Της Μαριάννας Τζάννε  

Την αγωνιώδη προσπάθεια της ΔΕΗ να προχωρήσει ο διαγωνισμός για την πώληση των δύο λιγνιτικών εταιρειών σε Φλώρινα και Μεγαλόπολη, φανερώνει η ετήσια οικονομική έκθεση της επιχείρησης από την οποία βγαίνει βαριά τραυματισμένη η δημόσια επιχείρηση ηλεκτρισμού λόγω των δυσθεώρητων ζημιών ύψους 903 εκατ. ευρώ.

Δύο είναι τα καινούρια στοιχεία με τα οποία η ΔΕΗ αντιμετωπίζει τον μεγάλο διαγωνισμό για τον οποίο η υποβολή δεσμευτικών προσφορών (εάν δεν υπάρξει αναβολή) προγραμματίζεται για την προσεχή Δευτέρα 6 Μαΐου.

Το πρώτο είναι ότι η εταιρεία μετά την ψυχρολουσία της πρώτης άγονης διαδικασίας τον περασμένο Φεβρουάριο, κατά την οποία επικρίθηκε ότι έβαλε πολύ ψηλά τον πήχη του τιμήματος, όπως αναφέρεται στην ετήσια έκθεση δεν θα έχει λόγο στην τιμή που θα πουληθούν οι μονάδες.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αφήνει ανοικτή την πιθανότητα οι δύο εταιρείες να μεταβιβαστούν ακόμη και σε χαμηλή τιμή. Το δεύτερο στοιχείο είναι τι θα συμβεί εάν και αυτός ο διαγωνισμός δεν προχωρήσει.

Η έκθεση αναφέρει με σαφήνεια ότι «δεν μπορεί να υπάρξει καμία διαβεβαίωση ότι δεν θα υποχρεωθεί η μητρική εταιρεία να προχωρήσει σε περαιτέρω αποεπενδύσεις λιγνιτικής (ή άλλης) ισχύος παραγωγής στο μέλλον, προκειμένου να συμμορφωθεί με την υποχρέωσή της να μειώσει το μερίδιο αγοράς της στις αγορές παραγωγής και προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας». Με την πρόβλεψη αυτή η ΔΕΗ, αφήνει από μόνη της ανοικτό το ενδεχόμενο να πουληθούν ακόμη και υδροηλεκτρικές  ή και άλλες μονάδες.  

Η πώληση των λιγνιτικών μονάδων είναι καθοριστικής σημασίας για την ΔΕΗ καθώς θα τερματίσει την μεγάλη αιμορραγία που τις προκαλούν οι δημοπρασίες ρεύματος. Οι δανειστές στο πλαίσιο ανοίγματος της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας έχουν επιβάλλει στην εταιρεία την πώληση λιγνιτικής ισχύος, η οποία όμως σήμερα με τους όρους που διεξάγεται βάζει μέσα εκατομμύρια τη ΔΕΗ.

Σύμφωνα με τα περσινά αποτελέσματα, οι ΝΟΜΕ (δημοπρασίες ηλεκτρικής ενέργειας) κόστισαν στην Επιχείρηση 223,8 εκ. ευρώ δηλαδή 72,2 εκατ., παραπάνω σε σχέση με το 2017. Καθώς η ΔΕΗ δεν πιάνει τους ετήσιους στόχους μείωσης του μεριδίου της, όπως αυτοί έχουν αποτυπωθεί στη συμφωνία με τους θεσμούς, τις επιβάλλονται πέναλτι που ισοδυναμούν με αύξηση της δημοπρατούμενης ενέργειας.

Στο τέλος του 2018, το μέσο μερίδιο της ΔΕΗ στην αγορά προμήθειας  μειώθηκε σε 81,9% από 86,7% το 2017. Ωστόσο αυτή η μείωση κατά 4,8% ποσοστιαίες μονάδες υπολείπεται σημαντικά του στόχου που στο τέλος του 2018 ήταν 62,24% ενώ για φέτος είναι 49,24%!

Για τη χαριστική βολή των ΝΟΜΕ αλλά και των αμετάβλητων τιμολογίων ρεύματος είχε μιλήσει πρόσφατα σε ενεργειακό συνέδριο και ο Αντιπρόεδρος της ΔΕΗ, κ. Γιώργος Ανδριώτης, λέγοντας πως αν συνεχιστεί για πολύ αυτή η κατάσταση, η ΔΕΗ θα καταρρεύσει.

«Ως επιχείρηση εισηγμένη στο Χρηματιστήριο έχουμε ανάγκη από κέρδη. Δεν γίνεται τρία χρόνια τώρα, ενώ αυξάνεται το κόστος παραγωγής να μένουν αμετάβλητα τα τιμολόγια. Μέχρι το 2015 είχαμε κάθε χρόνο αύξηση στα τιμολόγια. Μιλάμε για  600 εκατ. τα οποία σήμερα λείπουν από την ΔΕΗ. Και φτάσαμε στο σημείο η ΔΕΗ να δίνει το 57% της παραγωγής της κάτω του κόστους, να το εκμεταλλεύονται τρίτοι»”.

Όπως σημειώνεται και στην ετήσια έκθεση, με  βάση το νόμο (Ν.4336/2015) το μερίδιο της ΔΕΗ στη χονδρική και λιανική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να μειωθεί καθώς από 1 Ιανουαρίου του 2020 και μετά καμιά επιχείρηση δεν θα μπορεί να παράγει ή να εισάγει άμεσα ή έμμεσα πάνω από το 50% του συνόλου της παραγόμενης και εισαγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα.

Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης των εταιρειών θα επιβάλλεται πρόστιμο ύψους 5% έως 10% επί του ετήσιου κύκλου εργασιών τους κατά το προηγούμενο έτος.