Αν αφαιρεθούν τα οικονομικά αποτελέσματα της Novartis (το 2019 εμφάνισε ζημιές 198 εκατ. ευρώ) και της Bristol (παρουσίασε κέρδη 137 εκατ. ευρώ), οι υπόλοιπες 116 εισαγωγικές και εμπορικές επιχειρήσεις φαρμάκων αύξησαν τα συνολικά τους κέρδη κατά 5,1% από 112,7 εκατ. ευρώ το 2018 σε 118,5 εκατ. ευρώ το 2019.

Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει πανελλαδική έρευνα της New Times σε συνολικά 118 θυγατρικές πολυεθνικών επιχειρήσεων αλλά και ελληνικών χονδρεμπορικών επιχειρήσεων φαρμάκων.

Σύμφωνα με την έρευνα της New Times

  • ο συνολικός κύκλος εργασιών και των 118 εισαγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 3% από 4,1 δισεκατομμύρια ευρώ το 2018 σε 4,6 δις. ευρώ το 2019
  • Η μέση αύξηση κερδοφορίας των (κερδοφόρων) εταιρειών ήταν 22,9%. Τα κέρδη ωστόσο αυτά – σε σημαντικό βαθμό – εξανεμήθηκαν εξαιτίας της φοροεπιδρομής του κράτους.
  • Αντιστοίχως η θέση των ζημιογόνων επιχειρήσεων του κλάδου επιδεινώθηκε περαιτέρω καθότι η τρομακτική αύξηση των ζημιών συνδυάστηκε με επιδείνωση της κεφαλαιουχικής τους διάρθρωσης (μέσω μείωσης ιδίων κεφαλαίων και κάθετης αύξησης των συνολικών τους υποχρεώσεων)

H υπέρβαση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης αυξάνει ανεξέλεγκτα χρόνο με τοn χρόνο. Τα μέτρα πολιτικής φαρμάκου που έχουν ληφθεί τα τελευταία χρόνια έχουν μετακυλήσει τη δαπάνη στη βιομηχανία και στον καταναλωτή. Δηλαδή την υπέρβαση της φαρμακευτικής δαπάνης την χρεώνονται πρωτίστως οι φαρμακευτικές εταιρείες, που καλούνται να πληρώνουν υπέρογκα ποσά σε clawback, και δευτερευόντως οι ασθενείς, που βάζουν το χέρι όλο και πιο βαθιά στην τσέπη για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Οι επιστροφές είναι με διαφορά οι υψηλότερες στην Ευρώπη, όπως άλλωστε έχει τονιστεί επανειλημμένα στα Enhanced Surveillance Reports της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Το clawback που πλήρωσε η φαρμακευτική βιομηχανία έχει ξεπεράσει το 1,2 δισ. ευρώ το 2019 και η υπέρβαση αυτή αυξήθηκε κατά 28% το Α’ εξάμηνο του 2020 έναντι του αντίστοιχου περυσινού. Σύμφωνα με εκτιμήσεις εκπροσώπων της αγοράς, αν η υπέρβαση της δαπάνης συνεχιστεί έτσι, εκτιμάται ότι το clawback μόνο για τα εξωνοσοκομειακά φάρμακα ξεπέρασε τα 900 εκατ. ευρώ το 2020, όταν το 2019 είχε διαμορφωθεί στα 786,5 εκατ. ευρώ.

Η ανεξέλεγκτη αυτή αύξηση του clawback αποδεικνύεται καταστροφική για τη βιωσιμότητα των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, την ολοκλήρωση των επενδυτικών σχεδίων και τη διατήρηση εκατοντάδων θέσεων εργασίας. Αυτή η υπέρβαση καταδεικνύει ότι η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη που έχει οριστεί και παραμένει σταθερή τα τελευταία 4 χρόνια (στα 1,945 δισ. ευρώ) δεν επαρκεί για να καλύψει τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού της χώρας μας.

Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι ο κλάδος φαρμάκου διατηρεί σημαντική συμβολή στην ελληνική οικονομία, εξασφαλίζοντας σημαντική υπεραξία για τη χώρα, το επιχειρείν και την απασχόληση. Θέτει παράλληλα τις βάσεις για μια νέα οικονομία της γνώσης που πρέπει να χαρακτηρίζει τη χώρα μας την επόμενη δεκαετία προκειμένου να παραμείνει στον χάρτη των ανεπτυγμένων χωρών.

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας της New Times, oι 99 από τις 118 επιχειρήσεις του δείγματος (ποσοστό 83,9%) εμφάνισαν κέρδη ενώ οι 19 παρουσίασαν ζημιές.

Μεταξύ των επιχειρήσεων που παρουσίασαν τα υψηλότερα κέρδη – πάνω από 1 εκατ. ευρώ εκάστη – είναι και οι: Bristol Myers Squibb, Pfizer, Genesis Pharma, ΙΦΕΤ, Bayer Hellas, Astra Zeneca, Φαρμασέρβ Lilly, Roche Hellas, GlaxoSmithKline, Abbott Laboratories Hellas, Menarini, Φαρμακευτικό Κέντρο, Abbvie, ITF Hellas, CSL Behring, Φαρμασύν, ΠΡΟΣΥΦΑΠΕ, Baxter Hellas, UCB, Συνεταιριστική Φαρμακαποθήκη, Astellas, ΠΕΙΦΑΣΥΝ, Φαρμακαποθήκη Κεντρική Αθηνών, Servier Hellas, Σαράντης Φαρμακαποθήκη, Φαρμασέρβις, ΒΙΑΝ Α.Ε., Ecolab και Astor Hellas.

Δείτε αναλυτικά την έρευνα για τα οικονομικά αποτελέσματα των σημαντικότερων εισαγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων φαρμάκων κατά το 2019.