Ένα νέο σκηνικό διαμορφώνεται πλέον για τη Χαλυβουργική της οικογένειας Κων. Αγγελόπουλου. Μετά την αίτηση της Εθνικής Τράπεζας για την υπαγωγή της ιστορικής βιομηχανίας σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης, –την οποία αποκάλυψε το newmoney-, η υπόθεση μεταφέρεται πλέον στο δικαστικό πεδίο. Κι αυτό καθώς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών θα πρέπει να αποδεχθεί και να εγκρίνει την αίτηση της τράπεζας για να ακολουθήσει η διαδικασία εκποίησης των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας.

Δεν θεωρείται τυχαίο πάντως ότι η ΕΤΕ προτείνει για τη θέση του ειδικού διαχειριστή, την δικηγόρο Βασιλική Τσιάτα, η οποία έχει χειριστεί αρκετές αντίστοιχες υποθέσεις, με πιο πρόσφατη αυτή της ειδικής διαχείρισης και εκποίησης των ακινήτων της Ektasis Development.

Από το «θρίλερ» στο άδοξο τέλος

Η Χαλυβουργική έγινε όλα τα τελευταία χρόνια ένα από τα μεγαλύτερα επιχειρηματικά «θρίλερ», είτε με τις συνέπειες της δεκαετούς οικονομικής κρίσης που ισοπέδωσαν γενικότερα την εγχώρια χαλυβουργία, είτε με τον ενδοοικογενειακό «εμφύλιο» στην οικογένεια Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου.

Έτσι, η κατάρρευση της ζήτησης για χαλυβουργικά προϊόντα, σε συνδυασμό με τα υψηλά δάνεια που είχαν ληφθεί για κεφάλαια κίνησης και νέες επενδύσεις, οδήγησαν τη βιομηχανία στα βράχια, με τα χρέη, -ακόμη και προς τη ΔΕΗ-, να την πνίγουν. Τα φουγάρα έσβησαν από το 2013 και έκτοτε λειτουργούσε το ελασματουργείο για λίγα χρόνια ακόμη.

Παρά τις διαδοχικές «ενέσεις» μέσω μικρών ή μεγαλύτερων αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου εκ μέρους του βασικού μετόχου, το αδιέξοδο ήταν δεδομένο. Στις προσπάθειες που έγιναν ακόμη και για την εξεύρεση ενδιαφερόμενου στρατηγικού επενδυτή, δεν υπήρξε κανένα αποτέλεσμα. Με εθελούσια έξοδο έφυγαν όλοι οι εργαζόμενοι και απέμεινε μόνο η διοίκηση.

Ο «εμφύλιος» στην οικογένεια

Παράλληλα όλα τα τελευταία χρόνια μαίνεται ο «εμφύλιος πόλεμος» στην οικογένεια μεταξύ των Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου και των υιών του Γιώργου και Παναγιώτη, που δυσκόλεψε ακόμη περισσότερο την κατάσταση, αλλά και τη συνεννόηση με τις πιστώτριες τράπεζες. Οι πρόσφατες δικαστικές εξελίξεις έγειραν την πλάστιγγα υπέρ των υιών, με τον ορισμό ως δικαστικού συμπαραστάτη του πατέρα τους, του Γιώργου Σκινδήλια, διευθύνοντος συμβούλου, -πρόσφατα και προέδρου μετά την αποχώρηση του Γεωργίου Βαρουφάκη-, της Χαλυβουργικής.
Ο Γ. Σκινδήλιας έχει ταχθεί σαφώς με την πλευρά των αδελφών Αγγελόπουλου, ενώ στο πρόσφατο παρελθόν υπήρξαν μέχρι και αντιπαραθέσεις, μέσω δημοσίων δηλώσεων, με τον Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο.

Το βάρος των δανείων και τα «ασημικά»

Η Χαλυβουργική αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί ένα από μεγαλύτερα «βαρίδια» και…δύσκολα σταυρόλεξα στο πεδίο των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων.

Tο μεγαλύτερο μέρος του δανεισμού, που υπερβαίνει συνολικά τα 450 εκατ ευρώ, το «κουβαλάει» η Eθνική, -με 296 εκατ.-, ακολουθεί η Πειραιώς με 132 εκατ, ενώ η έκθεση των Alpha Bank και Eurobank δεν υπερβαίνει τα 19 εκατ ευρω.

Έναν χρόνο πριν, -τέλη Ιανουαρίου του 2020-, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Παύλος Μυλωνάς, μιλώντας σε δημοσιογράφους φέρεται να έδωσε το στίγμα των χειρισμών που θα ακολουθούσαν, τονίζοντας την πρόθεση της τράπεζας να τρέξει η διαδικασία. Τα στελέχη της θα παρουσίαζαν τόσο στον Κων. Αγγελόπουλο, όσο και στους δύο υιούς του, μια πρόταση που θα αφορούσε είτε την πώληση της εταιρείας είτε τη ρευστοποίηση ορισμένων στοιχείων της. Είχε προειδοποιήσει μάλιστα ότι αν δεν υπήρχε συμφωνία, θα ακολουθούσε η άτακτη ρευστοποίηση με πλειστηριασμούς.

Έτσι φτάσαμε, στις 23 Φεβρουαρίου φέτος, με την ΕΤΕ να καταθέτει την αίτηση ώστε να τεθεί η εταιρεία σε ειδική διαχείριση.
Και τώρα βέβαια το ενδιαφέρον στρέφεται στο μέρος των δανείων που θα μπορέσει να ανακτηθεί μέσω της εκποίησης των «ασημικών» Χαλυβουργικής.

Μεταξύ αυτών είναι το μεγάλο ακίνητο με το δικό του λιμάνι στην Ελευσίνα, άδεια για μονάδα ηλεκτροπαραγωγής ισχύος 880 MW, ακόμη και δικαιώματα ρύπων.

Ανάλογα με τις συνθήκες στους δυνητικά ενδιαφερόμενους θα μπορούσαν να περιληφθούν από βιομηχανίες μέχρι και παίκτες στα logistics. Τελευταία διακινήθηκε και η πληροφορία περί χρησιμοποίησης της μονάδας για τη διαχείριση απορριμμάτων στο μοντέλο της καύσης για την παραγωγή ενέργειας.

Όσον αφορά τη διαδικασία της ειδικής διαχείρισης, η σχετική εμπειρία από αντίστοιχες περιπτώσεις δείχνει ότι μπορεί να τραβήξει σε μάκρος. Τυπικά και με βάση το νόμο, το αρμόδιο δικαστήριο, που στην προκειμένη περίπτωση, είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, πρέπει να ορίσει δικάσιμο για τη συζήτηση της αίτησης εντός διμήνου από την υποβολή της. Και όντως ως ημερομηνία συζήτησης ορίστηκε η 5η Απριλίου 2021.

Η απόφαση του δικαστηρίου εκδίδεται σε ένα μήνα από τη συζήτηση. Εάν τηρηθούν οι προθεσμίες τότε η απόφαση θα πρέπει να αναμένεται τέλη Μάιου με αρχές Ιουνίου. Στις περισσότερες άλλες περιπτώσεις όμως η διαδικασία ξεπέρασε τον έναν χρόνο…

Πάντως εάν γίνει δεκτή η αίτηση, -που είναι και το πιθανότερο-, θα ακολουθήσει η εγκατάσταση του ειδικού διαχειριστή ο οποίος θα διενεργήσει δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή επιμέρους περιουσιακών στοιχείων της.

Οι τίτλοι τέλους σε μια ιστορία ενός αιώνα

Κάπως έτσι θα πέσουν και τυπικά οι «τίτλοι τέλους» σε μια ιστορική διαδρομή σχεδόν ενός αιώνα. Στη διάρκεια της οποίας η Χαλυβουργική ταυτίστηκε με τα μεγάλα έργα και την ανάπτυξη της χώρας.

Ως αφετηρία θεωρείται το 1925, όταν οι ιδρυτές της Θ. Αγγελόπουλος και οι γιοί του Δημήτρης, Παναγιώτης και Γιάννης, ξεκίνησαν το εμπόριο ειδών σιδήρου. Μετά από 7 χρόνια, το 1932, εγκαθιστούν ένα εργοστάσιο παραγωγής ειδών συρματουργίας, στην οδό Πειραιώς, με την επωνυμία «Ελληνικά Συρματουργεία Θ.Α. Αγγελόπουλος & Υιοί». Έτσι άρχισαν πλέον να μπαίνουν στη μεταποίηση (παραγωγή καρφιών, πεταλόκαρφων και γαλβανισμένων συρματοπλεγμάτων). Λίγα χρόνια αργότερα τοποθετήθηκαν ηλεκτρικοί κλίβανοι και έτσι οι Αγγελόπουλοι άρχισαν να παράγουν έλαστρα για οπλισμό σκυροδέματος.

Μετά τον Πόλεμο έγινε η σύσταση της Χαλυβουργικής Α.Ε., ενώ το 1951 οι δραστηριότητες μεταφέρθηκαν στην Ελευσίνα. Μια δεκαετία μετά, το 1961 ήταν ο επόμενος μεγάλος «σταθμός» με το σχέδιο καθετοποίησης της παραγωγής. Έτσι δημιουργήθηκε η πρώτη υψικάμινος, παράλληλα με το χαλυβουργείο και τις μονάδες καθαρού οξυγόνου.

Το καλοκαίρι του 1963 άρχισε η παραγωγή χυτοσιδήρου και χάλυβα από σιδηρομετάλλευμα, ενώ μέχρι το 1975 γίνονται διαρκείς επεκτάσεις (2η υψικάμινος, ελασματουργείο κλπ). Το 1977 ξεκινάει η λειτουργία νέας μονάδας τριών ηλεκτρικών κλιβάνων. Η ανάπτυξη της εταιρείας ήταν αλματώδης, όπως και η ζήτηση χαλυβουργικών προϊόντων εντός και εκτός συνόρων.

Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 δρομολογήθηκαν νέες μεγάλες επενδύσεις άνω των 220 εκατ. ευρώ για σύγχρονες παραγωγικές εγκαταστάσεις, με τη λειτουργία δεύτερου ελασματουργείου, μονάδων παραγωγής πλεγμάτων και αποθηκευτικών χώρων.

Το 2007, δηλαδή έναν χρόνο πριν η χώρα εισέλθει στο μακρύ τούνελ της κρίσης, έγινε η τελευταία επένδυση για μονάδα παραγωγής ειδικών προϊόντων χάλυβα οπλισμού σκυροδέματος.
Στη συνέχεια όμως, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση προς το τέλος…

Διαβάστε ακόμη: 

Τα 9 SOS για τα «κουρέματα» – αποζημιώσεις ενοικίων

Λιανεμπόριο: Ουρά για e-shops και αγωνία για το αύριο

Επίδομα 534 ευρώ: Σε αναστολή το 50% των εργαζομένων τον τελευταίο χρόνο