Συνήθως χρειάζεται ένας πρωτοπόρος που θα πετύχει και θα δείξει τον δρόμο και σε άλλους. Και η Deloitte στη χώρα μας υπό τη διοίκηση του κ. Δημήτρη Κουτσόπουλου έχει παίξει τα τελευταία χρόνια καταλυτικό ρόλο στο να επέλθει η άνοιξη των μεγάλων επενδύσεων σε κέντρα καινοτομίας και ψηφιακές δεξιότητες με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη. Ηταν η πρώτη που αναγνώρισε τις δυνατότητες της πόλης και των νέων επιστημόνων της σπεύδοντας το 2017, προτού καλά-καλά η χώρα βγει εντελώς από την εποχή των μεγάλων αναταράξεων, να επενδύσει σε ένα κέντρο καινοτομίας, το Alexander Competence Center, με στόχο να καταστεί μέρος της αλυσίδας ανάπτυξης πρότζεκτ που αναλαμβάνει η Deloitte διεθνώς.

Μια απόφαση που αποδείχθηκε σημαντική τόσο για την ίδια την πολυεθνική, αφού πέτυχε φλέβα χρυσού, όσο και για την ίδια τη χώρα, αφού ακολούθησε σειρά άλλων εταιρειών, με πιο προβεβλημένη αυτή της Pfizer. Η τελευταία δε, διά στόματος του κ. Αλμπερτ Μπουρλά, είχε αναγνωρίσει τον ρόλο της Deloitte στην απόφασή της για την επένδυση στη Θεσσαλονίκη, με δεδομένο ότι η αμερικανική εταιρεία, που είχε αναλάβει να κάνει τις αξιολογήσεις των υποψήφιων πόλεων, υπογράμμισε τα πλεονεκτήματα της Θεσσαλονίκης και από την εμπειρία της επένδυσης των Ελλήνων εταίρων της!

«Νομίζω ότι στην αρχή η αγωνία όλων ήταν η αστάθεια του οικονομικού και ρυθμιστικού περιβάλλοντος στη χώρα. Μη έχοντας μια συνέχεια πολιτικής αλλά και ένα απτό παράδειγμα, οι ξένοι ήταν λογικό να φοβούνται να κάνουν επένδυση. Βλέποντας, ωστόσο, από τη δική μας κίνηση ότι υπάρχει ποιότητα, και έπειτα ότι υπάρχει πολιτική δέσμευση για ευνοϊκό περιβάλλον, ενεργοποιήθηκαν», λέει στο «business stories» ο κ. Κουτσόπουλος.

Αυτά περίπου, όμως, έχουν καταγραφεί στην ιστορία, η οποία βέβαια εξελίσσεται. Το ενδιαφέρον είναι πως η Deloitte έχει πια αποφασίσει να κάνει το επόμενο βήμα στη χώρα μας. Και αυτό, πέραν της διαρκούς ενίσχυσης της ομάδας της Θεσσαλονίκης, συμπεριλαμβάνει και τη σημαντική ενίσχυση της παρουσίας της σε άλλες δύο πόλεις της χώρας με πανεπιστημιακό υπόβαθρο, την Πάτρα και το Ηράκλειο. Ενα σχέδιο το οποίο έως το ερχόμενο καλοκαίρι προβλέπει τη δημιουργία 400 νέων θέσεων εργασίας, που θα ενισχύσουν το προσωπικό της εταιρείας στην Ελλάδα στα 2.200 άτομα!

Η κουβέντα μας με τον κ. Κουτσόπουλο, πάντως, δεν θα μπορούσε να μην έχει αφετηρία την επένδυση στη Θεσσαλονίκη, η οποία αποδεικνύεται «game changer» για όλη τη χώρα.

«Ηταν ένα προσωπικό στοίχημα, αλλά και όλων των συνεταίρων», λέει και εξηγεί: «Στη Θεσσαλονίκη είχαμε πάντα παρουσία ως εταιρεία με μια ομάδα γύρω στα 20 άτομα για την εξυπηρέτηση κυρίως πελατών μας. Στα χρόνια που προηγήθηκαν της επένδυσης, μέσα στην κρίση, όταν ανέβαινα για να δω τους πελάτες μας και την ομάδα, έβλεπα ότι τα πράγματα στην πόλη δεν πήγαιναν καλά. Είναι μια ωραία πόλη, ο κόσμος της επίσης είναι ωραίος, έχει μια δυναμική νεολαία με πολλούς επιστήμονες να βγαίνουν από τα πανεπιστήμιά της. Κι όμως, όλα έδειχναν στάσιμα. Κάπως έτσι αποφάσισα ότι θα ήταν ευκαιρία να αναδειχθούν ταλέντα. Να επενδύσουμε, να αποκτήσουμε μια ισχυρή βάση και τελικά, εάν όντως καταφέρουμε κάτι καλό, να έρθουν και οι οργανισμοί της Deloitte από τις γειτονικές χώρες, κυρίως την Ιταλία με την οποία συνεργαζόμαστε στενά, να μας βοηθήσουν. Τελικά τα παιδιά που μπήκαν στην ομάδα μετά τα εκπαιδευτικά camps που φτιάξαμε απέδειξαν εύκολα ότι μπορούν να προσαρμοστούν στις ανάγκες μιας διεθνοποιημένης αγοράς. Κάπως έτσι, ενώ ξεκινήσαμε με στόχο να έχουμε στη Θεσσαλονίκη 200 άτομα προσωπικό έως τις αρχές του 2021, καταλήξαμε με 450 άτομα και σήμερα που μιλάμε είναι κάπου 650! Εως τον Μάιο του 2022 θα πιάσουμε τα 800 άτομα. Γιατί; Διότι υπάρχουν πολλοί ταλαντούχοι άνθρωποι, υπάρχει δι-άθεση των νέων για μάθηση. Και έπειτα, έχουμε συνδέσει την ευρωπαϊκή αγορά με την ελληνική μέσω του δικτύου της Deloitte, οπότε από πλευράς μας δίνουμε την ευκαιρία στον νέο αυτό κόσμο να δουλέψει σε διάφορα ενδιαφέροντα πρότζεκτ σε μια αλυσίδα έργων που τρέχουν σε άλλες χώρες. Τώρα που φαίνεται ότι ξεπερνάμε και τα προβλήματα στις μετακινήσεις, θα αρχίσουμε και πάλι τα ταξίδια για εκ του σύνεγγυς συνεργασία με ομάδες του εξωτερικού, κάτι που για έναν νέο έχει μεγάλη αξία».

«Οπότε η επένδυσή μας ήταν και είναι μια σημαντική διέξοδος για τα νέα μυαλά που βγαίνουν από τα πανεπιστήμια, με τα οποία πρέπει να σας πω ότι είμαστε σε στενή συνεργασία και συνεννόηση. Επίσης, με τη δυναμική με την οποία εξελίσσεται αυτή η επένδυση έχουμε καταφέρει εν μέρει να φέρουμε και κάποια ελληνικά ταλέντα από το εξωτερικό. Δυστυχώς, αυτά δεν είναι πολλά, αλλά ευελπιστώ με τις συνθήκες που διαμορφώνονται και τα κίνητρα που υπάρχουν να επιστρέψει κόσμος», συμπληρώνει.

Οπως λέει ο κ. Κουτσόπουλος, τα κομμάτια των projects που αναλαμβάνει να τρέξει η ομάδα της Θεσσαλονίκης είναι διάφορα. «Τα περισσότερα έχουν να κάνουν με την τεχνολογία: από developers σε ομάδα SAP, σε ομάδα cyber που μπορεί να παραδώσει μέρος του έργου. Επειτα υπάρχει sale force κ.ο.κ. Το ενδιαφέρον στοιχείο με τη Θεσσαλονίκη επίσης είναι ότι προσπαθήσαμε να μη στήσουμε οι ίδιοι μια πυραμίδα ιεραρχίας και αρμοδιοτήτων. Ξεκινήσαμε από χαμηλά φτιάχνοντας ομάδες και σταδιακά οι ίδιες είναι που θα δημιουργήσουν την πυραμίδα τους. Οπότε ο καθένας έχει την ευκαιρία να εξελιχθεί».

Και κάπως έτσι τώρα φτάνει η ώρα της Πάτρας και του Ηρακλείου. Στην περίπτωσή τους βέβαια η ενίσχυση των δύο ομάδων συνδέεται και με την επιλογή της Deloitte να στήσει ένα δίκτυο εξυπηρέτησης των πελατών της με καλύτερο τρόπο σε όλη την Ελλάδα, σύμφωνα με τον κ. Κουτσόπουλο.

«Πριν από δύο χρόνια ξεκινήσαμε ένα γραφείο στην Κρήτη, στο Ηράκλειο, με το σκεπτικό ότι οι επιχειρήσεις εκεί θέλουν κάποιον δίπλα τους. Ετσι χτίσαμε μια ομάδα 25 ατόμων. Στην Πάτρα πηγαίνουμε τώρα. Είναι δύο ομάδες τις οποίες πήραμε την απόφαση να μεγαλώσουμε μέσα από τις σχέσεις που αναπτύσσουμε με τα τοπικά πανεπιστήμια. Το σκεπτικό, λοιπόν, είναι να δημιουργήσουμε τέσσερις πόλους γεωγραφικούς στη χώρα όπου θα στηθεί μια βάση ενός ακόμα πιο διευρυμένου δικτύου.
Για παράδειγμα, στην Κρήτη η ομάδα θα μπορεί να εμπλουτιστεί με ανθρώπους που δεν θα είναι κατ’ ανάγκη στο Ηράκλειο, αλλά θα λειτουργούν εξ αποστάσεως σε γειτονικές πόλεις. Το ίδιο και στην Πάτρα, όπου και εκεί έχουμε μεγαλόπνοο σχέδιο. Ηδη σε τέσσερις μήνες θα μας παραδοθεί ένα κτίριο 2.000 τ.μ., το οποίο κατασκευάζεται και συμφωνήσαμε να πάρουμε, και έτσι η ομάδα μας έως το τέλος της χρονιάς θα φτάσει τα 30 άτομα».

Η επιλογή των δύο πόλεων δεν έγινε τυχαία, αλλά πάτησε στις βάσεις που έχουν δημιουργήσει ήδη τα πανεπιστημιακά ιδρύματα εκεί. «Σε όλες τις περιπτώσεις έχουμε κάνει συμφωνίες με τα πανεπιστήμια. Ξέρετε, όσο πιο γρήγορα καταφέρει να απορροφηθεί κάποιος από την επαγγελματική αγορά τόσο καλύτερο είναι και για το προφίλ των πανεπιστημίων. Οπότε έχουμε κάνει συμφωνίες σε όλες τις πόλεις όπου δραστηριοποιούμαστε και έχουμε δεσμευτεί σε συγκεκριμένα τμήματα για θέσεις εργασίας. Οι απόφοιτοί τους θα έλθουν στα camps που οργανώνουμε και εφόσον ανταποκριθούν, τότε τους προσλαμβάνουμε», σημειώνει ο κ. Κουτσόπουλος.

Οπως λέει, οι 400 νέες θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν αφορούν το σύνολο του πλέγματος των δραστηριοτήτων της Deloitte. «Οι περισσότερες βέβαια θα έχουν να κάνουν με το κομμάτι της τεχνολογίας», αναφέρει ο κ. Κουτσόπουλος, σημειώνοντας πως περίπου 150 εξ αυτών αφορούν το κέντρο καινοτομίας της Θεσσαλονίκης.
Αυτός ο ανταγωνισμός όμως για τα ελληνικά ταλέντα που έχει ξεκινήσει τα τελευταία χρόνια πιθανόν να αρχίσει να προκαλεί προβλήματα στην αγορά, όπως παραδέχεται ο ίδιος. «Νομίζω ότι στο εγγύς μέλλον θα υπάρξει πρόβλημα, διότι πλέον υπάρχουν αρκετές δουλειές. Ωστόσο, θεωρώ ότι αυτός είναι ένας χώρος όπου πρέπει να είναι κάποιος προσεκτικός και να έχει τους σωστούς ανθρώπους. Εξάλλου οι καλοί κάνουν τη διαφορά στη δική μας δραστηριότητα. Δεν κατασκευάζουμε κτίρια, υπηρεσίες προσφέρουμε! Γι’ αυτό και ίσως χρειαστεί η ελληνική αγορά να στραφεί στους ψηφιακούς νομάδες ως μία διέξοδο», σημειώνει.

Σήμερα η Deloitte παρέχει μια γκάμα υπηρεσιών: ο έλεγχος και οι φορολογικές υπηρεσίες είναι το μεγαλύτερο κομμάτι. Επίσης, συμβουλευτική διαχείρισης ρίσκου, όπου εντάσσονται τα κομμάτια του cyber και της βιωσιμότητας. Και φυσικά χρηματοοικονομική συμβουλευτική (εξαγορές, συγχωνεύσεις, αποτιμήσεις, forensic κ.ά.) και συμβουλευτική στη διαχείριση ανθρώπινου δυναμικού, υπηρεσίες στρατηγικής κ.λπ. Επίσης, ένα δυναμικά αναπτυσσόμενο κομμάτι είναι αυτό της τεχνολογίας με core συστήματα σε τεχνητή νοημοσύνη, ρομποτική, customer experience κ.ο.κ. Στην ευρύτερη ομπρέλα υπό την Deloitte είναι και η νομική εταιρεία KBVL, η οποία είχε ρόλο στη συμφωνία εξαγοράς του 80% της Cosmos Sport από τη βρετανική πολυεθνική αλυσίδα αθλητικών ειδών JD Sports Fashion.

Η Deloitte στην Ελλάδα έχει σήμερα 38 partners. Οι δύο νομικές οντότητές της (Deloitte Α.Ε. Ορκωτών Ελεγκτών Λογιστών με διευθύνοντα σύμβουλο τον κ. Κουτσόπουλο και Deloitte Business Solution με πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο τον κ. Αλέξη Δαμαλά) εμφάνισαν την προηγούμενη χρήση (1/7/20-30/6/21) συνδυαστικά κάπου 88 εκατ. ευρώ ως κύκλο εργασιών (30,77 εκατ. ευρώ από 28,24 εκατ. έναν χρόνο πριν η πρώτη και 57,51 εκατ. ευρώ από 41,3 εκατ. η δεύτερη). Ανοδικά κινήθηκε και η καθαρή κερδοφορία (1,44 εκατ. ευρώ η πρώτη, 2,89 εκατ. η δεύτερη).

«Θέλουμε να μπορούμε να έχουμε τους καλύτερους ανθρώπους μαζί μας και να είμαστε κοντά στους πελάτες μας προσφέροντας υπηρεσίες που έχουν αξία», λέει ο κ. Κουτσόπουλος ερωτηθείς για τις προτεραιότητες και το στρατηγικό σχέδιο της εταιρείας. «Δίνουμε επίσης μεγάλη σημασία στο κομμάτι που προωθεί η Deloitte παγκοσμίως: “impact that matters”. Γι’ αυτό και είμαστε ιδιαίτερα ενεργοί στο κομμάτι της προσφοράς και της αλληλεπίδρασης με το κοινωνικό σύνολο. Εχουμε κάνει εθελοντικά την ορθή διαχείριση όλου αυτού του μεγάλου κύματος δωρεών στην κυβέρνηση όταν ξέσπασε ο COVID-19 ουσιαστικά παίζοντας τον ρόλο διαμεσολαβητή, προχωρήσαμε δωρεάν σε μια μεγάλη μελέτη πάνω στο πρότζεκτ Astypalaia Free, κοινώς στήσαμε ένα επιχειρηματικό σχέδιο για το πώς μπορεί να βασιστεί μια τοπική κοινωνία στην κυκλική οικονομία. Επειτα κάνουμε και άλλες δράσεις για την ανάδειξη περιοχών της χώρας και φυσικά έχουμε συγκροτήσει έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό, συγκεντρώνοντας ένα ποσοστό από την κερδοφορία μας και διοχετεύοντάς το σε διάφορες δράσεις, είτε για τον πολιτισμό, είτε για την εκπαίδευση, είτε για την κάλυψη έκτακτων αναγκών, όπως μετά από μία καταστροφή. Ετσι είμαστε και σταθεροί σπόνσορες της παραολυμπιακής ομάδας. Και φυσικά, κινούμαστε ώστε να επιτύχουμε τον στόχο για μηδενικούς ρύπους έως το 2030».

Κλείνοντας δεν μπορούμε να μη συζητήσουμε για την ψηφιακή ορμή που έχει επικρατήσει στη χώρα μας. «Θα διατηρηθεί αυτή η δυναμική;» τον ρωτάμε. «Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι καταλύτης για να αλλάξει την Ελλάδα. Η διάθεση υπάρχει. Εφόσον υλοποιηθεί σωστά, μόνο κέρδη θα αφήσει στη χώρα. Θέλει όμως κυνήγι συνεχές για την αλλαγή. Και γνώμη μου είναι ότι πρέπει να σπάσει σε μικρά σπριντ ώστε να το φέρουμε εις πέρας. Οπως μετασχηματιστήκαμε ως κράτος μέσα στην πανδημία, πρέπει να μετασχηματιστούμε και ως οικονομία και ως κοινωνία. Γι’ αυτό και πιστεύω πως, αν σε αυτό αποδειχθούμε αποτελεσματικοί, η Ελλάδα μόνο ανοδικά θα κινηθεί την επόμενη πενταετία».

Διαβάστε ακόμη

Αθήνα: H επιστροφή της κατοικίας στο κέντρο, το νέο μεγάλο στοίχημα (pic + πίνακας)

O Μασκ ρωτά το Twitter και γίνεται χαμός: Να πουλήσω το 10% των μετοχών μου στην Tesla;

Υδρογόνο: O 3ος παγκόσμιος μόλις ξεκίνησε