Η συζήτηση για το πόσο η οικονομία θα πήγαινε καλύτερα αν εκμεταλλευόμασταν τα αγαθά που μπορεί να προσφέρει η ελληνική γη γίνεται εδώ και δεκαετίες.

Και μπορεί για πολλούς και διαφορετικούς λόγους όλα να παραμένουν στη θεωρία, υπάρχουν και οι άνθρωποι που βγαίνουν μπροστά αποδεικνύοντας το προφανές: ότι οι καρποί της ελληνικής γης όχι μόνο μπορούν να εξελιχθούν σε τυποποιημένα premium προϊόντα, αλλά και να διεισδύσουν σε διατροφικές συνήθειες και κουζίνες που δεν συνδέονται καν με τη μεσογειακή.

Και το σημαντικότερο; Δημιουργώντας μια αλυσίδα αξίας που ξεκινά απ’ το χωράφι και τον παραγωγό και φτάνει ως το ράφι του κάθε σούπερ μάρκετ και του deli store ως τα μενού των εστιατορίων!

Τα αδέρφια Τάσος και Μηνάς Μερτζανίδης είναι απ’ αυτούς που βγήκαν μπροστά. Με την εταιρεία τους Almi Foods (ή ΑΛΜΗ ΑΒΕΕ κατά την επίσημη ονομασία) που εδρεύει στην Αλεξάνδρεια Ημαθίας κατάφεραν από το μηδέν μέσα σε 25 χρόνια να δημιουργήσουν μια υπολογίσιμη και εξωστρεφή βιομηχανία που αξιοποιεί αγαθά που δεν λείπουν απ’ το ελληνικό τραπέζι, όπως το πιπεράκι, η ντομάτα, η ελιά, η κάππαρη, η αγκινάρα κ.ο.κ. σε τυποποιημένα προϊόντα.

Πολλές φορές μάλιστα μέσα από συνταγές που τελικά δημιουργούν μεγαλύτερη αξία σε όλη αυτή την προσπάθεια που γίνεται. Κρέμες τυριών και μπαχαρικά χρησιμοποιούνται, μεταξύ άλλων, για να γεμίσουν ή να αναμειχθούν με βιολογικά πιπεράκια, ψητά μανιτάρια, λιαστές ντομάτες, πάστες ελιάς, πιπεριάς ή μελιτζάνας…

Και μαζί με αυτά πολλά ακόμη που, όπως λένε τα αδέλφια Μερτζανίδη στη συζήτηση με το «business stories», μπορούν να δοκιμάζονται ως συνταγές στο Τμήμα Ερευνας και Ανάπτυξης είτε κατά παραγγελία των πελατών, είτε επιχειρώντας από μία ιδέα να δημιουργηθεί ένα γευστικό αποτέλεσμα που ως ένα σημείο μπορεί να συνδυαστεί με τις τοπικές κουζίνες και τις διαφορετικές διατροφικές συνήθειες.

Κάτι εξαιρετικά σημαντικό, μια και η Almi Foods εξάγει σε ποσοστό 98% τα προϊόντα που παράγει στις εγκαταστάσεις της, διατηρώντας σήμερα συνεργασίες σε 29 διαφορετικές χώρες που ξεκινούν από την Ευρώπη και φτάνουν στις ΗΠΑ από τη μία και στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα από την άλλη! Κι αυτό όχι τυχαία, μια και τα δύο αδέλφια, όταν ξεκίνησαν την εταιρεία πριν από 25 χρόνια στράφηκαν σχεδόν αμέσως στην παγκόσμια αγορά.

Μια στρατηγική που φαίνεται ότι απέδωσε εξαιρετικά με δεδομένο ότι η εταιρεία ακολούθησε μια σημαντική αναπτυξιακή πορεία ακόμα και μέσα στη δεκαετή περίοδο της «εθνικής κατάθλιψης», φτάνοντας σήμερα να κάνει έναν τζίρο γύρω στα 35 εκατ. ευρώ και να απασχολεί περίπου 360 μόνιμους εργαζομένους και άλλους 70 εποχιακούς στην κορύφωση της παραγωγής αποτελώντας ένα σημαντικό στήριγμα για την τοπική κοινωνία και οικονομία! Αλλοι 800 περίπου είναι οι προμηθευτές της εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων κάπου 200 παραγωγών, λέει ο κ. Μηνάς Μερτζανίδης. Οι τελευταίοι βρίσκονται διάσπαρτοι σε όλη την Ελλάδα, όπως σημειώνει. Τυπικά ο ίδιος κατέχει τη θέση του αντιπροέδρου και διευθύνοντος συμβούλου και ο αδερφός του, Τάσος, του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου.

Η συζήτηση μας γίνεται μέσω τηλεδιάσκεψης και κάπως έτσι χάρη στην τεχνολογία η Αθήνα συνδέεται με την Αλεξάνδρεια και τη μονάδα παραγωγής της Almi Foods.
Μια εγκατάσταση 10.000 τ.μ. σε 65 στρέμματα γη, που χτίστηκε χρόνο με τον χρόνο.

«Ξεκινήσαμε με 4 εργαζομένους το 1996 και 25 χρόνια μετά νομίζω πως έχουμε το δικαίωμα να πούμε ότι κάτι καταφέραμε», λέει αστειευόμενος ο Μηνάς. Η επιτυχία τους, πάντως, έχει κι άλλη αξία, αν αναλογιστεί κανείς ότι ο ίδιος προερχόταν από τον χώρο των κατασκευών και ο αδερφός του Τάσος είχε μεν μια εμπειρία από τον χώρο των τροφίμων, όχι όμως σε αυτό το επίπεδο. «Είμαστε αυτοδημιούργητοι. Τολμήσαμε, επενδύσαμε όλες τις αποταμιεύσεις μας για να ξεκινήσουμε την εταιρεία, δώσαμε όλη μας την ενέργεια και δικαιωθήκαμε», λέει.

«Και η αλήθεια είναι πως -ειδικά όταν ξεκινάς κάτι τέτοιο- έχεις πολλές δυσκολίες και αστάθμητους παράγοντες να ξεπεράσεις», λέει από την πλευρά του ο Τάσος. «Πρώτα απ’ όλα, να βρεις τις πρώτες ύλες. Να διαχειριστείς τις καλλιέργειες. Επειτα να βρεις το κατάλληλο δυναμικό που στην επαρχία λείπει, άρα ουσιαστικά να το εκπαιδεύσεις. Και αργότερα βέβαια να βρεις στελέχη με γνώσεις και μόρφωση που θα σε βοηθήσουν. Ούτως ή άλλως, μιλάμε για μια αγορά που είναι ανταγωνιστική», σημειώνει.

Τι είναι όμως αυτό που έκανε τη διαφορά για τη μέχρι τώρα πορεία της εταιρείας; «Εφαλτήριό μας είναι τα ποιοτικά προϊόντα. Σε αυτό είμαστε απόλυτοι. Γι’ αυτό και επενδύσαμε και συνεχίσουμε να επενδύουμε στο καλό και ποιοτικό προϊόν κι ας ήταν σε κάποιες περιπτώσεις μια ζημιογόνα διαδικασία. Μακροπρόθεσμα εκτιμήθηκε από τους πελάτες μας βοηθώντας μας να κάνουμε ένα καλό όνομα και συντελώντας τελικά στην περίοδο της κρίσης της χώρας εμείς να έχουμε ραγδαία ανάπτυξη», λέει ο Μηνάς.

«Η οργάνωση επίσης έπαιξε καταλυτικό ρόλο», προσθέτει ο Τάσος. «Εξαρχής κινηθήκαμε στην κατεύθυνση της καθετοποίησης της παραγωγής. Οπότε ξεκινήσαμε σχεδόν άμεσα να συνάπτουμε συμβόλαια με παραγωγούς και αργότερα ενθαρρύναμε τη δημιουργία ομάδων παραγωγών που μας τροφοδοτούν με πρώτες ύλες». Οπως λέει, σήμερα το 30% της παραγωγής της Almi Foods στηρίζεται σε μια βάση συμβολαιακής γεωργίας.

Και όταν ξέσπασε η κρίση στη χώρα η απάντηση των αδερφών Μερτζανίδη ήταν «ακόμα περισσότερη εξωστρέφεια». «Είχαμε ήδη καλές συνεργασίες στην ευρωπαϊκή αγορά. Οπότε τότε πήραμε την κρίσιμη απόφαση να προσπαθήσουμε πλέον και πέραν των ευρωπαϊκών χωρών. Ετσι φτάσαμε ως την Ασία», λέει ο Μηνάς.

Παραδέχεται πως κύριος μοχλός για όλα αυτά ήταν πάντα οι νέες γνωριμίες στις μεγάλες διεθνείς εκθέσεις αλλά και η καλή έξωθεν μαρτυρία των σταθερών συνεργατών. Το δε εργαλείο γι’ αυτή την ανάπτυξη ήταν, κυρίως, η παραγωγή προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, τα οποία, όπως λένε τα αδέλφια, αντιστοιχούν περίπου στο 70% των συνολικών πωλήσεων έναντι 30% του brand Almi.

Στρατηγικό σχέδιο

Μια συνταγή που δεν πρόκειται να αλλάξει σύντομα και θα χρησιμοποιηθεί ως βάση στην προσπάθεια διείσδυσης και σε άλλες αγορές με στόχο την επέκταση. Αυτό εξάλλου αποτελεί και βασική πρόβλεψη του στρατηγικού σχεδίου της Almi Foods. Παράλληλα συνεχίζεται η αναζήτηση νέων, καινοτόμων, προϊόντων και συνταγών που θα διευρύνουν ακόμα περισσότερο το προϊοντικό χαρτοφυλάκιο. «Η καινοτομία αποτελεί προτεραιότητα στον δικό μας χώρο. Μην ξεχνάτε ότι υπάρχει πολύς ανταγωνισμός και η διαφοροποίηση είναι αναγκαιότητα», λέει ο κ. Μηνάς Μερτζανίδης.

Ο ίδιος εξηγεί παράλληλα ότι φέτος η εταιρεία θα επιχειρήσει να μπει πιο δυναμικά και στην ελληνική αγορά. «Εφτασε ο καιρός και πιστεύουμε ότι μπορούμε να διεκδικήσουμε περισσότερα», σημειώνει αποκαλύπτοντας πως ήδη γίνονται συζητήσεις με αρκετές αλυσίδες και όχι μόνο.

Ειδικό επενδυτικό πλάνο προσώρας δεν υπάρχει, πάντως, αν και, όπως σημειώνουν τα δύο αδέλφια, τα τελευταία χρόνια δαπανώνται πέριξ των 500.000 ευρώ ετησίως για την επέκταση, τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής, τα συστήματα ασφάλειας τροφίμων κ.λπ. «Ως το τέλος του έτους πιστεύω πως θα έχουμε καταλήξει σε συγκεκριμένο πλάνο για τα επόμενα χρόνια», λέει.

Πάντως για φέτος προβλέπεται περαιτέρω ενίσχυση του Τμήματος Ερευνας και Ανάπτυξης με τη δημιουργία άλλων δύο θέσεων εργασίας που αναμένεται να προστεθούν στις έξι υφιστάμενες, όπως σημειώνει ο Μηνάς.

«Το στοίχημά μας πάντα είναι η καινοτομία. Θέλουμε να είμαστε μπροστά στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και αυτό περνά πάντα από το R&D», λέει.

Ο κορωνοϊός

Το έναυσμα για τη στροφή και προς την ελληνική αγορά ίσως αποτέλεσε και η πανδημία του κορωνοϊού, που λειτούργησε ευνοϊκά στις πωλήσεις της εταιρείας παρά την απώλεια του HORECA, αλλά και την απαιτητική προσαρμογή σε πολύ αυστηρά πρωτόκολλα ασφαλείας. «Το food service αναλογεί στο 20% του τζίρου μας, οπότε μάλλον εύκολα, χάρη στην ισχυρή ζήτηση στη λιανική, καταφέραμε πέρυσι να γράψουμε στο τέλος μία αύξηση του κύκλου εργασιών στα 34 εκατ. ευρώ», λέει ο κ. Τάσος Μερτζανίδης.

Μια ισχυρή ζήτηση που καταγράφηκε σε όλες τις χώρες που εξάγει η εταιρεία και, σύμφωνα με τον κ. Μηνά Μερτζανίδη, βασίστηκε αφενός στη στροφή του κόσμου σε μικρές συσκευασίες, τις οποίες θεωρούσε ασφαλείς, και αφετέρου σε προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας που βοηθούν το ανοσοποιητικό.

Οι δυο τους θεωρούν ότι το β’ εξάμηνο της χρονιάς θα είναι ακόμα καλύτερο, αισιοδοξώντας ότι φέτος οι πωλήσεις θα υπερβούν τα 36 εκατ. ευρώ. Ενα κομμάτι εκτιμάται ότι μπορεί να προέλθει, όπως λένε, απ’ το food service, στο οποίο επίσης η Almi Foods θα επιχειρήσει τώρα να το αναπτύξει.

Σημειώνεται ότι με βάση τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις, που αφορούν τη χρήση 2019, η Almi Foods είχε κύκλο εργασιών 29,17 εκατ. ευρώ, αποτελέσματα προ τόκων και φόρων 554.000 ευρώ περίπου και κέρδη μετά φόρων 21.000 ευρώ περίπου. Επίσης, το σύνολο των υποχρεώσεων έφτανε τα 20,33 εκατ. ευρώ και η καθαρή θέση της εταιρείας στις 31 Δεκεμβρίου 2019 ήταν περίπου 4,55 εκατ. ευρώ. Αξιοπρόσεκτη, ωστόσο, είναι και η απαίτηση ύψους 3,7 εκατ. ευρώ που έχει εγγραφεί από μέλη της διοίκησης.

Οι αγορές

Σε ό,τι αφορά τις πωλήσεις, οι περισσότερες γίνονται στην ευρωπαϊκή αγορά, με αιχμή τη γερμανική, λέει ο κ. Μηνάς Μερτζανίδης. Ωστόσο, σε τροχιά ανάπτυξης είναι σταθερά τα τελευταία χρόνια η αμερικάνικη, η ιαπωνική και η βρετανική. Και, όπως λέει ο ίδιος, πλέον ο τελικός καταναλωτής έχει σταματήσει να έχει το προφίλ του ομογενή, αλλά οι περισσότεροι είναι αλλοδαποί καταναλωτές. «Τα Antipasti, τα μεσογειακά προϊόντα και πιο εξειδικευμένα τα ελληνικά έχουν κοινό και μπορούν να έχουν ακόμα μεγαλύτερο», λέει ο κ. Μερτζανίδης. «Βλέπουμε ότι ακόμα και στην Ιαπωνία, όπου πλέον δεν υπάρχει ομογένεια, αγαπάνε τα προϊόντα μας», σημειώνει.

Ο ίδιος έχει μεγάλες προσδοκίες από τον νέο, αναβαθμισμένο ρόλο του Enterprise Greece και τη στρατηγική προώθησης της ελληνικής διατροφής. «Είναι μεγάλη ευκαιρία να προωθήσουμε τώρα τα καλά της μεσογειακής και δη της ελληνικής διατροφής. Χρειάζεται κεντρική στόχευση και βοήθεια προς εταιρείες να διεισδύσουν στο εξωτερικό προτάσσοντας το θέμα της διατροφής», σημειώνει.

Επομένως, προοπτικές υπάρχουν και ο πήχης θα ανέβει ακόμα περισσότερο και στην ίδια την Almi Foods, όπου πλέον εισέρχεται ενεργά και η δεύτερη γενιά της οικογένειας.

«Θέλουμε μια εταιρεία καλά οργανωμένη που θα καινοτομεί, θα έχει δυνατό αποτύπωμα στην παγκόσμια αγορά και θα ακολουθεί τους όρους της αειφορίας και της βιώσιμης ανάπτυξης», λέει καταληκτικά ο Μηνάς Μερτζανίδης.

Διαβάστε ακόμη

Γυρίζει σελίδα: Στη φάση της ανάπτυξης περνά η Alpha Bank

Τηλεργασία: Nέοι κανόνες σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα – Τι ισχύει για τον Ιούνιο

Top 10: Αυτοί είναι οι Έλληνες εφοπλιστές με μικτό στόλο