Την πεποίθηση ότι το κυβερνητικό σχέδιο εξασφαλίζει την ικανή και αναγκαία συνθήκη για την ανάσχεση της πανδημίας κι ότι το δεύτερο απαγορευτικό θα λειτουργήσει σύντομα ως κυματοθραύστης μπροστά στο φθινοπωρινό τσουνάμι του κορωνοϊού, εξέφρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανοίγοντας με την τοποθέτησή του την σημερινή συζήτηση στην βουλή.

Ο πρωθυπουργός δεν απέφυγε να επισημάνει ότι οι επόμενες μέρες είναι δύσκολες και κρίσιμες, περιέγραψε την εξέλιξη και τις προβλέψεις για το εμβόλιο, υπογράμμισε τους κινδύνους του εφησυχασμού στο μεσοδιάστημα, περιέβαλε με εμπιστοσύνη τους επιστήμονες, κάλεσε την αντιπολίτευση να επιδείξει υπευθυνότητα και να καταθέσει προτάσεις αλλά και απέρριψε την εισήγηση του Αλέξη Τσίπρα για υπουργό κοινής αποδοχής και για την σύγκληση του Συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών υπό την Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Επιχειρηματολόγησε σχετικά, επιτέθηκε στον κ. Τσίπρα θέτοντας με δηκτικό ύφος το ερώτημα αν προτείνει να συγκυβερνηθεί η χώρα και ξεκαθάρισε τις προθέσεις του με δύο φράσεις: «Η Ελλάδα έχει κυβέρνηση. Σοβαρή αντιπολίτευση δεν έχει».

Είναι πασιφανές ότι ο κ. Μητσοτάκης σκοπεύει να αξιοποιήσει την δευτερολογία του για να απαντήσει επί όλων των ζητημάτων που θέτουν οι πολιτικοί αρχηγοί ασκώντας σκληρή κριτική στην κυβέρνηση για τις επιλογές της πριν την απόφαση για το δεύτερο απαγορευτικό. Κυβερνητικά στελέχη υπενθυμίζουν με νόημα ότι ο πρωθυπουργός από την αρχή της ομιλίας του έσπευσε να διαμηνύσει ότι δεν προτίθεται να συμμετάσχει σε ένα ακόμη πολιτικό καυγά, ειδικά την ώρα της κρίσιμης μάχης για την προστασία ανθρώπινων ζωών.

Θα αποδεχθεί προτάσεις από τους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης για την προστασία του Συστήματος Υγείας, της οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής; Ο ίδιος εμφανίστηκε με διάθεση αυτοκριτικής που ωστόσο δεν διέκριναν οι πολιτικοί του αντίπαλοι, όπως ο κ. Τσίπρας και η Φώφη Γεννηματά. Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Μητσοτάκης αναγνώρισε ότι θα έπρεπε να έχει εφαρμοστεί η λύση-χρήση μάσκας νωρίτερα και σε εξωτερικούς χώρους κι ότι θα έπρεπε να έχουν γίνει γρηγορότερα παρεμβάσεις με μέτρα περιορισμού της διασποράς του ιού στους χώρους διασκέδασης και στην Θεσσαλονίκη.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ξεκίνησε με σφοδρή επίθεση στον πρωθυπουργό, θεωρώντας ότι αρνείται την χείρα βοηθείας για την υπέρβαση της κρίσης κι ότι κινείται με αλαζονεία και με διχαστικό, προκλητικό, ασυνάρτητο λόγο. Ο κ. Τσίπρας δεν αναφέρθηκε σε στοιχεία που είχε προ ημερών επικαλεστεί το κόμμα του προκαλώντας σφοδρή αντιπαράθεση με την κυβέρνηση.

Εντούτοις παρουσίασε ως επικίνδυνα ανεπαρκές το κυβερνητικό πλάνο ζητώντας συμφωνία για ένα εξάμηνο σχέδιο σωτηρίας από την πανδημία. Υποστήριξε δε ότι το κόμμα του έβαλε πλάτη για την αναχαίτιση του πρώτου κύματος, ότι συνέχισε στην ίδια κατεύθυνση κι ότι θα το επαναλάβει αρκεί η κυβέρνηση να παραδεχθεί την αποτυχία της, να αναλάβει την ευθύνη και να σταματήσει την «διάλυση της κοινωνίας και τον διαρκή εφησυχασμό».

Η κυρία Γεννηματά κατέκρινε την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση ότι δείχνουν σκοπίμως εμμονή στις αχρείαστες κοκορομαχίες και προειδοποίησε για τον κίνδυνο να πάρουν απειλητικές διαστάσεις, ενδεχόμενες τυφλές συγκρούσεις μετά την καραντίνα. Παρέθεσε σειρά προτάσεων επαναφέροντας και εκείνες που το Κίνημα Αλλαγής έχει εισηγηθεί από την άνοιξη για την αντιμετώπιση της πανδημίας, ξεκαθάρισε ότι στηρίζει αταλάντευτα τους επιστήμονες και λέει «όχι» στην πόλωση που, κατά την άποψή της, προκαλούν με τον δημόσιο λόγο τους οι κ.κ Μητσοτάκης και Τσίπρας.

Με την ομιλία της η αρχηγός του Κινήματος Αλλαγής απάντησε εμμέσως πλην σαφώς και στον πρώην πρωθυπουργό, Κώστα Σημίτη που με άρθρο του επέκρινε την αντιπολίτευση ότι την ώρα της μάχης κάνει αντιπολίτευση χωρίς να καταθέτουν συγκεκριμένο πλάνο υπέρβασης της κρίσης. Θέλησε να «απαντήσει» επίσης και στην πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ, Άννα Διαμαντοπούλου με αφορμή την φράση της ότι σήμερα δεν υπάρχει αριστερά-δεξιά. Κλείνοντας, απευθύνθηκε στον κ. Μητσοτάκη διαμηνύοντας ότι δεν «ακούει» την πρόταση του κ. Τσίπρα για υπουργό κοινής αποδοχής: «Η κυβέρνηση έχει νωπή εντολή και την ευθύνη», κατέληξε η κυρία Γεννηματά τονίζοντας ότι ο ρόλος της αντιπολίτευσης είναι να πιέζει όσο περισσότερο μπορεί την κυβέρνηση στη κατεύθυνση των αποτελεσματικών δράσεων.»