόχος της διοίκησης είναι η CAIR να επιστρέψει σε κύκλο εργασιών της τάξης των 4-5 εκατ. ευρώ.

Παράλληλα, αναφερόταν ότι βασικός στόχος της, πέραν της ανάπτυξης, είναι η τήρηση των ρυθμίσεων προς τον ΕΦΚΑ και η σταδιακή αποπληρωμή της Τράπεζας Πειραιώς (η οποία διαδέχθηκε την Αγροτική Τράπεζα) από το 2024. Επίσης, η ρύθμιση με την ΑΑΔΕ από το 2015 εξοφλήθηκε τον Απρίλιο του 2023.
Το «business stories» επεδίωξε να συνομιλήσει με τον πρόεδρο της εταιρείας Δημήτρη Γεωργαλή προκειμένου να εκθέσει την ακριβή κατάσταση, τις πρόσφατες επιδόσεις της και τις πρωτοβουλίες της διοίκησης, ωστόσο αυτό δεν κατέστη εφικτό.

Σε κάθε περίπτωση, παρά τα προβλήματα και τα ανοιχτά μέτωπα με τις τράπεζες για τις οφειλές του παρελθόντος, διαφαίνεται στον ορίζοντα μια ελπιδοφόρα προοπτική προς την κατεύθυνση της ανάκαμψης και εξυγίανσης αυτής της ιστορικής εταιρείας, κάτι βέβαια που μένει να επιβεβαιωθεί και στην πράξη.

Διαβάστε ακόμη 

Δ. Αλεξάνδρου -Π. Γκουβάς- (UBITECH): Οι Έλληνες «γκουρού» της τεχνητής νοημοσύνης που μεταμορφώνουν το δημόσιο (pics) 

Μεταβιβάσεις – γονικές παροχές: Τι πρέπει να προσέξετε για να μην έχετε -στο μέλλον- μπλεξίματα με την εφορία

Έφτασε η ώρα της εφορίας για τα κρυπτονομίσματα 

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ