Η εκτίναξη των δικαιωμάτων διοξειδίου του άνθρακα στο διεθνές χρηματιστήριο των ρύπων, κρύβεται πίσω από τη ραγδαία επιδείνωση του κόστους της λιγνιτικής παραγωγής της, η οποία μοιραία οδηγεί σε ανατιμήσεις τιμολογίων.

Το ράλι των τιμών των CO2 που στα τέλη της  περασμένης εβδομάδας βρέθηκε στα 57 ευρώ ο τόνος, όταν στις αρχές του χρόνου ήταν κάτω από 40 ευρώ, δημιουργεί ισχυρές πιέσεις στα τιμολόγια της ΔΕΗ και οδηγεί από αυτό το μήνα, σε ενεργοποίηση της ρήτρας CO2.

Tη ρήτρα αυτή είχε απασφαλίσει η επιχείρηση μέχρι τον Μάρτιο του 2021. Μετά όμως τα απανωτά limit up των τιμών αποφάσισε να την ενεργοποιήσει, κάτι που προβλέπεται να οδηγήσει σε μονοψήφιες αυξήσεις τιμολογίων 7%,  προσθέτοντας σε μηνιαία βάση περί τα 3 ευρώ στους λογαριασμούς ρεύματος. Mε την ελπίδα να μηδενιστεί όσο πλησιάζουμε προς το καλοκαίρι όπου ο λιγνίτης περιορίζεται στο ενεργειακό μείγμα της χώρας.

Η ΔΕΗ είχε αποφασίσει να παγώσει τις αυξήσεις ακολουθώντας την ρητορική και της προηγούμενης ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.

Ο πρώην υπουργός κ. Κωστής Χατζηδάκης είχε βρεθεί αντιμέτωπος με την εκτίναξη του κόστους χονδρεμπορικής μετά την λειτουργία του target model και της αγοράς εξισορρόπησης και είχε ανακοινώσει πάγωμα τιμολογίων από την ΔΕΗ.

Τότε όλοι σχεδόν οι ιδιώτες προμηθευτές ενέργειας είχαν προβεί σε αναθεώρηση τιμών, πρακτική που είχε οδηγήσει σε ακύρωση χιλιάδων συμβολαίων κυρίως στην μέση τάση. Τα προβλήματα εξακολουθούν να υφίστανται για όλη την αγορά αφού με την συνδρομή και των ρύπων αλλά και την διατήρηση των τιμών χονδρεμπορικής σε υψηλά επίπεδα,  δημιουργείται ένα εκρηκτικό κοκτέιλ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας τόσο για τους οικιακούς όσο και για τους επιχειρησιακούς πελάτες.

Πλέον ανοδική κούρσα παρατηρείται και στην αγορά DAM του χρηματιστηρίου ενέργειας ενώ αυξημένο εμφανίζεται σύμφωνα με τους  προμηθευτές ενέργειας και το κόστος του balancing.

Mε βάση την εικόνα που διαμορφώνεται, οι προβλέψεις αναφέρουν ότι το κόστος χονδρεμπορικής για το επόμενο 12μηνο, θα σκαρφαλώσει στα 89 ευρώ ανά μεγαβατώρα για τη χαμηλή τάση και έως και 80 ευρώ για την μέση, κάτι που μεταφράζεται σε διατήρηση ανοδικών τιμολογίων ρεύματος.

Οι ρύποι θα φτάσουν τα 100 ευρώ ο τόνος

Για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος του προβλήματος αρκεί να συγκρίνει τις περσινές εκπομπές ρύπων από την ΔΕΗ με τα φετινά κόστη όπως αυτά διαμορφώνονται με βάση τις  τιμών των ρύπων. Το 2020, η ΔΕΗ εξέπεμψε περίπου 15,5 εκ. τόνους CO2 καταβάλλοντας 393 εκατομμύρια ευρώ λόγων των χαμηλών τιμών διοξειδίου του άνθρακα.

Εάν κάνουμε την αναγωγή στις σημερινές τιμές, το κόστος αυτό σκαρφαλώνει  σε πάνω από 800 εκατομμύρια ευρώ!
Ο διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ κ. Γιώργος Στάσσης έχει επικαλεστεί πολλές φορές το κόστος του λιγνίτη για να δικαιολογήσει ακόμη και εσπευσμένη απεξάρτηση από τον άνθρακα ( έχει ήδη ανακοινώσει το κλείσιμο της Πτολεμαίδας 5 μέχρι το 2025 ώστε να λειτουργεί από εκεί και ύστερα με φυσικό αέριο).

Πρόσφατα μάλιστα, μιλώντας στο οικονομικό φόρουμ των Δελφών προέβλεψε ότι οι τιμές μπορεί να φτάσουν τα 100 εκ. ευρώ, ανοίγοντας μια μεγάλη πληγή για την ΔΕΗ. Μια τέτοια εξέλιξη θα δημιουργήσει ένα «ασανσέρ» στις τιμές των τιμολογίων, ειδικά εκείνων που είναι σχεδιασμένα με ρήτρα CO2. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πολιτική ενσωμάτωσης στα τιμολόγια του κόστους των ρύπων εφαρμόστηκε από την προηγούμενη διοίκηση της ΔΕΗ ως μέσο αντιμετώπισης του αυξημένου  λειτουργικού κόστους της εταιρείας και της ζημιογόνας πορείας. Είχαν μάλιστα τεθεί ως όριο ενεργοποίησης τα 30 ευρώ ο τόνος. Τελικά παρά την μεγαλύτερη άνοδο, η εταιρεία είχε αποφασίσει να την καθυστερήσει.

Η τότε διοίκηση Μανώλη Παναγιωτάκη είχε εισηγηθεί και αυξήσεις τιμολογίων, τις οποίες είχε ξορκίσει ο ΣΥΡΙΖΑ και επέβαλλε η νέα κυβέρνηση το Σεπτέμβριο του 2019 υπό το βάρος της κατάρρευσης της επιχείρησης.
Έκτοτε όμως το προϊοντικό οπλοστάσιο της ΔΕΗ έχει εκσυγχρονιστεί, περιλαμβάνοντας πλέον και νέα πακέτα που δεν ενσωματώνουν τις επίμαχες ρήτρες (π.χ ΔΕΗ My Home Enter) για τα οποία δεν ισχύουν οι προαναφερόμενες αυξήσεις.

Πού οφείλεται το ράλι των τιμών

Τα μηνύματα των διεθνών αναλυτών δεν εκπέμπουν αισιοδοξία για αποκλιμάκωση των τιμών τους επόμενους μήνες.

Οι κυριότεροι λόγοι είναι οι αυστηροί κλιματικοί στόχοι περιορισμού των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για το 2030, αλλά και ο νέος φιλόδοξος ευρωπαϊκός κλιματικός νόμος που ετοιμάζει η Κομισιόν αλλά και η χώρα μας.
Πάντως, το ράλι των τιμών συνέδραμαν τόσο οι ενεργοβόρες βιομηχανίες, οι οποίες «τρέχουν» για να καλύψουν τις ανάγκες τους σε δικαιώματα αλλά και η στάση των hedge funds που έχουν αποδυθεί σε ένα αγώνα δρόμου για να «κλειδώσουν» δικαιώματα πριν η αγορά σπάσει νέα ρεκόρ.

Στην Ελλάδα εκτός από τον λιγνίτη, τις επιπτώσεις από την κούρσα των ρύπων, αντιμετωπίζουν οι πετρελαϊκές μονάδες των νησιών, αλλά και οι μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο φυσικό αέριο. Οι μονάδες λιγνίτη εκπέμπουν κατά μέσο όρο περίπου 1,6 τόνους CO2 ανά παραγόμενη MWh (μεγαβατώρα), οι πετρελαϊκές περίπου 0,81 τόνους και το 1/4 των λιγνιτικών εκπομπών, οι μονάδες φυσικού αερίου. Με άλλα λόγια, με βάση τις σημερινές τιμές δικαιωμάτων μία λιγνιτική μεγαβατώρα φτάνει τα 80 ευρώ.