Η απόφαση της EDP Renewables (EDPR), θυγατρικής του πορτογαλικού ενεργειακού ομίλου EDP και μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες ΑΠΕ στην Ευρώπη, να αποσυρθεί από την Ελλάδα λειτουργεί ως ανησυχητικό καμπανάκι για τις παθογένειες του τομέα καθαρής ενέργειας.

Την τελευταία τετραετία η ελληνική αγορά των ΑΠΕ είχε γίνει πόλος έλξης για ισχυρούς διεθνείς παίκτες. Ομως σήμερα το αφήγημα της πράσινης ανάπτυξης σκοντάφτει σε μια πραγματικότητα γεμάτη θεσμικές ασάφειες, ανατροπές, απουσία στρατηγικής και αβεβαιότητα ως προς τις αποδόσεις. Οπως σχολίασε πρόσφατα ο πρόεδρος της Ελληνικής Επιστημονικής Ενωσης Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ), Παναγιώτης Λαδακάκος, «η Ελλάδα δεν είναι εύκολη χώρα για να επενδύσει κανείς – και πλέον αυτό γίνεται σαφές στους πάντες», τονίζοντας ότι υγιής αγορά είναι αυτή που προσελκύει επενδύσεις. «Ολοι θέλουν visibility (ορατότητα) όταν βλέπουν ότι δεν υπάρχει και τα σύννεφα γίνονται πιο πυκνά».

Η ίδια εικόνα επιβεβαιώνεται και από τον επικεφαλής της Iberdrola Hellas, Θανάση Τσαντίλα, με μεγάλη διαδρομή στην ελληνική αγορά, ο οποίος μιλώντας στο «business stories» τονίζει ότι οι επενδύσεις στην ενέργεια έχουν πολυετή ορίζοντα. «Oταν ένας επενδυτής δεν γνωρίζει τι θα ισχύει σε πέντε ή δέκα χρόνια, το ρίσκο γίνεται δυσβάσταχτο».

Οι περικοπές

Κεντρικό πρόβλημα αποτελεί πλέον στην αγορά των ΑΠΕ το καθεστώς περικοπών που εντείνει την αστάθεια. Οι εκπρόσωποι του κλάδου τόνιζαν πρόσφατα ότι έχει συσταθεί μια επιτροπή στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, εδώ και έναν χρόνο όμως οι αποφάσεις συνεχίζουν να αγνοούνται. Ο επενδυτής ακόμη δεν ξέρει πόση παραγωγή θα «κοπεί», με ποια προτεραιότητα, με ποια αποζημίωση, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να κάνει προβλέψεις. Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο λόγω της έλλειψης ξεκάθαρης πολιτικής σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς η χώρα μας δεν έχει αναπτύξει στρατηγική για τη διαχείριση των περικοπών.

Μάλιστα, η χρονιά που διανύουμε εξελίσσεται σε ρεκόρ απωλειών ενέργειας. Μέχρι στιγμής, πάνω από 860 GWh πράσινης παραγωγής έχουν απορριφθεί από το σύστημα, που είναι περισσότερες από τις περσινές ετήσιες περικοπές. Εκτιμάται ότι στο τέλος της χρονιάς θα φτάσουν το 8%-10% της συνολικής παραγωγής, έναντι 4% πέρυσι, άρα μιλάμε για υπερδιπλασιασμό. Η πορεία αυτή δεν περνά απαρατήρητη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό σημαίνει ότι πλέον οι τράπεζες ενσωματώνουν στις αποτιμήσεις και στα χρηματοδοτικά τους εργαλεία τον κίνδυνο περικοπών, με αποτέλεσμα να περιορίζονται οι δυνατότητες για νέα έργα από μη καθετοποιημένους παραγωγούς. Το αντίβαρο από την πλευρά της Πολιτείας θα ήταν να τρέξει τα έργα αποθήκευσης, ωστόσο κι εδώ οι διαδικασίες παραμένουν πολύ αργές.

Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς, οι μόνοι που μπορούν να συνεχίσουν ακλόνητοι το «κολύμπι» στη βαθιά θάλασσα των ΑΠΕ είναι όσοι διαθέτουν εξασφαλισμένες ταρίφες μέσω των παλιών συμβάσεων, οι καθετοποιημένοι όμιλοι που εξισορροπούν απώλειες από τη χονδρική μέσω λιανικής, αλλά και όσοι έχουν συνάψει PPAs (διμερείς συμβάσεις με συμφωνημένες τιμές). Στελέχη της αγοράς δεν κρύβουν τον προβληματισμό τους υποστηρίζοντας ότι αργά ή γρήγορα πολλοί παραγωγοί ΑΠΕ θα αναγκαστούν να επαναξιολογήσουν τις στρατηγικές τους και να μειώσουν τα ρίσκα τους.

Πωλητήρια

Πρώτο μέτρο «άμυνας» που φαίνεται να κερδίζει έδαφος είναι η πώληση υφιστάμενων έργων – κυρίως φωτοβολταϊκών πάρκων. Αρμόδιες πηγές του κλάδου καταγράφουν αυξημένη κινητικότητα, με αρκετά έργα (κυρίως μικρά και μεσαία φωτοβολταϊκών σταθμών) να αλλάζουν χέρια. Η βασική ανησυχία είναι το εύρος των περικοπών και ο κίνδυνος να μην μπορέσουν να φανούν συνεπείς στις δανειακές τους υποχρεώσεις για την κατασκευή των έργων. Οι μεγαλύτεροι παίκτες του κλάδου προχωρούν σε αναπροσαρμογή των επενδυτικών τους σχεδίων βλέποντας τις απώλειες εσόδων να γίνονται διαρκώς πιο αισθητές, όντας δέσμιοι και κεντρικών πολιτικών των μητρικών εταιρειών (εφόσον μιλάμε για πολυεθνικούς ομίλους). Κάτι παρόμοιο έγινε και με την ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή. Η εταιρεία που άνοιξε την αγορά της αιολικής ενέργειας στη χώρα μας πριν από αρκετά χρόνια άλλαξε χέρια πέρυσι και πέρασε στην αραβική Masdar, με τους πρώην μετόχους της (τον όμιλο Περιστέρη) να διεκδικούν την παραμονή τους στον κλάδο, αλλά με άλλες τεχνολογίες και με σαφώς πιο διαφοροποιημένη στρατηγική.

Μια ανάλογη περίπτωση βίωσε η ελληνική αγορά με την Enel (σημερινή Principia), όταν η ιταλική πολυεθνική αποφάσισε προ διετίας να περιορίσει την ευρωπαϊκή της πορεία κρατώντας ένα 50% των μετοχών της (το υπόλοιπο πούλησε στην Macquarie) στην Ελλάδα. To είδαμε όμως και με την Τotal Εnergies, η οποία φημολογείται από καιρό ότι είναι σε διαδικασία πώλησης μέρους του χαρτοφυλακίου της από την ελληνική αγορά και τώρα με την ΕDPR. Την ίδια ώρα σιγή ασυρμάτου τηρούν οι υποψηφιότητες των ξένων μνηστήρων για τα υπεράκτια αιολικά, εξέλιξη εν πολλοίς αναμενόμενη εξαιτίας της μεγάλης αδράνειας του ΥΠΕΝ.

Η αποεπένδυση της EDPR συνοδεύεται με αναδιάρθρωση δραστηριοτήτων σε 10 αγορές διεθνώς, με την εταιρεία να εμφανίζεται να έχει βγάλει πωλητήριο σε όλα τα έργα της. Οι πληροφορίες προσώρας είναι συγκεχυμένες. Τα προηγούμενα 24ωρα αναφερόταν ότι το χαρτοφυλάκιο της εταιρείας θα περάσει στα χέρια της Motor Oil, με την οποία αναπτύσσουν στρατηγική συνεργασία στο μεγάλο αιολικό πρότζεκτ με τα δύο clusters των 150 MW και αντίστοιχα 210 MW στην Εύβοια. Ωστόσο τις τελευταίες μέρες η εταιρεία εμφανιζόταν να έχει πουλήσει μέρος του χαρτοφυλακίου της σε ιδιώτη επενδυτή, με τη Motor Oil να διαψεύδει κάθε αγοραπωλησία.

Ασύμμετρη ανάπτυξη

Για τους εκπροσώπους των ΑΠΕ μια μεγάλη δυσλειτουργία του εθνικού σχεδιασμού είναι η πορεία του ενεργειακού μείγματος. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, μέσα στο 2024 προστέθηκαν στο σύστημα 2,5 GW φωτοβολταϊκών έναντι μόλις 125 MW από αιολικά. Πέρυσι είχαν εγκατασταθεί συνολικά 15.000 MW, από τα οποία 9.500 MW ήταν φωτοβολταϊκά και 5.500 MW αιολικά όταν τους πρώτους μήνες του 2025 προστέθηκαν επιπλέον 1.000 MW ηλιακής ενέργειας, με τις προβλέψεις να αναφέρουν ότι μέχρι το τέλος του έτους η ισχύς των Φ/Σ θα υπερβεί τα 3.000 MW.

Το αποτέλεσμα είναι μια έντονη συγκέντρωση παραγωγής σε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας, οδηγώντας σε μηδενικές τιμές, περικοπές και τεχνητές στρεβλώσεις. «Η αγορά έχει υπερθερμανθεί», προειδοποιεί ο κ. Λαδακάκος, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει το στοίχημα της ισόρροπης ανάπτυξης.

Οι εκπρόσωποι του κλάδου της αιολικής ενέργειας υποστηρίζουν ότι δεν είναι ενάντια στα φωτοβολταϊκά, αλλά πασχίζουν για την εξυγίανση του κλάδου. Οπως λένε, στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) το μείγμα θα έπρεπε να κινείται σε αναλογία 60% αιολικά και 40% φωτοβολταϊκά για να υπάρξει ομαλότερη κατανομή της παραγωγής πράσινης ενέργειας μέσα στο 24ωρο.
Ωστόσο στην πράξη αυτό δεν τηρείται: το 85% του ηλεκτρικού χώρου έχει δεσμευτεί για φωτοβολταϊκά, ενώ τα περισσότερα νέα έργα συνεχίζουν να κινούνται στη συγκεκριμένη τεχνολογία. Mια άλλη παράμετρος που βάζουν είναι οι καθυστερήσεις από δημόσιες υπηρεσίες, οι οποίες επιφέρουν οικονομικές επιβαρύνσεις στους επενδυτές που καλούνται να πληρώνουν τέλη χωρίς δική τους υπαιτιότητα.

Η πρόοδος στην επιτάχυνση των διαδικασιών είναι μικρότερη σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ η εφαρμογή των νομοθετικών βελτιώσεων συχνά παρεμποδίζεται από φορείς εκτός της άμεσης αρμοδιότητας του ΥΠΕΝ. Η ΕΛΕΤΑΕΝ προτείνει την αυτοδίκαιη παράταση προθεσμιών όταν υπερβαίνουν τις νόμιμες από τις υπηρεσίες, καθώς και τη δυνατότητα μεταφοράς φακέλων από τις αποκεντρωμένες διοικήσεις στο υπουργείο.

Διαβάστε ακόμη 

Κώστας και Βικτώρια Τόττη: Πτήσεις άνω των 120 εκατ. ευρώ για τους «βασιλιάδες» της γκοφρέτας 

SSM: Τι αλλάζει στην εποπτεία των τραπεζών

Οι Έλληνες εφοπλιστές «πατάνε φρένο» στις ναυπηγήσεις 

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα