Ποιος είναι, άραγε, ο ορισμός του “success story”; Υπό ποιες συνθήκες ένα brand ορίζεται ως επιτυχημένο; Όποια και αν είναι η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα, σίγουρα περιλαμβάνει και τη λέξη “Callista”.

Την ελληνική φίρμα μόδας που ίδρυσαν δύο Ελληνίδες και κατάφεραν, όχι μόνο να παρεισφρήσουν στο «κλειστό κλαμπ» της ελίτ της βιομηχανίας μόδας, αλλά να τοποθετήσουν τα προϊόντα τους ακόμα και στο Μπάκιγχαμ  στα χέρια των μελών των βασιλικών οικογενειών. Μόλις προ ημερών, πήραν το βραβείο «Ελληνίδα Επιχειρηματίας – Δημιουργός brand» στα 4α Επιχειρηματικά Βραβεία «Θαλής ο Μιλήσιος»

Το κατόρθωμά της Ελένης Κωνσταντίνιδου- Αγιοστρατίτη και Σίλιας Σιγαλού, γίνεται ακόμα σπουδαιότερο, εάν σκεφτεί κανείς ότι δημιούργησαν το brand το οποίο έμελλε να γίνει παγκόσμια επιτυχία, όταν η κρίση στην Ελλάδα «φούντωνε». Τότε, που η Ελλάδα βρισκόταν στο στόχαστρο και το κλίμα ήταν μάλλον κακό, οι δύο συνεργάτιδες αποφάσισαν να τολμήσουν. Και το έκαναν με έναν μάλλον… παράδοξο για τα σημερινά δεδομένα τρόπο.

Ήταν Απρίλιος του 2013 όταν οι δύο φίλες και συγγενείς, αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν την «ιδανική τσάντα» που ονειρεύονταν. Καμία από τις δύο δεν είχε προηγούμενη επαγγελματική σχέση με το design και τη μόδα. Ασχολούνταν με δραστηριότητες που είχαν σχέση με τις σπουδές τους: Η Ελένη Οικονομικά και η Σίλια Πολιτικός μηχανικός. Ονόμασαν την εταιρεία τους “Callista”, χρησιμοποιώντας ως βασικό συνθετικό τη λέξη «κάλλος».

«Το όνομα, εξηγεί η κ. Κωνσταντινίδου, προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη κάλλος και προέκυψε με γνώμονα την ελληνικότητα του brand αλλά και την ανάγκη να είναι εύηχο σε διεθνές επίπεδο».

Ξεκίνησαν με δερμάτινα σανδάλια, που ήταν προσανατολισμένα στην ποιότητα, το design, την τεχνική και τη λογική τιμή. Όμως, όταν δημιούργησαν μια τσάντα, την οποία η Ελένη Κωνσταντινίδου κράτησε πηγαίνοντας για διακοπές στη Μύκονο, έγινε το «μπαμ». Στο αεροδρόμιο, μια φίλη πήρε το θάρρος να ρωτήσει από ποιον οίκο είναι η τσάντα. Το είπε σε μια άλλη γνωστή και, γρήγορα, το νέο για το καινούριο stylish brand διαδόθηκε στο νησί των Ανέμων. Όλες οι στιλάτες κυρίες, αναζητούσαν μια τσάντα Callista.

Στον σχεδιασμό, όλα φαίνονταν εύκολα. Στην πράξη όμως, δεν ήταν. Στο αποκορύφωμα της κρίσης, στην Ελλάδα υπήρχε, εκείνη την περίοδο, έλλειψη πρώτων υλών. Οι περισσότερες βιοτεχνίες είχαν χρεοκοπήσει και οι ιδρύτριες της Callista αντιμετώπιζαν γιγαντιαία δυσκολία στην εύρεση δερμάτων και τεχνιτών που θα τα δούλευαν. Σε αυτά, προσθέστε και το καθόλου ευνοϊκό για startup εταιρείες φορολογικό και ασφαλιστικό πλαίσιο στην Ελλάδα.

Προώθηση, ουσιαστικά, δεν έγινε ποτέ. Η τεχνική “word to mouth” («από στόμα σε στόμα») σε εποχές που όλοι προσπαθούν να προωθήσουν τα προϊόντα τους μέσω των κοινωνικών δικτύων, έμοιαζε πολύ… αρχαϊκή. Ήταν όμως αποδοτική. Ήταν τόσες πολλές οι παραγγελίες για τις χειροποίητες δερμάτινες τσάντες, που αρχικά εξεπλάγησαν και οι ίδιες. Οι πρώτες παραγγελίες από τη Μύκονο ακολουθήθηκαν από παραγγελίες από την Ελβετία -τουρίστες που είχαν επισκεφθεί τη χώρα μας και πήραν μνήμες πίσω στην πατρίδα τους- και έπειτα από όλη την Ευρώπη.

Οι τσάντες της Callista έγιναν γρήγορα trend. Οι δύο γυναίκες αποφάσισαν να διατηρήσουν τα πρώτα πατρόν τους ως σήμερα και να διευρύνουν τη γκάμα τους διαρκώς με νέα σχέδια. Και να διατηρήσουν αμετάβλητη τη συνταγή: Χειροποίητο, ποιοτικό προϊόν, το οποίο για κάθε γυναίκα είναι μοναδικό, αφού οι περισσότεροι από 300 κόμποι που χρειάζονται για μια τσάντα Callista, γίνονται στο χέρι και ελέγχονται ένας-ένας για να μην υπάρχει «έκπτωση» στην ποιότητα. Πίσω από κάθε τσάντα βρίσκονται 5 γυναίκες που τη δημιουργούν.

Οι πωλήσεις των 118 χιλιάδων ευρώ, τον πρώτο χρόνο που ιδρύθηκε η εταιρεία, ήταν έκπληξη για τις συνιδρύτριες και CEO της Callista Crafts Ελένη Κωνσταντινίδου Αγιοστρατίτη και Σίλια Σιγαλού. Όμως αυτό που θα ακολουθούσε, μέχρι αυτές να εκτοξευθούν στα 1,8 εκατ. ευρώ σήμερα, από την εταιρεία που απασχολεί 35 άτομα, ξεπερνούσε τα όνειρά τους.

Πριν από μερικά χρόνια, το brand εκτοξεύθηκε όταν οι κάμερες κατέγραψαν την Καμίλα Πάρκερ Μπόουλς, σύζυγο του σημερινού βασιλιά (τότε πρίγκιπα) της Βρετανίας Καρόλου, να κρατά μια τσάντα Callista στα βαφτίσια της μικρής Σάρλοτ, κόρης του δούκα και της δούκισσας του Κέιμπριτζ. Ακολούθησε η Τατιάνα Μπλάτνικ, άλλα μέλη βασιλικών οικογενειών και celebrities. Η Callista είχε μπει στην “ελίτ” της παγκόσμιας μόδας.

Σήμερα, τα προϊόντα Callista, διατίθενται σε περισσότερα από 41 σημεία πώλησης σε 8 συνολικά χώρες, προς το παρόν. Την προτίμησή τους στη φίρμα δείχνουν τουλάχιστον 7.000 μοναδικοί πελάτες το χρόνο, είτε από σημεία πώλησης όπως οι περισσότερες από 30 high-end boutiques και εμπορικά καταστήματα σε ολόκληρο τον κόσμο (όπως department stores όπως Bon Genie, Neiman Marcus, Bloomingdales και άλλα πολλά), είτε από online stores. Στην Αμερική, η ζήτηση είναι πολύ μεγάλη, γι’ αυτό και ετοιμάζεται η περαιτέρω επέκταση της παρουσίας στην αγορά, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις κύριες ευρωπαϊκές αγορές, όπως αυτές της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρετανίας.

Και, μιας και οι δύο συνιδρύτριες -με έντονη κοινωνική προσφορά- πέτυχαν το στόχο τους να δημιουργήσουν το πιο prestigious ελληνικό brand στην παγκόσμια βιομηχανία της μόδας, επεκτεινόμενες από τις τσάντες και στα ρούχα και τα παπούτσια, ποιο είναι το επόμενο βήμα;

«Για ένα πράγμα που είμαστε υπερήφανες με το αποτέλεσμα», λέει η κ. Κωνσταντινίδου, «είναι που καταφέραμε να ταξιδέψουμε την ελληνική χειροποίητη αριστοτεχνία». Και συμπληρώνει πως αυτή, είναι μόνο η αρχή, βλέποντας τη δυναμική του brand με αισιοδοξία για το μέλλον. Ένα μέλλον που κρύβει και νέες συνεργασίες με διεθνείς οίκους και 100% βιώσιμα προϊόντα, όπως προστάζουν οι ανάγκες των καιρών.

Διαβάστε ακόμη:

Ανδρουλάκης: Για παρακολουθήσεις και μετεκλογικές συνεργασίες η συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ

Mirror Line: Η πόλη – ουρανοξύστης του $1 τρισ. στη Σαουδική Αραβία

Χάμες Ροντρίγκες: Οι business του Κολομβιανού νέου σούπερ σταρ του Ολυμπιακού