Η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν δήλωσε την Παρασκευή ότι η ΕΕ ίσως χρειαστεί να επεκταθεί η προθεσμία των συζητήσεων για μια νέα εμπορική συμφωνία της Ευρώπης με τη Βρετανία.

Συγκεκριμένα εκείνη είπε ότι και οι δύο πλευρές πρέπει να αναλογιστούν αν υπάρχει αρκετός χρόνος για διαπραγματεύσεις. Επιπλέον, έκανε έκκληση προς τις δύο πλευρές να βρουν τα σημεία στα οποία συμφωνούν. «Πιστεύω ότι θα ήταν λογικό να κάνουμε έναν απολογισμό στα μέσα της χρονιάς και, αν είναι απαραίτητο, να συνεννοηθούμε για μια παράταση της μεταβατικής περιόδου», πρόσθεσε.

Η Βρετανία μέσω του Μπόρις Τζόνσον έχει θέσει σκληρή γραμμή σχετικά με το τέλος της προθεσμίας της συμφωνίας. Ο Τζόνσον είχε δηλώσει ότι το deadline θα είναι τον Δεκέμβριο του 2020 για μια νέα εμπορική συμφωνία με την ΕΕ, καθώς δεν θα δεχθεί νέα παράταση. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα πιέσει τους 27 για μία εμπορική συμφωνία σε λιγότερο από 11 μήνες.

Σχετικά με αυτό, η πρόεδρος της Κομισιόν φάνηκε αρκετά ανήσυχη λόγω του περιορισμού χρόνου, καθώς υπάρχουν ζητήματα που δεν έχουν συζητηθεί, όπως ανέφερε. Επιπλέον, πρόσθεσε ότι οι χώρες που επιθυμούν να έχουν πρόσβαση στην ενιαία αγορά της ΕΕ «πρέπει να αποδεχθούν τις κοινές αρχές και αξίες της» ή αλλιώς θα αντιμετωπίσουν εμπόδια.

Τέλος, για τα θέματα άμυνας και ασφάλειας η ίδια δήλωσε ότι υπάρχει στενή συνεργασία με την Βρετανία.

Η πρόεδρος της Κομισιόν πριν μια εβδομάδα είχε δηλώσει ότι «το χρονοδιάγραμμα που έχουμε στη διάθεσή μας είναι πολύ δύσκολο», κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου στη Βρετανία και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε περίπτωση που δεν έχει επιτευχθεί εμπορική συμφωνία έως το τέλος του 2020.

«Σε περίπτωση που δεν καταλήξουμε σε συμφωνία έως το τέλος του 2020, θα βρεθούμε ξανά στο χείλος του γκρεμού», πρόσθεσε επισημαίνοντας ότι αυτό θα βλάψει αναμφισβήτητα τα συμφέροντα της ΕΕ, ωστόσο θα έχει περισσότερες επιπτώσεις στη Βρετανία.

Τα ανοιχτά ζητήματα

Μία εμπορική συμφωνία ωστόσο μεταξύ των δύο πλευρών δεν είναι απλή υπόθεση. Και τούτο γιατί θα ρυθμίζει τα πάντα από τους δασμούς, τα πρότυπα ασφαλείας, τα περιβαλλοντικά στάνταρντς και τις κρατικές ενισχύσεις έως το πλαίσιο λειτουργίας για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες ή τους κανόνες για την αλιεία.

Η ΕΕ επιμένει ότι δεν θα επισφραγίσει μία εμπορική συμφωνία με έναν ισχυρό οικονομικά «γείτονα», εάν δεν υπάρχουν ουσιαστικές εγγυήσεις για δίκαιο ανταγωνισμό. Ζητεί να δοθεί έμφαση στα πρότυπα για το περιβάλλον, αλλά και στην εργασιακή νομοθεσία, όπως και στις κρατικές ενισχύσεις, προκειμένου να διασφαλίσει ότι η Βρετανία δεν θα μπορεί να προσφέρει προϊόντα στην ενιαία αγορά σε αθέμιτα χαμηλές τιμές. Και για τη Βρετανία όμως η συγκεκριμένη συμφωνία είναι πολύ πιο σημαντική από εκείνη με τις ΗΠΑ, αφού η κοινότητα απορροφά το μεγαλύτερο με διαφορά μερίδιο των εξαγωγών της.

Στις αρχές της εβδομάδας ο διαπραγματευτής της ΕΕ για το Brexit, Μισέλ Μπαρνιέ, δήλωσε ότι η συνεννόηση και η επικύρωση μιας σχέσης μετά το Brexit ως το τέλος του 2020 όπως ζητεί ο πρωθυπουργός της Βρετανίας «θα είναι μια τεράστια πρόκληση, αλλά θα κάνουμε ό,τι μπορούμε ακόμη κι αν δεν μπορέσουμε να τα φέρουμε εις πέρας όλα».

Νταβίντ Σασόλι: Σκληρή γραμμή διαχωρισμού της Βρετανίας από τις χώρες της ΕΕ

Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κινήθηκε σε παρόμοια θέση, κάνοντας σαφές ότι δεν θα πρέπει να παραχωρούνται τα ίδια δικαιώματα σε χώρες που δεν είναι εντός της ΕΕ, ενώ φάνηκε αρνητικός σε μια συμφωνία όπου η Βρετανία θα έχει πλήρη πρόσβαση στην αγορά της ΕΕ, και ταυτόχρονα θα μπορούσε να υπονομεύσει το πεδίο του ανταγωνισμού και τους περιβαλλοντικούς νόμους.

Ωστόσο, οι δύο πλευρές πρέπει πρώτα να υπογράψουν το Σύμφωνο Εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ πράγμα που θα σημάνει κατευθείαν την έξοδο της χώρας στις 13 Ιανουαρίου. Έπειτα από αυτό οι δύο πλευρές θα μπορέσουν να ανοίξουν διάλογο για την εμπορική συμφωνία.
Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου σχολίασε ότι αν δοθεί «πράσινο φως» από τη βουλή της Βρετανίας, είναι απίθανο να μην συμφωνήσει η ΕΕ.