Η ενεργειακή κρίση δεν είναι ένα προσωρινό φαινόμενο, αλλά θα επιμείνει για τουλάχιστον δύο χρόνια, ενώ οι τιμές θα σταθεροποιηθούν τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια, επηρεάζοντας τη συνολική οικονομία. Αυτό εκτιμά ο Δρ. Αλέξης Παπαλεξόπουλος, σε μια συνέντευξή του εφ όλης της «ενεργειακής ύλης» προς το newmoney.gr.

Επισημαίνει, ακόμη, ότι οι παγκόσμιες αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου θα παραμείνουν τεταμένες, και ότι η απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές θα πρέπει να επιδιωχθεί χωρίς καθυστέρηση και με ταχύτερο ρυθμό, αλλά και ότι η Δύση χρειάζεται να υιοθετήσει μια «συμπεριληπτική» πολιτική με παράλληλη ανάπτυξη όλων των τεχνολογιών.

Ο επονομαζόμενος και «γκουρού των ενεργειακών αγορών» θεωρεί ότι η Ελλάδα έχει πληγεί δυσανάλογα από την κρίση σε σχέση με άλλα κράτη μέλη της Ε.Ε., ενώ τοποθετείται για τις πολιτικές και τα αντανακλαστικά της κυβέρνησης τονίζοντας ότι ανταποκρίθηκε πολύ γρήγορα με την εφαρμογή επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος. Παράλληλα, εκφράζει την κάθετη διαφωνία του σε όποιες προτάσεις διχοτόμησης (σαλαμοποίησης) των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας της επόμενης ημέρας (Day-Ahead).

Αντίθετα, χαρακτηρίζει κατακερματισμένη και αναποτελεσματική την πολιτική της Ε.Ε. απέναντι στην κρίση, ενώ θεωρεί την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία μονόδρομο, αλλά ταυτόχρονα ένα «μνημειώδες και δαπανηρό έργο».

Ο Δρ. Αλέξης Παπαλεξόπουλος, είναι διακεκριμένος επιστήμονας σε θέματα συστημάτων ενέργειας και ενεργειακών δικτύων. Είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος των ECCO International (USA), ZOME Energy Networks (USA) και World Energy Consortium (Estonia) και θεωρείται πρωτοπόρος στον κλάδο του, καθώς έχει σχεδιάσει περισσότερες από 15 ανταγωνιστικές χονδρικές και λιανικές αγορές ενέργειας σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Βόρειας, Κεντρικής και Νότιας Αμερικής, της Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης και της Ασίας, τα τελευταία 25 χρόνια.

Ακολουθεί το πρώτο μέρος αυτής της άκρως ενδιαφέρουσας συνέντευξης.

-Πώς φτάσαμε στην ενεργειακή κρίση και πόσο εκτιμάτε ότι θα διαρκέσει αυτή;

Ανταποκρινόμενες στην ανάγκη για απαλλαγή από τις εκπομπές CO2, πολλές χώρες έσπευσαν να αναπτύξουν σχέδια απανθρακοποίησης αποσύροντας τα ορυκτά καύσιμα από το ενεργειακό παραγωγικό μείγμα και αυξάνοντας την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές με οποιοδήποτε κόστος με επιδοτήσεις που ανήλθαν παγκοσμίως σε τρισεκατομμύρια δολάρια.

Ως αποτέλεσμα αυτής της βιασύνης για απαλλαγή από τις εκπομπές CΟ2, οι επενδύσεις σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής από άνθρακα και φυσικό αέριο στις περισσότερες περιοχές έχουν πέσει κατακόρυφα, όμως σε αντιδιαστολή, οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν επαρκούν για να καλύψουν το κενό. Για παράδειγμα, στο Ηνωμένο Βασίλειο μόνο δύο σταθμοί παραγωγής ενέργειας βασισμένοι στον άνθρακα παραμένουν σε λειτουργία και η Ισπανία έκλεισε το ήμισυ του χαρτοφυλακίου ενεργειακής παραγωγής από άνθρακα.

Όμως παρά την απόσυρση αυτών των μονάδων, η ζήτηση για ορυκτά καύσιμα συνεχίζει να αυξάνεται. Η Ασία και η Νότια Αμερική έχουν αυξήσει την παραγωγή ορυκτών καυσίμων ως απάντηση στην τρέχουσα μειωμένη παραγωγή υδροηλεκτρικής ενέργειας. Οι παραγωγοί φυσικού αερίου, σε όλες τις χώρες, αύξησαν την παραγωγή του, ώστε να καλύψουν την αυξανόμενη ζήτηση για τα προϊόντα τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ιαπωνία, η οποία είναι εξαρτημένη από το LNG των ΗΠΑ ούτως ώστε να καλύψει το κενό από την μειωμένη παραγωγή πυρηνικής ενέργειας μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα το 2011.

Επίσης η ενεργειακή ζήτηση αυξήθηκε μετά το πέρας του lockdown από τον COVID καθώς όλες οι οικονομίες ανέκαμψαν. Η έντονη ζήτηση και η αδύναμη προσφορά υποδαύλισαν την παγκόσμια ενεργειακή κρίση, η οποία άρχισε να εκδηλώνεται το περασμένο φθινόπωρο. Οι τιμές του φυσικού αερίου, του άνθρακα και του πετρελαίου εκτοξεύτηκαν.

-Μέσα σε αυτή την κατάσταση ήρθε και ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Ακριβώς. Εκτός από την κλιματική πρόκληση και την αναδυόμενη ενεργειακή κρίση, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η εργαλειοποίηση του εφοδιασμού με φυσικό αέριο έχει επιδεινώσει περαιτέρω τη χαοτική κατάσταση στην ΕΕ και τις παγκόσμιες αγορές ενέργειας. Οι τιμές στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας έχουν εκτοξευθεί ως αποτέλεσμα των τεράστιων τιμών του φυσικού αερίου.

Ξαφνικά η πραγματικότητα της ενεργειακής ασφάλειας έχει χτυπήσει το κάθε απλό νοικοκυριό. Η απότομη αύξηση των τιμών της βενζίνης και το προβλεπόμενο υψηλό κόστος θέρμανσης το χειμώνα επιβαρύνουν ήδη πολύ τους καταναλωτές σε μια εύθραυστη στιγμή της οικονομικής ανάκαμψης μετά την επιδημία COVID.

Προφανώς τόσο οι καταναλωτές όσο και οι πολιτικοί θα επαναστατήσουν ενάντια στις αυξημένες τιμές της ενέργειας. Οι ηγέτες της ΕΕ εξετάζουν την λήψη μέτρων που θα ήταν ανήκουστα πριν από λίγα χρόνια. Το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο και η Γαλλία εξετάζουν το ενδεχόμενο κατασκευής νέων πυρηνικών σταθμών. Πολλές άλλες χώρες έχουν αρχίσει να βασίζονται στην εγχώρια παραγωγή άνθρακα.

Η Καλιφόρνια εξετάζει το ενδεχόμενο να ανακαλέσει την απόφασή της να αποσύρει δύο μεγάλους πυρηνικούς σταθμούς με εγκατεστημένη ισχύ 2.260 MW για να διευκολύνει την επίλυση των προβλημάτων εφοδιασμού της Πολιτείας. Είναι χρήσιμο να εξηγηθεί ότι η αντικατάσταση των 2.260 MW πυρηνικής ενέργειας θα απαιτούσε σχεδόν 11.000 MW ηλιακής παραγωγής συν πάνω από 42.000 MWh αποθήκευση ενέργειας με ισχύ 8.000 MW ικανή να εκφορτιστεί στα 2.260 MW τον Δεκέμβριο, τον κρίσιμο μήνα που θέτει τις μέγιστες απαιτήσεις στο σύστημα.

Για αυτούς τους δύο λόγους, την κλιματική αλλαγή και τον πόλεμο στην Ουκρανία, πιστεύω ότι η τρέχουσα ενεργειακή κρίση δεν είναι ένα προσωρινό φαινόμενο. Θα επιμείνει για τουλάχιστον δύο χρόνια. Οι τιμές θα σταθεροποιηθούν τα επόμενα τρία με τέσσερα χρόνια και επειδή επηρεάζουν σημαντικά τη συνολική οικονομία, αναμένω ότι και οι τιμές στα βασικά προϊόντα θα παραμείνουν υψηλές, τροφοδοτώντας τον πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα. Οι παγκόσμιες αγορές πετρελαίου και φυσικού αερίου θα παραμείνουν τεταμένες. Συνοπτικά, οι πολιτικές απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές θα πρέπει να επιδιωχθούν χωρίς καθυστέρηση και με ταχύτερο ρυθμό, αλλά η Δύση χρειάζεται να υιοθετήσει μια «συμπεριληπτική» τεχνολογική πολιτική όπου θα πρέπει να επιδιώκεται η παράλληλη ανάπτυξη όλων των τεχνολογιών.

Η άμεση αντίδραση της Ελλάδας

-Πώς κρίνετε την πολιτική που ακολουθεί η Ελλάδα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης;

Η Ελλάδα έχει πληγεί δυσανάλογα σε σύγκριση με άλλα κράτη μέλη της ΕΕ δεδομένου ότι μόλις βγαίνει από μια σοβαρή οικονομική κρίση και την πανδημία του COVID-19. Επιπλέον, οι τιμές λιανικής στην ηλεκτρική ενέργεια, συνδέονται άμεσα με τις τιμές χονδρικής και οι μακροπρόθεσμες συμβάσεις είναι περιορισμένες, λόγω του γεγονότος ότι μόνο η ΔΕΗ διαθέτει ένα ολοκληρωμένο, κάθετο χαρτοφυλάκιο πόρων παραγωγής.

Οι υψηλές τιμές στην ενέργεια επηρεάζουν τους πάντες, αλλά σαφώς περισσότερο τα «ενεργειακά φτωχά» και χαμηλού ή και μεσαίου εισοδήματος νοικοκυριά, επειδή ξοδεύουν σημαντικά υψηλότερα μερίδια του εισοδήματός τους στην ενέργεια.

Η ελληνική κυβέρνηση ανταποκρίθηκε πολύ γρήγορα με την εφαρμογή επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος για την πλειονότητα των νοικοκυριών και των μικρών επιχειρήσεων από το περασμένο φθινόπωρο.
Συνοπτικά, αναφέρθηκε ότι περισσότερα από 2,5 δισ ευρώ σε επιδοτήσεις των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου έχουν προσφερθεί από την κυβέρνηση τους πρώτους τέσσερις μήνες της κρίσης. Αυτές οι επιδοτήσεις δεν μπορούν να κρατήσουν για πάντα, δεδομένου ότι οι δημοσιονομικοί περιορισμοί δεν μπορούν να καλύψουν τις πλήρεις αυξήσεις των τιμών της ενέργειας. Η ελληνική κυβέρνηση έχει βραχυπρόθεσμα περιορισμένα εργαλεία στα οποία μπορεί να βασιστεί για να προσφέρει ανακούφιση στους καταναλωτές και να μειώσει τις τιμές της ενέργειας.

Τα κεφάλαια για τη στήριξη αυτών των άμεσων μέτρων μπορούν να προέλθουν από τα έσοδα για τις δημοπρασίες των δικαιωμάτων CO2, τις εισφορές και τους φόρους στις τιμές της ενέργειας, καθώς και από περιβαλλοντικούς φόρους. Μπορούν επίσης να προέλθουν από τη φορολόγηση των ενδεχομένως μεγάλων «απροσδόκητων κερδών» των παραγωγών ενέργειας που παράγουν ρεύμα κάτω από την οριακή τιμή στην οποία εκκαθαρίζει η ελληνική αγορά χονδρικής σε καθημερινή βάση.

-Άρα, συμφωνείτε με την φορολόγηση αυτών των «απροσδόκητων κερδών»;

Σαφώς, και από θέση αρχής, είμαι κατά τέτοιων κρατικών παρεμβάσεων αφού αυτά τα κέρδη των παικτών της ενεργειακής αγοράς γενικά, χρησιμοποιούνται για την κάλυψη πάγιων και άλλων δαπανών παραγωγής και για τη χρηματοδότηση μελλοντικών επενδύσεων που απαιτούνται για την επάρκεια του ενεργειακού εφοδιασμού της Ελλάδας.

Ωστόσο, δεδομένων των έκτακτων συνθηκών που αντιμετωπίζει η χώρα μας, ένα τέτοιο έκτακτο μέτρο θα μπορούσε να εφαρμοσθεί, παρά το ότι θα πρέπει να αντιμετωπιστούν ορισμένες προκλήσεις εφαρμογής του.

-Σχετικά με τις άλλες προτάσεις, όπως το πλαφόν, που έχουν πέσει στο τραπέζι;

Όσον αφορά τα ανώτατα όρια των τιμών του φυσικού αερίου, σαφώς πρόκειται για ένα μέτρο έκτακτης ανάγκης που αξίζει να εξεταστεί, αλλά μόνο σε πανευρωπαϊκό και όχι σε εθνικό επίπεδο. Η εφαρμογή του θα πρέπει να γίνει προσεκτικά και θα πρέπει να είναι μόνο προσωρινή γιατί με βάση την εμπειρία μου από τις ΗΠΑ μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές ελλείψεις εφοδιασμού, σε αύξηση της κατανάλωσης φυσικού αερίου και πιθανόν σε διακοπές ρεύματος.

Ωστόσο, όσον αφορά τις μακροπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις της αγοράς, διαφωνώ με ορισμένα δραστικά μέτρα που φαίνεται να υποστηρίζει η κυβέρνησή μας, τα οποία εάν εφαρμοστούν, θα έχουν τραγικές επιπτώσεις στην ενεργειακή αγορά, στην επενδυτική κοινότητα και στην ενεργειακή μετάβαση. Μια τέτοια πρόταση επιδιώκει τη διχοτόμηση (σαλαμοποίηση) των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας της επόμενης ημέρας (Day-Ahead), βάζοντας τις ΑΠΕ, την πυρηνική και την υδροηλεκτρική ενέργεια σε ένα καλάθι και την παραγωγή ορυκτών καυσίμων μαζί με την αποθηκευμένη υδροηλεκτρική ενέργεια σε ένα άλλο. Από την αρχή μπορώ να σας πω ότι αυτή η ιδέα θα καταστρέψει τα ίδια τα θεμέλια βάσει των οποίων έχουν σχεδιαστεί και λειτουργούν οι παγκόσμιες αγορές εδώ και 25 χρόνια.

Αυτή η ιδέα δεν είναι καινούργια και εμφανίζεται κάθε φορά που υπάρχει κρίση. Αναφέρω ως παραδείγματα παρόμοιες προσπάθειες που έχουν γίνει στο παρελθόν στην Καλιφόρνια και τη Νότια Κορέα. Και στις δύο περιπτώσεις, πολιτικοί υπό την πίεση υψηλών τιμών με έλλειψη όμως βαθιάς κατανόησης του τρόπου λειτουργίας των ενεργειακών αγορών έκαναν παρόμοιες προτάσεις για τη διάσπαση της αγοράς με βάση τις τεχνολογίες ή τη χρήση της «μέσης τιμής κόστους». Όλες αυτές οι προτάσεις είναι εντελώς ασυνεπείς με τη μεγιστοποίηση της κοινωνικής ευημερίας (welfare maximization), μια πολύ σημαντική αρχή στο σχεδιασμό των αγορών.

Η μεγιστοποίηση της ευημερίας επιτρέπει στους παραγωγούς ενέργειας που παράγουν ενέργεια από πηγές με κόστος κάτω από το οριακό κόστος να καλύπτουν τα πάγια κόστη και τα κόστη διαθεσιμότητας ενώ ταυτόχρονα παρέχονται κίνητρα για επενδύσεις. Οι τιμές οριακού κόστους που βασίζονται στο φυσικό αέριο αντιπροσωπεύουν τη σπανιότητα. Οι πραγματικές τιμές σε συνθήκες έλλειψης με βάση την Αξία Απώλειας Φορτίου (VOLL) είναι ακόμη υψηλότερες, και επιπλέον τις επιβάλλουμε να παρέχουν σωστά σήματα αγοράς.

Η διχοτόμηση των αγορών δεν έχει κανένα απολύτως οικονομικό νόημα και παρεμβαίνει στην αρχή ότι τα κέρδη που προκύπτουν από την διαφορά τιμής με την οριακή τιμή, πρέπει να παρέχουν σήματα αγοράς που παροτρύνουν για νέες επενδύσεις. Θα καταστρέψει επίσης τα σήματα τιμών για τους πόρους που απαιτούνται από την πλευρά της ζήτησης και της ενεργειακής αποδοτικότητας για την παροχή ευελιξίας στο σύστημα καθώς αυξάνεται η διείσδυση της παραγωγής ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Κατά συνέπεια, η οριακή τιμή της DAM δεν θα εκφράζει το βραχυπρόθεσμο οριακό κόστος του ενεργειακού συστήματος. Η «στρεβλή τιμή της DAM» θα δημιουργήσει επίσης σοβαρές ασυνέπειες στις Προθεσμιακές Αγορές διότι θα επιφέρει επίσης στρέβλωση των συμβάσεων που απαιτούνται για αντιστάθμιση κινδύνου για όλους τους Συμμετέχοντες στην Αγορά και για όλες τις ενεργειακές τεχνολογίες συμπεριλαμβανομένων των Εκπροσώπων Φορτίου, των Προμηθευτών. Επιγραμματικά, θα δημιουργήσει περιττή σύγχυση στην αγορά και πρακτικά θα καταστρέψει τις προθεσμιακές αγορές και τη δυνατότητα συμβολαίων οικονομικών διαφορών.

Τέλος, όσον αφορά στη νέα πολιτική στη λιανική αγορά που έγινε νόμος τον περασμένο Αύγουστο, πάντα διαφωνούσα με το μοντέλο να προβλέπουν οι τρίτοι πάροχοι ενέργειας τις τιμές χονδρικής ένα μήνα νωρίτερα. Ένα τέτοιο μοντέλο οδηγεί πάντα σε υψηλότερες τιμές, επειδή οι συμμετέχοντες στην αγορά πρέπει να εσωτερικεύουν τον κίνδυνο εσφαλμένων προβλέψεων τιμών σε μια αγορά με υψηλή μεταβλητότητα τιμών. Ως εκ τούτου, αυτό το μοντέλο τις περισσότερες φορές οδηγεί σε υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές. Τα πραγματικά αποτελέσματα της αγοράς αποδεικνύουν την εγκυρότητα αυτών των επιχειρημάτων και δείχνουν ότι η ρήτρα αναπροσαρμογής θα ήταν τελικά φθηνότερη.

Τα αντιτιθέμενα συμφέροντα στην Ε.Ε.

-Πώς κρίνετε την πολιτική που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση μέχρι τώρα για την αντιμετώπιση της κρίσης;

Η πολιτική της ΕΕ, δυστυχώς, έχει αποδειχθεί κατακερματισμένη και αναποτελεσματική. Άργησε να αντιδράσει στην ενεργειακή κρίση και να θέσει σε εφαρμογή μηχανισμούς για την αποτελεσματική μείωση των τιμών σε καταναλωτές και επιχειρήσεις.

Καταρχάς, η ΕΕ με τις πολιτικές της επέτρεψε με την πάροδο των ετών να βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο φθηνό ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, δεν διαφοροποίησε τις πηγές ενέργειας και τους διαδρόμους παράδοσης και δεν δημιούργησε μια στρατηγική εγκατάσταση αποθέματος-αποθήκευσης για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης όπως έκαναν οι ΗΠΑ. Η Γερμανία έχτισε τη βιομηχανία της και την εξαγωγική της ικανότητα στο φθηνό ρωσικό αέριο, μια πολιτική που κατά τη διάρκεια του πολέμου αποδείχθηκε άστοχη και τραγικά λανθασμένη. Ως αποτέλεσμα, οι τιμές του φυσικού αερίου είναι πλέον οι υψηλότερες από όλες τις άλλες πηγές ενέργειας και καθορίζουν τις τιμές στις χονδρικές αγορές.

Ταυτόχρονα, οι αγορές ηλεκτρικής ενέργειας χονδρικής δεν ελέγχονται σωστά με ισχυρά εκ των προτέρων (ex-ante) μέτρα μετριασμού της ισχύος στην αγορά.

Επιπλέον, χώρες όπως η Γερμανία και η Ολλανδία προτιμούν πολύ διαφορετικά μέτρα σε σύγκριση με χώρες όπως η Ιταλία και η Γαλλία. Δεδομένου ότι τα εμπορικά συμφέροντα των κρατών μελών είναι διαφορετικά, έχει καταστεί εξαιρετικά δύσκολο για την ΕΕ να μιλήσει με μία φωνή. Οι χώρες του Νότου προτιμούν δραστικές παρεμβάσεις στην αγορά, όπως ανώτατα όρια τιμών φυσικού αερίου και δραστικές μεταρρυθμίσεις στην αγορά ενέργειας. Χώρες όπως η Γερμανία ευνοούν τις άμεσες επιδοτήσεις στους καταναλωτές και ανησυχούν ότι τα ανώτατα όρια ενδέχεται να προκαλέσουν ελλείψεις προμηθειών. Η Γερμανία έχει δημιουργήσει ένα ταμείο άνω των 265 δισ ευρώ για την παροχή άμεσων επιδοτήσεων στους καταναλωτές. Ένα τέτοιο μέτρο, ωστόσο, δημιουργεί στις εταιρείες και τους καταναλωτές σε άλλα κράτη μέλη ανταγωνιστικό μειονέκτημα. Ωστόσο, από πολλές απόψεις, οι χώρες της ΕΕ έχουν κινηθεί πολύ γρήγορα για να διασφαλίσουν επαρκείς προμήθειες φυσικού αερίου αυτόν τον χειμώνα, ώστε να μην τεθεί σε κίνδυνο η ενεργειακή ασφάλεια.

-Αυτές οι εσωτερικές αντιθέσεις φάνηκαν και στο πρόσφατο αδιέξοδο για το πλαφόν στο φυσικό αέριο.

Πράγματι, η τριβή μεταξύ των κρατών μελών έχει γίνει εμφανής στην πολυαναμενόμενη πρόταση της ΕΕ για περιορισμό των τιμών του φυσικού αερίου στον κύριο εμπορικό κόμβο του μπλοκ. Η πρόταση αναφέρει ότι οι τιμές του φυσικού αερίου θα πρέπει να περιοριστούν στα 275 ευρώ/MWH. Οι τιμές μάλιστα θα πρέπει να είναι πάνω από αυτό το όριο κατά ένα καθορισμένο περιθώριο για 10 συνεχόμενες ημέρες εντός δύο εβδομάδων για να τεθεί σε ισχύ το ανώτατο όριο. Θεωρώ ότι αυτό το ανώτατο όριο είναι πολύ υψηλό και δεν θα έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στις τιμές, αλλά ακόμη και τότε η Γερμανία και οι Κάτω Χώρες ανησυχούν για πιθανές ελλείψεις. Από την άλλη, περισσότερες από δώδεκα χώρες υποστηρίζουν το ανώτατο όριο για να προστατεύσουν τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις από τις υψηλές τιμές.

Μια άλλη πρόταση υπό συζήτηση στην EE (που προωθείται έντονα από την Υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ) είναι να τεθεί ανώτατο όριο στο ρωσικό πετρέλαιο μεταξύ 60 και 70 δολαρίων το βαρέλι. Ορισμένες χώρες όπως η Πολωνία έχουν πιέσει για πολύ χαμηλότερο ανώτατο όριο, αλλά οι ΗΠΑ φοβούνται ότι ένα χαμηλότερο ανώτατο όριο μπορεί να αναγκάσει τη Ρωσία να σταματήσει να πουλά πετρέλαιο στις παγκόσμιες αγορές. Η Δύση μπορεί να είναι σε θέση να επιβάλει ένα τέτοιο μέτρο στη Ρωσία, δεδομένου ότι ελέγχει την πλειονότητα των ναυτιλιακών υπηρεσιών όπως την μεταφορά, την χρηματοδότηση και την ασφάλιση.

Είναι προφανές, πάντως, ότι η τρέχουσα ενεργειακή κρίση δοκιμάζει τη συνοχή της αλληλεγγύης της ΕΕ.

Η απεξάρτηση από τη Ρωσία

-Θεωρείτε εφικτή και με ποιους όρους την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία;

Η ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία είναι πλέον μονόδρομος. Κανένας δεν πρέπει να αμφιβάλει για αυτό. Η εξάλειψη της εξάρτησης της ΕΕ από τις ρωσικές προμήθειες, παρόλο που είναι ένας αξιόλογος πολιτικός στόχος, είναι ένα μνημειώδες και δαπανηρό έργο.

Παρόλο που τα αποθέματα φυσικού αερίου για αυτόν τον χειμώνα μπορεί να είναι επαρκή, η εξασφάλιση ενέργειας για τα επόμενα χρόνια θα είναι πολύ δύσκολη. Ο παγκόσμιος ανταγωνισμός για το LNG τα επόμενα χρόνια θα ενταθεί επειδή υπάρχει ελάχιστο πρόσθετο LNG που έρχεται στην αγορά πριν από το 2026.

Αναμένεται ότι η ζήτηση φυσικού αερίου θα κορυφωθεί γύρω στο 2030 και στη συνέχεια σταδιακά η κατανάλωση φυσικού αερίου θα αρχίσει να μειώνεται. Ενώ πολλοί στην ΕΕ αναζητούν φυσικό αέριο για τα επόμενα πέντε έως δέκα χρόνια, οι χώρες διστάζουν να υπογράψουν μακροπρόθεσμα συμβόλαια λόγω των κλιματικών ανησυχιών. Οι αγοραστές της ΕΕ έχουν ξεκινήσει έντονες συζητήσεις με πωλητές φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ και άλλες χώρες.

Πιστεύω ότι αυτή η διαδικασία μπορεί να είναι αποτελεσματική, ειδικά εάν οι εταιρείες της ΕΕ σχηματίσουν μια συλλογική ομάδα για το συντονισμό των συμφωνιών για το φυσικό αέριο και την από κοινού αγορά καυσίμων, αποφεύγοντας έτσι να πλειοδοτούν ο ένας εναντίον του άλλου για το ίδιο αέριο. Θεωρώ αυτή τη συνεργασία σημαντικό στοιχείο της διαδικασίας παρά την πολυπλοκότητα της αγοράς φυσικού αερίου και τις συγκεκριμένες ανάγκες κάθε χώρας.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι υπάρχει έντονη πολιτική πίεση για την αποφυγή μακροπρόθεσμων συμβάσεων από φόβο ότι μπορεί να εκτροχιάσουν τους στόχους για το κλίμα. Οι πωλητές αερίου στις ΗΠΑ προτιμούν, ωστόσο, μακροπρόθεσμες συμβάσεις για τη χρηματοδότηση των έργων τους. Το επίκεντρο αυτών των συμφωνιών για τη διασφάλιση της ενεργειακής απεξάρτησης της Ευρώπης από τη Ρωσία εστιάζει στην τιμή, τη διάρκεια του συμβολαίου και τους όρους ευελιξίας για την εκφόρτωση του συμβολαίου εάν αλλάξουν οι συνθήκες.

Διαβάστε ακόμη:

Ξενοδόχοι: Στο +102% το κόστος ενέργειας και +41% φέτος το κόστος προμηθειών έναντι του 2019 (πίνακας)

Πετρέλαιο θέρμανσης: Ρεκόρ επιδότησης 900.000 και καλές τιμές μέχρι 30 Νοεμβρίου

Επένδυσες στο bitcoin; Έχασες! (πίνακες + γραφήματα + χάρτης)