«Η Ελλάδα, δεδομένου του υφιστάμενου πλάνου της απολιγνιτοποίησης χρειάζεται άμεσα περισσότερες ΑΠΕ διότι διατρέχει τον κίνδυνο να ξεμείνει από ενέργεια»,  δήλωσε χθες ο Φραντσέσκο Σταράτσε, Διευθύνων Σύμβουλος και Γενικός Διευθυντής του Ομίλου Enel, στη Συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε το ετήσιο Capital Markets Day.

Mάλιστα, σημείωσε ότι «στρατηγική προτεραιότητα της Enel είναι να επιταχύνει το πλάνο της για ανάπτυξη των ΑΠΕ στη χώρα, συμπεριλαμβανομένων και των συστημάτων αποθήκευσης, και να βοηθήσει το σύστημα να καλύψει το κενό που υπάρχει αυτή τη στιγμή στην ελληνική αγορά». Τέλος, αναφέρθηκε και στη νομοθεσία που προωθεί η κυβέρνηση για την αποθήκευση, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «είναι μια πολύ σημαντική εξέλιξη που κοιτάμε με ενδιαφέρον. Άλλωστε, οι μπαταρίες είναι πάντα πιο χρήσιμες όταν αυξάνεται η διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα».

Γενικότερα, ο Επικεφαλής του Ομίλου Enel, παρουσίασε το όραμα και το στρατηγικό πλάνο για την περίοδο 2022-2024, το οποίο χαρακτηρίζεται κυρίως από την επίσπευση για πλήρη απανθρακοποίηση ως το 2040, δέκα χρόνια δηλαδή νωρίτερα από ό,τι είχε ανακοινώσει πέρσι. To πλάνο, το οποίο περιλαμβάνει και τη σταδιακή απόσυρση από την αγορά φυσικού αερίου τις επόμενες δυο δεκαετίες, προβλέπει 210 δισ. ευρώ επενδύσεις μέχρι το 2030. Επίσης, σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα, σε μια συνέντευξη Τύπου στην οποία συμμετείχαν ψηφιακά και δια ζώσης πάνω από 200 δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο, το EBITDA της εταιρείας αναμένεται να αυξηθεί 5%-6% ετησίως μέχρι το 2030.

Πιο συγκεκριμένα, ο Φραντσέσκο Σταράτσε δήλωσε: «Το φετινό σχέδιο, με 170 δισ. απευθείας επενδύσεις μέχρι το 2030, είναι κομβικό. Η υλοποίησή του μας επιτρέπει να προχωρήσουμε από την προηγούμενη δεκαετία της ανακάλυψης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην τρέχουσα δεκαετία του εξηλεκτρισμού. Επιταχύνουμε την οικονομική μας ανάπτυξη και φέρνουμε πρόσθετη αξία στους πελάτες μας οι οποίοι βρίσκονται στον πυρήνα της στρατηγικής μας, μία αξία που μεταφράζεται σε προβλεπόμενη μείωση των ενεργειακών τους δαπανών, ενώ θα αυξάνεται η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας ως το 2030», και συμπλήρωσε πως «φέρνουμε κατά δέκα χρόνια νωρίτερα τον στόχο της πλήρους απαλλαγής από τις ανθρακούχες πηγές του Ομίλου, φτάνοντας τις μηδενικές εκπομπές μέχρι το 2040. Θα συνεχίσουμε να αναπτύσσουμε τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και μέσω της υποδομής, των δικτύων και της νέας επιχειρηματικής γραμμής Global Customers να αξιοποιούμε τις απίστευτες ευκαιρίες της ηλεκτροκίνησης.  Το πρωτοποριακό έργο που πραγματοποιήθηκε από όλους τους συναδέλφους της Enel και ο προηγμένος ψηφιακός μετασχηματισμός του Ομίλου θα μας επιτρέψουν να αντιμετωπίσουμε την εξέλιξη των αναγκών των πελατών κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας».