Να ξανασταθεί στα πόδια της «παλεύει» η ελληνική κλωστοϋφαντουργία, με τις τιμές «φωτιά» του ηλεκτρικού ρεύματος και την τάση επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας να πιέζουν ένα κλάδο ο οποίος ήδη υπολειτουργεί και αγωνίζεται να ξαναγίνει ανταγωνιστικός.

Όπως δήλωσε στο newmoney.gr ο Διευθύνων Σύμβουλος της Κλωστοϋφαντουργίας Ναυπάκτου, κ. Δημήτρης Πολύχρονος, ένας συνδυασμός εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων έχουν οδηγήσει σε μικρότερη κατανάλωση στα κλωστοϋφαντουργικά ήδη.

Σύμφωνα με τον κ. Πολύχρονο, «Η κατάσταση τη φετινή χρονιά είναι δυσκολότερη από πέρσι – από το τέλος του 2018 και μετά σε σχέση με το τέλος του 2017».

Οι βασικοί λόγοι, όπως αναφέρει, αφορούν κυρίως στη μεγάλη αβεβαιότητα που επικρατεί σε παγκόσμιο επίπεδο. «Η κατάσταση στην Ιταλία, το Βrexit, οι ισοτιμίες της τουρκικής λίρας και πρωτίστως ο εμπορικός πόλεμος, χάρη στον οποίο έχουν επιβληθεί δασμοί στο αμερικάνικο βαμβάκι από την Κίνα, είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες που πιέζουν τις ελληνικές κλωστοϋφαντουργίες», επισημαίνει ο κ. Πολύχρονος.

Όσον αφορά τους εσωτερικούς παράγοντες, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν γενικότερα οι ελληνικές επιχειρήσεις, όπως η μεγάλη φορολογία, επιβαρύνει την κλωστοϋφαντουργία, ωστόσο η αύξηση στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος ασκεί τεράστια πίεση, καθώς το ρεύμα αποτελεί το μεγαλύτερο κόστος για τον κλάδο, τονίζει ο ίδιος.

Παρά τις δυσκολίες του κλάδου, ο κ. Πολυχρόνος εκτιμά ότι το επόμενο διάστημα θα είναι μάλλον πιο αισιόδοξο για τον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας.

«Επειδή ερχόμαστε από δύσκολο διάστημα θεωρώ ότι από την επόμενη σεζόν – δηλαδή από τον Σεπτέμβριο και μετά – η κατάσταση στο θέμα της ζήτησης και των τιμών θα βελτιωθεί», ανέφερε ο Διευθύνων Σύμβουλος, κάνοντας παράλληλα έκκληση στους παράγοντες του κλάδου για περαιτέρω δράση.

«Μόνο η κρατική βοήθεια και η βελτίωση των συνθηκών δεν αρκεί για να ανακάμψει ο κλάδος. Πρέπει να βοηθήσει και το κράτος, αλλά και οι επιχειρήσεις πρέπει να αναλάβουν δράση. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες», υπογραμμίζει ο ίδιος.

Η συμβολή στην ελληνική οικονομία και το ελληνικό βαμβάκι

Παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο κλάδος, το ελληνικό βαμβάκι παραμένει μια από τις σημαντικότερες ελληνικές πρώτες ύλες και το δεύτερο προϊόν των αγροτικών εξαγωγών μετά το ελαιόλαδο, με τη μεγαλύτερη αγορά αυτή της Τουρκίας.

Όπως αναφέρει ο κ. Πολύχρονος, έπειτα από προσπάθεια αρκετών ετών συστάθηκε ο οργανισμός ειδικού σκοπού «European Cotton Alliance» με κέντρο τη Λάρισα και με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων οργανισμών εκκοκκιστών και κλωστοϋφαντουργών, προκείμενου να δημιουργηθεί μια ταυτότητα στο ευρωπαϊκό βαμβάκι – και πρωτίστως στο ελληνικό.

Το σήμα που θα δημιουργηθεί θα ονομάζεται «eucotton» και θα ταυτοποιεί το ελληνικό βαμβάκι και θα υποστηρίζεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, όπως το γεγονός ότι καλλιεργείται από μη γενετικά τροποποιημένους σπόρους και έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά όσον άφορα την ομοιομορφία και την ποιότητα του. eucotton

Όπως εκτιμά κ. Πολύχρονος, το σήμα «eucotton» θα είναι έτοιμο έως το τέλος του χρόνου και θα δώσει περαιτέρω ώθηση στην πρώτη ύλη που εξάγεται.

Συμπεριλαμβανομένου του βαμβακιού, τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα αποτελούν σημαντικό ποσοστό των εξαγωγών των ελληνικών βιομηχανιών, με τις μεγαλύτερες αγορές εκείνες της Ιταλίας, της Γερμανίας, της Τσεχίας και της Αυστρίας.

Χαρακτηριστικά είναι εξάλλου όσα είχε αναφέρει και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Κλωστοϋφαντουργιών (ΣΕΒΚ) κ. Ελευθέριος Κούρταλης νωρίτερα αυτόν τον μήνα στην Ετήσια Γενική Συνέλευση των μελών του: «Παρά την πρωτοφανή κρίση, (η κλωστοϋφαντουργία) παραμένει μια από τις σημαντικές μεταποιητικές και εξαγωγικές μας δραστηριότητες (το 10% των συνολικών ελληνικών μεταποιητικών εξαγωγών είναι κλωστ/κά προϊόντα και το 70% της παραγωγής της κλωστοϋφαντουργίας τοποθετείται στις διεθνείς αγορές)» – υπογράμμισε δε, ότι «ο κλάδος, που σήμερα υπολειτουργεί, θα μπορούσε να διευρύνει σημαντικά τη συμβολή του στην άνοδο του ΑΕΠ και των εξαγωγών εάν, στα πλαίσια ενός γενικότερου στρατηγικού σχεδιασμού για τη βιομηχανία, λαμβάνονταν τα μέτρα εκείνα που θα τον επανέφεραν σε αναπτυξιακή τροχιά».

Μεγάλος ο ανταγωνισμός από την Τουρκία

Παρότι ο νούμερο ένα πελάτης του ελληνικού βαμβακιού, η τουρκική αγορά αποτελεί τον μεγαλύτερο ανταγωνιστή στα μεταποιημένα είδη κλωστοϋφαντουργίας για τις ελληνικές βιομηχανίες. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Πολυχρόνος, «Η Τουρκία είναι μια χώρα με τεράστιο πληθυσμό, δίπλα στην Ευρώπη με ελάχιστους δασμούς να την επιβαρύνουν».

«Έχουμε μια χώρα με το δικό της νόμισμα, που μπορεί να κάνει ότι θέλει, καθώς δεν περιορίζεται ούτε επηρεάζεται από τους ευρωπαϊκούς κανόνες, με βοήθεια από τον κρατικό μηχανισμό (επιδοτήσεις, φοροαπαλλαγές κλπ). Το γεγονός ότι διακινεί τα προϊόντα της όπως θέλει δημιουργεί πολύ μεγάλο ανταγωνισμό για εμάς».