Tην πρώτη προσφυγή στο ΣτΕ εναντίον της απόφασης του υπουργείου Πολιτισμού για την απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων στο σταθμό Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη, κατέθεσαν σήμερα 6 Ιουλίου από κοινού η Ελληνική Εταιρεία Περιβάλλοντος και Πολιτισμού (ΕΛΕΤ), και η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία, ένα από τα αρχαιότερα επιστημονικά σωματεία στην Ελλάδα, με έτος ίδρυσης το 1884.

Όπως αναφέρει η ΕΛΕΤ σε σχετική ανακοίνωση, τα ευρήματα της Βενιζέλου χρονολογούνται από τον 4ο μέχρι τον 9ο μ.Χ. αιώνα και αποτελούν υλικά τεκμήρια της δομής και της οργάνωσης της δεύτερης πόλης στη βυζαντινή αυτοκρατορία, της Θεσσαλονίκης, που μόνο η Κωνσταντινούπολη θα μπορούσε να ανταγωνιστεί.

Η μετατροπή του χώρου από αρχαιολογικό, με τα επάλληλα στρώματα της ιστορίας του και τα άυλα στοιχεία της ζωής των κοινωνιών που για αιώνες τα κατοίκησαν, σε απλά εκθεσιακό χώρο, θα ξεριζώσει ένα κομμάτι της πόλης και θα το μετατρέψει σε σκηνογραφική εγκατάσταση διακόσμησης των χώρων του σταθμού.

Η ΕΛΕΤ υποστηρίζει ότι η Ελλάδα οφείλει να σέβεται και να τηρεί την ελληνική νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις, τις οποίες έχει προσυπογράψει και επικυρώσει με σχετικούς νόμους, όπως η συνθήκη της Βαλέτα (1992) που επιβάλλουν, εφόσον είναι εφικτόν, την in situ διατήρηση των αρχαιοτήτων.

Η κατασκευή του σταθμού με την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων είναι εφικτή τεχνικά, οικονομικά και χρονικά. Η οριστική μελέτη για τα έργα πολιτικού μηχανικού για το τμήμα του σταθμού κάτω από τις αρχαιότητες, εκπονήθηκε και παραδόθηκε στην Αττικό Μετρό το καλοκαίρι του 2019, αποδεικνύοντας το εφικτόν της κατασκευής.

Οι τροποποιήσεις που έγιναν επί της μελέτης από το μελετητικό γραφείο, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Αττικό Μετρό, ουδέποτε παρελήφθησαν από αυτή. Αντίθετα, το έργο, αν και σε εξέλιξη, διακόπηκε τον Σεπτέμβριο του 2019. Χάθηκαν δηλαδή μέχρι σήμερα 10 ολόκληροι μήνες από την κατασκευή του έργου με την κατά χώρα διατήρηση των αρχαιοτήτων, καθώς η κατασκευή του σταθμού, κάτω από τις αρχαιότητες, θα ήταν τώρα σε εξέλιξη!

Η ενδεχόμενη πρόσθετη δαπάνη κατασκευής είναι μικρή σε σχέση με την τεράστια αξία των αρχαιοτήτων και τα οφέλη που θα έχει η Θεσσαλονίκη εις το διηνεκές σε οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό επίπεδο.

Ακόμα, η ολοκλήρωση του σταθμού με την απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων, ώστε να λειτουργήσει με τους υπόλοιπους σταθμούς του μετρό μέσα στο 2023, δεν προκύπτει από τα χρονοδιαγράμματα του έργου, υποθηκεύοντας έτσι την όλη λειτουργία της γραμμής.

Η μέθοδος της απόσπασης και επανατοποθέτησης κρίνεται από την ΕΛΕΤ ότι υποθηκεύει την ιστορία και την ταυτότητα της Θεσσαλονίκης και στερεί από τη διεθνή κοινότητα έναν μοναδικό αρχαιολογικό χώρο, χωρίς να παρέχονται καν οι εγγυήσεις για την ολοκλήρωση της κατασκευής του σταθμού και ως συνέπεια για τη λειτουργία της γραμμής του Μετρό μέσα στο 2023.