Τους κρουνούς της κρατικής ενίσχυσης και σε προβληματικές επιχειρήσεις εκτός των ΔΕΚΟ, μέσω των προγραμμάτων στήριξης της ρευστότητας των επιχειρήσεων, προσπαθεί να ανοίξει η κυβέρνηση, καθώς οι προβληματικές εταιρείες παγίως εξαιρούνται λόγω των κοινοτικών κανονισμών από όλα τα προγράμματα κρατικής στήριξης.  Όπως τόνισε ο υφυπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Γιάννης Τσακίρης  ήδη η Κομισιόν προσανατολίζεται να άρει την απαγόρευση κρατικών ενισχύσεων για τις μικρές προβληματικές επιχειρήσεις.

«Στις 12 Ιουνίου 2020 δηλαδή, πριν από λίγες μέρες και με πίεση της Ελλάδας και μερικών άλλων κρατών η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι εξετάζει την αναμόρφωση του προσωρινού αυτού πλαισίου αναφορικά με την προβληματικότητα των μικρών επιχειρήσεων, δηλαδή των επιχειρήσεων ως πενήντα εργαζομένους», ανέφερε ο Γιάννης Τσακίρης. «Προτείνει η Κομισιόν -δεν έχει υιοθετηθεί- μικρές εταιρείες ως πενήντα εργαζομένους να βγουν από την πρόβλεψη της προβληματικότητας». Η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε να διευρυνθεί αυτός ο ορισμός, ώστε να επιτραπεί η κρατική ενίσχυση και σε μεγαλύτερες προβληματικές επιχειρήσεις: «Πάνω σε αυτή την πρόταση της Κομισιόν ζητήσαμε αυτό το όριο να αυξηθεί στα 250 άτομα», είπε. Και πρόσθεσε: «Ωστόσο δεν μένουμε εκεί. Ήδη επεξεργαζόμαστε ένα πλαίσιο για αναδιάρθρωση προβληματικών επιχειρήσεων κατά τα πρότυπα της Αυστρίας μέσω τραπεζικού δανεισμού».

Ξεκαθάρισε, όμως, απαντώντας σε σχετικές αιτιάσεις βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, ότι, σε κάθε περίπτωση, δεν επιτρέπεται η ενίσχυση κρατικών προβληματικών επιχειρήσεων, όπως η ΛΑΡΚΟ, εκτός εάν δοθεί ειδική έγκριση από την Κομισιόν.

Αναφερόμενος στα προγράμματα στήριξης της ρευστότητας των επιχειρήσεων που έχει ενεργοποιήσει η κυβέρνηση, ο Γιάννης Τσακίρης τόνισε, μεταξύ άλλων, ότι: «Στις 3 Ιουνίου 2020 τέθηκε σε εφαρμογή το Ταμείο Εγγυοδοσίας Επιχειρήσεων COVID-19 μέσω της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας,αρχικής χρηματοδότησης 1 δισ. με δυνατότητα, όπως έχουμε πάρει έγκριση και από την Κομισιόν, να φτάσει στα 2,25 δισεκατομμύρια ευρώ. Η δράση καλύπτει το σύνολο των επιχειρήσεων και μέσω της δράσης αυτής οι τράπεζες χορηγούν νέα δάνεια, εγγυημένα κατά 80% του ποσού του δανείου, ενώ η εγγύηση αυτή σε επίπεδο χαρτοφυλακίου τράπεζας φτάνει στο 40% του όγκου των επιχειρηματικών δανείων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και 30% για τα χαρτοφυλάκια δανείων μεγάλων επιχειρήσεων, ενώ το κράτος επιδοτεί και την προμήθεια εγγύησης.

Η μόχλευση που δημιουργείται οδηγεί σε δανειακά κεφάλαια συνολικού ύψους 7 δισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ οι τράπεζες έχουν δεσμευτεί για νέα δάνεια, για το 2020 ύψους 15 έως 16 δισεκατομμυρίων ευρώ. Με βάση τα στοιχεία της 21ης Ιουνίου έχουν υποβληθεί συνολικά 80.000 αιτήσεις συνολικού προϋπολογισμού 19 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Η ΕΕ αποκλείει τις προβληματικές επιχειρήσεις

Η έκτακτη στήριξη προς τον ιδιωτικό τομέα που επιτρέπει το προσωρινό πλαίσιο της Ε.Ε. για τις κρατικές ενισχύσεις, το οποίο τέθηκε σε ισχύ τον Μάρτιο, δεν περιλαμβάνει επιχειρήσεις που «ήταν ήδη προβληματικές […] την 31η Δεκεμβρίου 2019», σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ε.Ε. (20/3). Σύμφωνα με το προσωρινό πλαίσιο, οι επιδοτήσεις και άλλες μορφές στήριξης δεν πρέπει να ξεπερνούν τις 800.000 ευρώ ανά εταιρεία (100.000 ευρώ για εταιρεία του αγροτικού τομέα, 120.000 ευρώ για αλιευτικές επιχειρήσεις ή ιχθυοκαλλιέργειες). Η καταληκτική ημερομηνία για τη χορήγησή τους είναι η 31η/12/2020. 

Σχετικά με τις δημόσιες εγγυήσεις προς τις επιχειρήσεις για τη διευκόλυνση του δανεισμού τους, θα είναι διάρκειας έως έξι ετών και δεν θα ξεπερνούν το 90% της αξίας του δανείου – ή το 35% σε περίπτωση που το κράτος παρέχει εγγύηση πρώτης ζημίας έναντι των τραπεζών. Η εγγύηση «μπορεί να σχετίζεται τόσο με δάνεια για επενδύσεις όσο και με δάνεια για κεφάλαια κίνησης».

Το ίδιο το δάνειο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο του διπλάσιου του μισθολογικού κόστους που καταβάλλει ετησίως η εταιρεία ή το 25% του συνολικού κύκλου εργασιών της το 2019. Για εταιρείες που ιδρύθηκαν εντός του 2019, μπορεί να ισούται με το «κατ’ εκτίμηση ετήσιο μισθολογικό κόστος για τα δύο πρώτα έτη λειτουργίας». Το ποσό του δανείου μπορεί να αυξηθεί για να καλύψει ανάγκες ρευστότητας για τους επόμενους 18 μήνες για μικρομεσαίες επιχειρήσεις και 12 μήνες για μεγάλες.

Σχετικά με την προσωρινή αναβολή φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, σημειώνεται ότι δεν μπορεί να επεκταθεί πέρα από την 31η Δεκεμβρίου του 2022.