Δεν ήταν λίγοι οι παράγοντες της βιομηχανίας του θεάματος που έμειναν άναυδοι, όταν άκουσαν για την πιθανή εξαγορά της Metro Goldwyn-Mayer (MGM) από την Amazon, σε μία συμφωνία που μπορεί να φτάσει τα 9 δισεκατομμύρια δολάρια. Η έκπληξη τους προέρχεται από την πεποίθηση ότι το  ιστορικό στούντιο πίσω από τον Τζέιμς Μποντ και τον Ροζ Πάνθηρα, στην πραγματικότητα, αξίζει πολύ λιγότερα χρήματα.

H Amazon δεν είναι η πρώτη εταιρεία που έχει δείξει ενδιαφέρον για την MGM, αλλά οι προηγούμενες συζητήσεις με επίδοξους αγοραστές δεν οδήγησαν πουθενά. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Variety, άτομα με επίγνωση της κατάστασης κοστολογούν το κλασσικό χολιγουντιανό στούντιο ανάμεσα στα πέντε και τα έξι δισεκατομμύρια δολάρια. Και πάλι, όμως, επικρατεί έντονος σκεπτικισμός για το  «μαργαριτάρι» της MGM, το μερίδιο της στην σειρά Τζέιμς Μποντ και πώς αυτό μπορεί να αξιοποιηθεί.

Ο λόγος; Οι άνευ προηγουμένου ελευθερίες που απολαμβάνει η  EON Productions και οι ιδιοκτήτες της, η οικογένεια Broccoli, η οποία σχετίζεται με τον εμβληματικό κατάσκοπο από την πρώτη του εμφάνιση στην μεγάλη οθόνη.

Μετά από ένα συμβόλαιο το οποίο υπέγραψε ο Albert Broccoli το 1962, η MGM έχει τα δικαιώματα για την χρηματοδότηση και την διανομή όλων των ταινιών του Μποντ, ενώ τα έσοδα μοιράζονται ανάμεσα στο στούντιο και την EON Productions. Πιο σημαντικά, όμως, οι απόγονοι του Broccoli και διάδοχοι του στην EON, η Barbara Broccoli και ο ετεροθαλής αδερφός της Michael G. Wilson, έχουν τον τελευταίο λόγο για μία πληθώρα σημαντικών αποφάσεων. Έχουν την δυνατότητα, για παράδειγμα, να επιλέξουν ποιος ηθοποιός θα ενσαρκώσει τον 007 ή το πώς θα γίνει το μάρκετινγκ της επόμενης ταινίας.

Φαίνεται να υπάρχει μία γενική συναίνεση σχετικά με την απροθυμία της Brocoli και του Wilson να επιτρέψουν οι νέες περιπέτειες του Μποντ να κάνουν πρεμιέρα στο Amazon Prime και όχι στους κινηματογράφους, όπως τους επιτρέπει το συμβόλαιο τους. Αυτή τους η στάση θεωρείται και ο κύριος λόγος για τον οποίο ναυάγησαν οι διαπραγματεύσεις της MGM για την πώληση του «No Time to Die», της νέας ταινίας της σειράς, στην Apple, για πάνω από 600 εκατομμύρια δολάρια. Αν δεν ήταν για την πανδημία , το «No Time to Die», το οποίο σηματοδοτεί και την τελευταία εμφάνιση του Ντανιέλ Κρεγκ στον πρωταγωνιστικό ρόλο, θα είχε κυκλοφορήσει τον Απρίλιο του 2020.

Πάνω από 60 χρόνια αφότου ο Ιαν Φλέμινγκ οραματίστηκε έναν πράκτορα εξίσου ξακουστό όχι μόνο για τις κατασκοπευτικές, αλλά και τις ικανότητες του με το αντίθετο φύλλο, υπάρχουν αληθινές ανησυχίες για το κατά πόσο αυτή η συνταγή έχει απήχηση στην νέα γενιά. Αν αυτοί οι προβληματισμοί είναι βάσιμοι, τότε η MGM μπορεί να τα βρει σκούρα, καθώς η εμπορική επιτυχία της είναι πλέον  άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτή της σειράς του Μποντ.

Στα θετικά για το στούντιο συγκαταλέγεται η συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Πριν μερικές ημέρες, η AT&T πλήρωσε 43 δισεκατομμύρια δολάρια για να συγχωνεύσει την WarnerMedia με την εταιρεία streaming Discovery, εμπλουτίζοντας την βιβλιοθήκη της δικής της υπηρεσίας streaming, HBO Max. Φυσικά, αυτή η κίνηση δεν πέρασε απαρατήρητη από τους ανταγωνιστές της, οι οποίοι τώρα μπορεί να ψάχνουν να απαντήσουν με άλλες αγορές και η MGM αποτελεί μία από τις λίγες πιθανές επιλογές, μαζί με την Lionsgate και την AMC.

Με τη σειρά της, η MGM έχει και εκείνη να προσφέρει μία αρκετά εντυπωσιακή βιβλιοθήκη, με ταινίες όπως το οσκαρικό «Η σιωπή των Αμνών» και σειρές όπως το «Fargo», μαζί με τα παγκοσμίως γνωστά ριάλιτι «The Voice» και «Survivor». Τέλος, στην φουσκωμένη τιμή των εννιά δισεκατομμυρίων δολαρίων φαίνεται πως συντέλεσαν οι πολυαναμενόμενες παραγωγές της MGM, κυρίως το «Soggy Bottom» του εξαιρετικά ταλαντούχου Paul Thomas Anderson και το «House of Gucci», του θρυλικού Ridley Scott.

Διαβάστε ακόμη:

Γιώργος Ξηραδάκης: Η πρόκληση της ανανέωσης του στόλου της Ναυτιλίας Μικρών Αποστάσεων

Σύνοδος Κορυφής: Κλείνει τον εναέριο χώρο της ΕΕ για την Λευκορωσία

Επενδυτική (μη δεσμευτική) πρόσκληση για 400 στρέμματα γύρω από το ΣΕΦ