Υπέρ “καλών και στενών” σχέσεων ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την απερχόμενη από αυτήν Βρετανία τάσσονται σε αποψινές τοποθετήσεις τους, ο ομοσπονδιακός πρόεδρος της Αυστρίας Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν, ο ομοσπονδιακός καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς και ο πρόεδρος της αυστριακής Βουλής Βόλφγκανγκ Σομπότκα.

“Πρέπει να κάνουμε τα πάντα για να υπάρχουν μόνιμα σταθερές, φιλικές και καλές σχέσεις ανάμεσα στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τόσο σε οικονομικό όσο και σε ανθρώπινο επίπεδο”, τονίζει χαρακτηριστικά στο μήνυμά του ο πρόεδρος Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν.

Από την πλευρά του, ο καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς υπογραμμίζοντας ότι “όσο στενότερα συνεργαζόμαστε στο μέλλον, τόσο καλύτερα θα είναι για όλους μας”, επισημαίνει πως είναι σημαντικό να διατηρηθεί η διμερής επαφή και να διασφαλιστεί η συνεργασία ανάμεσα στη Μεγάλη Βρετανία και την ΕΕ.

Υπέρ των καλών σχέσεων με τη Βρετανία σε “πολιτικό, οικονομικό, αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο”, τάσσεται στις δηλώσεις του ο πρόεδρος της Βουλής Βόλφγκανγκ Σομπότκα, ευχόμενος για το μέλλον μία “στενή σχέση”.

Η Αυστρία είχε αντιμετωπίσει με αρκετή ανησυχία για τις γενικότερες επιπτώσεις και τις αρνητικές συνέπειες που θα υπάρξουν για την ίδια, σε ομοσπονδιακό και σε τοπικό επίπεδο, για παράδειγμα στον τουρισμό και στην οικονομία, το θέμα της αποχώρησης της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, μετά και την καθοριστικής σημασίας ενεργοποίηση από την πρώην πρωθυπουργό της Βρετανίας Τερέζα Μέι του άρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, στις αρχές του 2017.

Η επίσημη Βιέννη χαρακτήριζε τότε ως δεδομένο πως με την έξοδο της Βρετανίας αποδυναμώνεται αισθητά η Ευρώπη, χάνοντας αυτή σε σημασία και κύρος στον κόσμο. Κατά την άποψή της, η έκβαση του βρετανικού δημοψηφίσματος, τον Ιούνιο του 2016, συνιστά λογικό επακόλουθο όταν τα δέκα προηγούμενα χρόνια τηρούνταν φονταμενταλιστικές θέσεις απέναντι σε ευρωπαϊκά ζητήματα, και άρα θα έπρεπε να εξαχθούν τα απαραίτητα και σαφή διδάγματα και να καταβληθούν οι κατάλληλες προσπάθειες για να κρατηθούν σε όσο χαμηλότερο επίπεδο, οι συνέπειες.

Προτεραιότητα για την αυστριακή ηγεσία είχαν το καθεστώς και τα δικαιώματα των περίπου 25.000 Αυστριακών που ζούσαν και εργάζονταν στη Βρετανία, ενώ σύντομα θα έπρεπε να υπάρξει σαφήνεια και νομική διασφάλιση των αυστριακών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται εκεί.

Η αξία των αυστριακών προϊόντων που είχαν εξαχθεί στη Βρετανία το 2015 ανερχόταν σε 4,2 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ οι εισαγωγές από τη Βρετανία έφτασαν τα 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ, με το εμπορικό ισοζύγιο να εμφανίζει πλεόνασμα 1,7 δισεκατομμύρια ευρώ υπέρ της Αυστρίας και να είναι για τη χώρα το τρίτο μεγαλύτερο μετά από εκείνα με τις ΗΠΑ και τη Γαλλία.

Μέσα στο 2015 ο αριθμός των Βρετανών που έκαναν διακοπές στην Αυστρία ανήλθε σε 876.000, με συνολικά 3,5 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις, αφήνοντας στην αυστριακή οικονομία 639 εκατομμύρια ευρώ, ενώ στις αρχές του 2017 υπήρχαν στη Βρετανία 111 θυγατρικές εταιρείες αυστριακών επιχειρήσεων με συνολικά 32.000 συνεργάτες.

Σε περυσινή σχετική έρευνα αναφερόταν πως μία “άτακτη” έξοδος της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση (Brexit) θα απειλούσε περίπου 6.000 θέσεις εργασίας στην Αυστρία, και από αυτές τις 2.000 άμεσα και τις 4.000 έμμεσα.

Σε παγκόσμια κλίμακα, η ίδια πανεπιστημιακή έρευνα ανέβαζε σε 612.000 τον αριθμό των ανθρώπων οι οποίοι θα μπορούσαν να χάσουν τις εργασίες τους εξαιτίας ενός Brexit χωρίς συμφωνία.

Τα αποτελέσματα της έρευνας βασίζονταν σε υπολογισμούς που είχαν γίνει στη βάση προσομοίωσης, με την υπόθεση πως οι εισαγωγές της Βρετανίας έπειτα από μία άτακτη έξοδο από την ΕΕ θα μειώνονταν κατά 25%, ένα ποσοστό το οποίο, όπως τονιζόταν, ανταποκρινόταν στις τρέχουσες επιστημονικές εκτιμήσεις.