Χρησιμοποιούμε το ChatGPT και άλλες, παρόμοιες εφαρμογές και εργαλεία της γενεσιουργού τεχνητής νοημοσύνης κάθε μέρα, ώρα και δευτερόλεπτο της ημέρας μας. Μας βοηθάει στην παραμικρή δουλειά που έχουμε να κάνουμε και επειδή αυτό είναι άκρως κατανοητό από όλες τις τεχνολογικές εταιρείες, οι οποίες βλέπουν τα έσοδα τους να μεγαλώνουν, το ΑΙ πλέον γίνεται από πάρεργό τους, ως η βασική τους ενασχόληση. Το κόστος όμως, αυτής της κατά τα άλλα βοηθητικής για εμάς ενασχόλησης, είναι πολύ μεγαλύτερο από ότι μπορούμε να φανταστούμε.

Σε μια συγκλονιστική αποκάλυψη λοιπόν, μια κοινή έρευνα της SourceMaterial και της εφημερίδας The Guardian, έριξε φως στην ταχέως αναπτυσσόμενη περιβαλλοντική κρίση. Τα ευρήματα ανέφεραν ότι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας, όπως η Amazon, η Microsoft και η Google, – the big three – κατασκευάζουν και λειτουργούν κέντρα δεδομένων σε μερικές από τις περιοχές με τη μεγαλύτερη έλλειψη νερού στον κόσμο. Καθώς η τεχνητή νοημοσύνη και το cloud computing αναπτύσσονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα, η φυσική υποδομή που υποστηρίζει αυτή την ανάπτυξη ασκεί όλο και μεγαλύτερη πίεση στους περιορισμένους υδάτινους πόρους, συχνά σε κοινότητες που δεν μπορούν να αντέξουν την εξάντλησή τους.

Νερό για μηχανές σε έναν διψασμένο κόσμο

Η έρευνα εντόπισε 38 υπάρχοντα κέντρα δεδομένων που λειτουργούν από τους τρεις τεχνολογικούς γίγαντες, σε περιοχές με έλλειψη νερού σε πέντε ηπείρους, καθώς και 24 άλλα που βρίσκονται υπό κατασκευή. Αυτές οι εγκαταστάσεις καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες νερού για σκοπούς ψύξης, μια ελάχιστα γνωστή αλλά κρίσιμη λειτουργία, η οποία επιτρέπει στους τεράστιους διακομιστές που βρίσκονται στο εσωτερικό τους να λειτουργούν χωρίς υπερθέρμανση.

Αυτά τα κέντρα δεδομένων είναι η ραχοκοκαλιά της ψηφιακής μας ζωής. Κάθε email που αποστέλλεται, κάθε βίντεο που προβάλλεται στο YouTube και κάθε ερώτηση που υποβάλλεται σε εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης όπως το ChatGPT, περιλαμβάνει server farms που στεγάζονται σε κέντρα δεδομένων. Αυτές οι τεράστιες εγκαταστάσεις απαιτούν συνεχή ψύξη, η οποία συχνά επιτυγχάνεται μέσω συστημάτων εξάτμισης, τα οποία φυσικά καταναλώνουν σημαντικές ποσότητες γλυκού νερού.

Στη νοτιοδυτική περιοχή των Ηνωμένων Πολιτειών, για παράδειγμα, όπου επικρατούν συνθήκες ξηρασίας εδώ και δεκαετίες, η πόλη Mesa της Αριζόνα φιλοξενεί κέντρα δεδομένων που λειτουργούν τόσο από τη Meta όσο και από την Google. Η εγκατάσταση της Google στην πόλη χρησιμοποίησε πάνω από 189 εκατομμύρια λίτρα νερού μόνο το 2022, ποσότητα αρκετή για να τροφοδοτήσει εκατοντάδες νοικοκυριά για ένα ολόκληρο έτος. Εν τω μεταξύ, το κέντρο δεδομένων της Microsoft στο κοντινό Goodyear προβλέπεται να καταναλώνει περίπου 200 εκατομμύρια λίτρα ετησίως, όταν θα είναι πλήρως λειτουργικό.

Στο Σαντιάγο της Χιλής, ένα άλλο κέντρο δεδομένων της Google που βρίσκεται στη σκιά των Άνδεων, οι κάτοικοι ήδη αντιμετωπίζουν προβλήματα λειψυδρίας λόγω της υπερβολικής άντλησης και της επιδείνωσης της κλιματικής αλλαγής. Η Χιλή έχει κηρύξει το νερό “θέμα εθνικής ασφάλειας”, αλλά οι τεχνολογικοί γίγαντες συνεχίζουν να επενδύουν στην περιοχή λόγω του ευνοϊκού επιχειρηματικού κλίματος και της πρόσβασης σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Κρίση παγκόσμιας εμβέλειας

Δεν πρόκειται όμως για ένα τοπικό πρόβλημα. Από την επιρρεπή σε ξηρασία περιοχή Western Cape της Νότιας Αφρικής έως την ξερή πολιτεία Telangana της Ινδίας, τα κέντρα δεδομένων πολλαπλασιάζονται σε περιοχές όπου κάθε σταγόνα νερού είναι αντικείμενο διαμάχης. Η έκθεση της SourceMaterial και της Guardian επισημαίνει νέα έργα που βρίσκονται σε εξέλιξη σε περιοχές όπως η άνυδρη περιοχή της Σαραγόσα στην Ισπανία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τμήματα της Αυστραλίας, όλες περιοχές που αντιμετωπίζουν προβλήματα υδρονομικής ασφάλειας.

Διαβάστε περισσότερα στο Protothema.gr