Μέτρα για την αγορά φυσικού αερίου με στόχο την προστασία από περιόδους έντονων διακυμάνσεων όπως αυτή που διανύουμε, εκτιμά ότι  θα πρέπει να αναζητήσει άμεσα η ΕΕ για να αντιμετωπίσει την ενεργειακή κρίση, ο Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ κ. Μάνος Μανουσάκης.

Σε συνέντευξή του στο «business story» αναφέρει ότι για την Ελλάδα τη λύση μπορούν να δώσουν οι διασυνδέσεις της Ευρώπης με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, οι οποίες είναι εφικτό να αποτελέσουν εναλλακτικές πηγές φθηνότερης και καθαρότερης ενέργειας.

Σχετικά με την συζήτηση που έχει ανοίξει γύρω από το ενεργειακό μοντέλο, η εκτίναξη των τιμών των καυσίμων, επισημαίνει ότι η απανθρακοποίηση πρέπει να επιταχυνθεί, τονίζοντας όμως ότι σήμερα οι επενδύσεις στις ΑΠΕ δεν επαρκούν σήμερα για να αντιμετωπιστεί η κλιματική κρίση. «Η ανάγκη για αδιάλειπτη ηλεκτροδότηση της χώρας δεν αφήνει περιθώριο για κενά, για αυτό και οι παλαιές λιγνιτικές μονάδες θα πρέπει να αντικατασταθούν από βιώσιμες μονάδες φυσικού αερίου» μέχρι να πρασινίσει το ενεργειακό μείγμα.

Ο κ. Μανουσάκης αναφέρεται και στα οφέλη που θα έχει η χώρα από τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις, που θα αποτελέσουν ένα σημαντικό πόρο για την ελάφρυνση των τιμολογίων ρεύματος, ο οποίος σε βάθος 10ετίας υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τα 4,5 δις. ευρώ.

Πρόκειται όπως επισημαίνει για το τελικό όφελος που θα έχουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις ως καθαρό αποτέλεσμα, αν από την εξοικονόμηση των ΥΚΩ αφαιρεθούν και τα χρήματα που περιλαμβάνουν το κόστος των επενδύσεων σε ηλεκτρικές διασυνδέσεις και πληρώνονται από τους καταναλωτές μέσω των τελών χρήσης συστήματος.

Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη

Πρόσφατα ο ΑΔΜΗΕ μίλησε για «επενδυτικό τσουνάμι» στις ΑΠΕ οι οποίες, ωστόσο, απέχουν πολύ ακόμη από το να διαμορφώνουν τις τιμές στην χονδρεμπορική αγορά, όπου ρυθμιστής είναι το φυσικό αέριο. Θα μπορούσαν να υπάρξουν παρεμβάσεις στο μοντέλο λειτουργίας της αγοράς για να ρίξουν το κόστος ηλεκτρισμού;

Για όσο διάστημα το φυσικό αέριο αποτελεί μεταβατικό καύσιμο, η τιμή του θα διαμορφώνει την τελική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος που φτάνει στον καταναλωτή. Αυτό που συνειδητοποιούμε όλοι με την τρέχουσα κρίση είναι η υπερεπείγουσα ανάγκη να ληφθούν μέτρα για την αγορά φυσικού αερίου, με στόχο την προστασία της Ευρώπης από περιόδους έντονης μεταβλητότητας των τιμών όπως αυτή που βιώνουμε τώρα. Σε ό,τι μας αφορά, οι διασυνδέσεις της Ευρώπης με την Αίγυπτο και το Ισραήλ που προωθεί η Ελλάδα μπορούν να συνδράμουν σημαντικά σε αυτόν τον στόχο στο μέλλον, καθώς οι χώρες αυτές μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτικές πηγές φθηνότερης και καθαρότερης ενέργειας.

Μια από τις κριτικές που φέρνει στην επιφάνεια η ενεργειακή κρίση είναι η άποψη ότι αποκάλυψε την αδυναμία της ΕΕ να διαχειριστεί αποτελεσματικά το μοντέλο της ενεργειακής μετάβασης. Πιστεύετε ότι πρέπει να αναθεωρηθεί η στρατηγική μας στα ορυκτά καύσιμα, τουλάχιστον με την ένταση που την έχουμε σχεδιάσει;

Η κλιματική κρίση που βιώνουμε και η τρέχουσα κρίση στην αγορά φυσικού αερίου έχουν πράγματι πυροδοτήσει μια έντονη συζήτηση. Δεν αμφισβητεί κανείς, ωστόσο, ότι η εκτίναξη στο κόστος ηλεκτρικής ενέργειας οφείλεται στις τιμές των ορυκτών καυσίμων. Είναι σαφές δε ότι οι επενδύσεις που έχουν γίνει στις ΑΠΕ δεν επαρκούν ώστε να αντιμετωπιστεί η κλιματική κρίση. Αυτό σημαίνει ότι είναι αναγκαίο η διαδικασία να επιταχυνθεί. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, βέβαια, ότι στο διάστημα μεταξύ της σημερινής κατάστασης και της ολοκλήρωσης της ενεργειακής μετάβασης, οι παλαιές λιγνιτικές μονάδες θα πρέπει να αντικατασταθούν από βιώσιμες μονάδες φυσικού αερίου, το οποίο αποτελεί το καύσιμο-γέφυρα ανάμεσα στον λιγνίτη και τις ΑΠΕ. Η ανάγκη για αδιάλειπτη ηλεκτροδότηση δεν αφήνει περιθώρια για κενά και αυτός είναι ο λόγος που στην Ελλάδα, δεδομένου ότι ξεκινήσαμε τη μετάβαση από ένα υψηλό ποσοστό λιγνίτη στο ενεργειακό μας μείγμα, χρειάζονται επενδύσεις σε φυσικό αέριο -με θεσμική στήριξη αυτών των επενδύσεων- και ταυτόχρονα απογείωση των επενδύσεων σε ΑΠΕ κάθε μορφής που ενδείκνυται με βάση το τοπικό κλίμα και τη γεωμορφολογία της χώρας.

Ποιοι είναι οι μεγάλοι κίνδυνοι που έχει να αντιμετωπίσει το ενεργειακό σύστημα της χώρας ενόψει του χειμώνα; Από την πρόσφατη αναφορά σας στην ΡΑΕ, προκύπτει ότι τα φορτία των θερμικών μονάδων δεν επαρκούν, τα υδροηλεκτρικά εμφανίζουν χαμηλά αποθέματα και το διασυνοριακό εμπόριο απορροφά μεγάλες ποσότητες

Οι ακραίες καιρικές συνθήκες δοκιμάζουν τις αντοχές του ηλεκτρικού συστήματος και η κλιματική κρίση δεν αφήνει περιθώριο εφησυχασμού. Το περασμένο καλοκαίρι βιώσαμε έναν παρατεταμένο καύσωνα που είχε ως αποτέλεσμα το ηλεκτρικό φορτίο να καταγράψει ιστορικό ρεκόρ 10,6 GW. Ιδιαίτερα υψηλή ζήτηση αναμένεται να έχουμε και τον φετινό χειμώνα εάν επικρατήσουν ακραίες συνθήκες ψύχους. Τα σημαντικά επιπλέον δεδομένα φέτος είναι η διεθνής κρίση στις τιμές φυσικού αερίου, το απόθεμα των υδροηλεκτρικών εργοστασίων που βρίσκεται σε χαμηλά δεκαετίας και η ισχυρή πιθανότητα η Ελλάδα να είναι πιο εξαγωγική το επόμενο διάστημα σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Δεδομένου αυτού του συνδυασμού παραμέτρων, ο ΑΔΜΗΕ ενημέρωσε τη Ρυθμιστική Αρχή –που είναι αρμόδια για την επάρκεια ενεργειακού εφοδιασμού– σχετικά με τις προϋποθέσεις διασφάλισης της επάρκειας τους κρίσιμους χειμερινούς μήνες. Με βάση τα σενάρια ζήτησης που «τρέχει» ο Διαχειριστής, όλες οι λεγόμενες «συμβατικές» μονάδες, δηλαδή οι μονάδες λιγνίτη και φυσικού αερίου, θα πρέπει αυτόν τον χειμώνα να είναι ανά πάσα στιγμή διαθέσιμες και λειτουργικές. Αν γίνουν οι κατάλληλες ενέργειες, σε ό,τι αφορά τη συντήρηση και σωστή λειτουργία των μονάδων, καθώς και την επάρκεια καυσίμου, δεν θα υπάρξει πρόβλημα. Η ζήτηση θα ικανοποιηθεί και φέτος, ακόμη και τις ημέρες που ενδέχεται να επικρατήσουν ακραίες συνθήκες ψύχους.

Ακούσαμε πρόσφατα την κυβέρνηση να διατρανώνει την σημασία των ηλεκτρικών διασυνδέσεων που αποτελούν έργα του ΑΔΜΗΕ, προκειμένου να υπάρχουν ελαφρύνσεις στους λογαριασμούς από τις μειώσεις στις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας  (ΥΚΩ). Πότε εκτιμάτε ότι θα φανεί αυτή η διαφορά στους λογαριασμούς ρεύματος;

Χαρακτηριστικό παράδειγμα έργου που ανακουφίζει τους καταναλωτές, όχι μόνο γιατί το επίπεδο ποιότητας της ηλεκτροδότησης τους ανεβαίνει κατακόρυφα αλλά και επειδή συνδράμει στη μείωση του κόστους, είναι η διασύνδεση της Κρήτης με την Πελοπόννησο που ολοκληρώθηκε τον περασμένο Ιούλιο. Κάθε ημέρα που λειτουργεί η διασύνδεση, όλοι οι καταναλωτές της χώρας κερδίζουν 1 εκατ. ευρώ. Τη μείωση αυτή θα δούμε στους λογαριασμούς μας από το 2022. Το 2024 δε που θα λειτουργεί και η μεγάλη διασύνδεση της Κρήτης, εκτιμούμε ότι η μείωση των ΥΚΩ από τις δύο διασυνδέσεις θα ανέλθει στα 550 εκατ. ευρώ ετησίως. Με βάση τους υπολογισμούς μας σε βάθος 10ετίας, το τελικό όφελος για την τσέπη των καταναλωτών υπερβαίνει τα 4,5 δισ. ευρώ –αυτό είναι το εκτιμώμενο καθαρό αποτέλεσμα αν από την εξοικονόμηση των ΥΚΩ αφαιρεθεί το κόστος των επενδύσεων σε ηλεκτρικές διασυνδέσεις. Στους υπολογισμούς αυτούς, βέβαια, λαμβάνεται ως βασική παραδοχή ότι το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα υλοποιείται και άρα αυξάνεται ραγδαία η διείσδυση των ΑΠΕ, καθώς και ότι η παρούσα κρίση στις τιμές του φυσικού αερίου είναι παροδική.

Υλοποιείτε ένα από τα πιο εμβληματικά έργα ηλεκτρικών διασυνδέσεων που είναι η μεγάλη διασύνδεση Κρήτης -Αττικής. Ποια είναι τα πρακτικά οφέλη της χώρας από αυτό το έργο και πόσο γρήγορα θα προχωρήσει η πώληση μειοψηφικού πακέτου στην Αριάδνη την εταιρεία που το κατασκευάζει; Τι επενδυτικό ενδιαφέρον υπάρχει;

Η ενεργειακή διασύνδεση της Κρήτης με την Αττική είναι ένα από τα μεγαλύτερα έργα υποδομής που υλοποιούνται στη χώρα, συνολικού προϋπολογισμού 1 δισ. ευρώ. Εκτός από τα σημαντικά οικονομικά οφέλη που προανέφερα, υπάρχουν και σπουδαία περιβαλλοντικά οφέλη, αφού οι ρύποι CO2 για την ηλεκτροπαραγωγή στην Κρήτη θα μηδενιστούν το πρώτο έτος λειτουργίας και των δύο διασυνδέσεων, από 600.000 τόνους που ήταν μέχρι φέτος. Το επενδυτικό ενδιαφέρον για το ποσοστό της «Αριάδνη Interconnection» είναι σημαντικό και η διαδικασία αναμένεται να ξεκινήσει άμεσα, καθώς λάβαμε το πράσινο φως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και αναμένουμε το αμέσως επόμενο διάστημα την τελική έγκριση της ΡΑΕ για να προχωρήσουμε σε ανοιχτό διεθνή διαγωνισμό.