Τι προκαλεί τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου; Σύμφωνα με την Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος των ΗΠΑ (EPA) η ανθρώπινη δραστηριότητα των τελευταίων 150 ετών βρίσκεται πίσω από τους ρύπους που παγιδεύουν τη θερμότητα και προκαλούν την υπερθέρμανση του πλανήτη, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε σημαντικές επιπτώσεις τόσο στο περιβάλλον όσο στην υγεία του ανθρώπου.

Ανάμεσα στις επιβλαβείς δραστηριότητες συγκαταλέγονται: Οι μεταφορές που σύμφωνα με την ΕΡΑ ευθύνονταν -το 2021- για το 28% των εκπομπών αερίων, οι οποίες προέκυψαν από την καύση ορυκτών καυσίμων για αυτοκίνητα, φορτηγά, πλοία, αεροπλάνα με το 94% εξ αυτών να βασίζονται στο πετρέλαιο, η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας που κατατάσσεται δεύτερη στην παραγωγή ρύπων με το 25% των αερίων και στην τρίτη θέση έρχεται η βιομηχανία με το 23% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Και στις τρεις περιπτώσεις οι εκπομπές αερίων προέρχονται κυρίως από την καύση ορυκτών καυσίμων και από χημικές αντιδράσεις που είναι απαραίτητες για την παραγωγή αγαθών από πρώτες ύλες. Αν, μάλιστα, οι εκπομπές που προκύπτουν από τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας προστεθούν στον τομέα της βιομηχανίας τότε ευθύνονται για μεγαλύτερο μερίδιο (30%) εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στις ΗΠΑ.

Αναλυτικότερα για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας στις ΗΠΑ η χρήση άνθρακα αντιστοιχούσε στο 59% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, παρότι μόνο το 23% της ηλεκτρικής ενέργειας παρήχθη από αυτόν. Για την παραγωγή ενέργειας το 2021 έγινε χρήση φυσικού αερίου κατά 37% και χρήση πετρελαίου κατά 1%. Η υπόλοιπη παραγωγή εκείνη τη χρονιά βασίστηκε σε πηγές μη ορυκτών καυσίμων ανάμεσα σε αυτές πυρηνικές (20%) και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (20%).

Πάρα τις δεσμεύσεις αξιωματούχων για ταχεία μετάβαση στην καθαρή ενέργεια, εξακολουθεί η εξάρτηση του ανθρώπου από τα ορυκτά καύσιμα επιδεινώνοντας την κλιματική αλλαγή και επιδρώντας δραματικά στην υγεία.

Πριν δύο χρόνια ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, έκανε λόγο για «τρέλα» και τόνιζε ότι οι αναπτυσσόμενες χώρες πληρώνουν το «τίμημα» αυτής της… τοξικής σχέσης.

Όλα αυτά τη στιγμή που ο πόλεμος στην Ουκρανία λειτούργησε ως αφορμή για την επανεξέταση της εξάρτησης από ορυκτά καύσιμα, με την ενέργεια να μετατρέπεται σε ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο τρίμηνο του 2022 η χρήση άνθρακα για την παραγωγή ενέργειας στην ΕΕ αυξήθηκε κατά 1,5% και οι εκπομπές αερίων σε 16 ευρωπαϊκές χώρες την ίδια περίοδο κατέγραψαν ανοδική πορεία.

Οι ειδικοί εξακολουθούν να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου επισημαίνοντας πως δεν υπάρχει περιθώριο για περισσότερο πετρέλαιο και φυσικό αέριο, καταρρίπτοντας όσα σενάρια υποστηρίζουν ακόμα τη δυνατότητα χρήσης ορυκτών καυσίμων.

Οι πετρελαϊκές εταιρείες και οι πρόωροι θάνατοι 

Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και έκθεση της μη κυβερνητικής οργάνωσης Global Witness, σύμφωνα με την οποία οι εκπομπές από την καύση πετρελαίου και φυσικού αερίου παράγονται από τις εταιρείες Shell, BP, TotalEnergies, ExxonMobil και Chevron θα μπορούσαν να προκαλέσουν τον πρόωρο θάνατο περισσότερων από 11,5 εκατομμύρια ανθρώπων μέχρι το 2100.

Τη στιγμή που οι ρύποι συνδέονται με την αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε σοβαρά προβλήματα υγείας, οι ερευνητές της Global Witness κατέληξαν πως η ακραία ζέστη θα αποτελέσει βασικό παράγοντα θανάτων μέχρι το τέλος του αιώνα.

Αν αναλογιστεί κανείς ότι το 2023 η παγκόσμια θερμοκρασία έσπασε ρεκόρ και ανακηρύχθηκε η θερμότερη χρονιά των τελευταίων 174 ετών δεν είναι δύσκολο να φανταστεί το μέλλον, εφόσον δεν ληφθούν δραστικά μέτρα για τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα.

Η ανησυχητική αύξηση της θερμοκρασίας, το υψηλό επίπεδο υγρασίας σε συνδυασμό με άλλους περιβαλλοντικούς παράγοντες συνδέονται με σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως θερμοπληξία και καρδιαγγειακά επεισόδια. Παιδιά, ηλικιωμένοι, εργαζόμενοι σε υπαίθριους χώρους, γυναίκες που κυοφορούν, άνθρωποι χαμηλού εισοδήματος, κοινωνικά απομονωμένοι είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι και όπως τονίζει η έρευνα «η ακραία ζέστη μπορεί να σκοτώσει οποιονδήποτε».

Μπορεί η ζέστη να μην αποτελεί καινούριο φαινόμενο, ωστόσο όσο ο πλανήτης θερμαίνεται οι επιστήμονες συνδέουν την άνοδο της θερμοκρασίας με την αύξηση της μη αναμενόμενης θνησιμότητας (excess mortality). Όπως αναφέρει η μελέτη, τουλάχιστον 61.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στην Ευρώπη το καλοκαίρι του 2022, ενώ κύματα καύσωνα οδήγησαν στο θάνατο κατοίκους της Ινδίας, Νότιας Αμερικής και ΗΠΑ τα τελευταία δύο χρόνια. Αφγανιστάν, Παπούα Νέα Γουινέα και Κεντρική Αμερική συγκαταλέγονται ανάμεσα στις χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρό κίνδυνο από την ακραία ζέστη, την ολοένα αυξανόμενη θερμοκρασία, τις ελλείψεις στον τομέα περίθαλψης και το αποθέματα ενέργειας για τα συστήματα ψύξης.

Σύμφωνα με τον περιβαλλοντικό οικονομολόγο Σούρο Ντασκγκούπτα οι θάνατοι που σχετίζονται με τη ζέστη πιθανώς είναι υποτιμημένοι, αφού δεν καταγράφονται στην πραγματικότητα όλοι όσοι συνδέονται με την άνοδο της θερμοκρασίας.

Για πρώτη φορά, η ανάλυση της Global Witness προσπαθεί να προσδιορίσει την ευθύνη των κορυφαίων εταιριών ορυκτών καυσίμων για αυτούς τους πρόωρους θανάτους.

Για να επιτευχθεί αυτό οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν το μοντέλο «κόστους θνησιμότητας του άνθρακα» που επινόησε ερευνητής του Πανεπιστημίου της Κολούμπια λαμβάνοντας υπόψη τη σχέση εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και των θανάτων που συνδέονται με τη θερμοκρασία. Σύμφωνα με το μοντέλο, λοιπόν, εκτιμάται ότι για κάθε ένα εκατομμύριο τόνους άνθρακα που απελευθερώνονται το 2020 θα καταγραφούν 226 επιπλέον θάνατοι τα επόμενα 80 χρόνια εξαιτίας της αυξημένης θερμοκρασίας σε παγκόσμια κλίμακα. Στη συνέχεια, οι ειδικοί διασταύρωσαν τα δεδομένα με την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου των κορυφαίων εταιρειών ορυκτών.

«Οι πέντε εταιρίες αψήφησαν τις εκκλήσεις των επιστημόνων να μειώσουν γρήγορα τις εκπομπές και συνέχισαν να αυξάνουν την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου. Τους τελευταίους μήνες, η ExxonMobil και η Chevron έχουν επενδύσει περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια δολάρια σε νέα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. Η BP και η Shell αποδυνάμωσαν τις δεσμεύσεις τους για το κλίμα. Και η TotalEnergies σχεδιάζει να αυξήσει την παραγωγή τα επόμενα χρόνια», αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση.

Συνδυάζοντας δεδομένα από τη νορβηγική εταιρεία ενεργειακής έρευνας Rystad Energy, η Global Witness υπολόγισε τις προβλεπόμενες εκπομπές από τα ορυκτά καύσιμα που παράγονται από τις εταιρείες πετρελαίου.

Η ερευνητική ομάδα κατέληξε, λοιπόν, ότι θα προστεθούν 51 δισεκατομμύρια τόνοι εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα μέχρι το 2050. Λαμβάνοντας υπόψη το σενάριο υψηλών εκπομπών, αυτό θα οδηγούσε σε 11,5 εκατομμύρια θανάτους από ακραία ζέστη μέχρι το τέλος του αιώνα. Χρησιμοποιώντας τη μεθοδολογία του Κολούμπια για το κόστος θνησιμότητας του άνθρακα, «υπολογίζουμε ότι οι εκπομπές από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο των μεγάλων εταιρειών θα σκοτώσουν επιπλέον 11,5 εκατομμύρια ανθρώπους εξαιτίας της ζέστης μέχρι το 2100».

Οι ειδικοί εκτιμούν πως αν μειώνονταν δραστικά οι εκπομπές φτάνοντας το πολυπόθητο μηδέν παγκοσμίως ως το 2050, οι πρόωροι θάνατοι που σχετίζονται με την παραγωγή των μεγάλων εταιριών θα μειώνονταν κατά το ήμισυ, φτάνοντας τα 5,5 εκατομμύρια.

Ωστόσο, όπως επισημαίνουν, προς το παρόν οι κλιματικοί αυτοί στόχοι φαίνεται να μην επιτυγχάνονται.

H Global Witness επιρρίπτει ευθύνες στις εταιρίες πετρελαίου και φυσικού αερίου καθώς έχουν στη διάθεσή τους στοιχεία που τεκμηριώνουν τις επιπτώσεις των ορυκτών καυσίμων, αλλά παρ’όλα αυτά εξακολουθούν τη δραστηριότητά τους, ενώ ταυτόχρονα δεν προχωρούν καν σε βασικές επενδύσεις στην πράσινη ενέργεια. Επιπλέον, η μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας εμποδίζεται και από τη διάδοση ψευδών πληροφοριών για την κλιματική αλλαγή.

Η μη κυβερνητική οργάνωση προειδοποιεί ότι αν οι εταιρίες δεν αλλάξουν πορεία «ο αριθμός των νεκρών θα συγκρίνεται με εκείνον (που καταγράφηκαν) σε έναν από τους πιο βίαιους πολέμους της ιστορίας» αφού κάθε 0,1 βαθμός αύξησης της θερμοκρασίας μπορεί να είναι θανατηφόρος. Οι ειδικοί, λοιπόν, καλούν τις κυβερνήσεις να παρέμβουν, να μετριάσουν τις επιπτώσεις της ακραίας ζέστης και να επιταχύνουν επειγόντως τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα.

Η απάντηση των εταιριών

Η Global Witness προσέγγισε τις εταιρίες ώστε να σχολιάσουν τα αποτελέσματα της έρευνας, με την TotalEnergies να δηλώνει πως δεν συμφωνεί με την ανάλυση των εκπομπών της κλίμακας 3, δηλαδή των εκπομπών που προκύπτουν από την καύση του πετρελαίου και του φυσικού αερίου που παράγει. Επιπλέον, δεν αναγνώρισε τη μέθοδο του Κολούμπια που χρησιμοποιήθηκε και τόνισε ότι έχει θέσει «φιλόδοξους βραχυπρόθεσμους στόχους μείωσης των εκπομπών για το 2025 και το 2030, στην πορεία προς την επίτευξη του στόχου μηδενικών εκπομπών για το 2050, μαζί με την κοινωνία».

Την ίδια ώρα, η BP τόνισε πως δεν έχει καθορίσει την παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου της πέραν του 2030 προσθέτοντας ότι «δεν γνωρίζει πώς η Rystad Energy έχει πραγματοποιήσει προβλέψεις μέχρι το 2050». Ως εκ τούτου, δεν αναγνώρισε την εγκυρότητα των εκτιμήσεων, τους υπολογισμούς και τα συμπεράσματα για την παραγωγή μέχρι το 2050, συμπληρώνοντας ότι έχει σημειώσει πρόοδο στη μείωση των εκπομπών και φιλοδοξεί για μηδενικές εκπομπές αερίων.

Παράλληλα, η Shell έκανε λόγο από την πλευρά της για πρόοδο στη μείωση των εκπομπών και αμφισβήτησε ορισμένες από τις μεθοδολογίες που χρησιμοποιήθηκαν στην ανάλυση επομένως δεν αναγνώρισε τα συμπεράσματα της έκθεσης. Η Chevron και η ExxonMobil δεν σχολίασαν.

Photo: Pixabay

Διαβάστε ακόμη

Πωλητήριο σε ένα ιστορικό ξενοδοχείο των Καλαβρύτων (pics)

Εξωδικαστικός: Διαγραφή οφειλών μέχρι 60% και για δάνεια σε Ελβετικό φράγκο

Έρχεται point system οφειλών σε Δημόσιο και τράπεζες

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ