Σε πείσμα των υψηλών επιτοκίων, της επιβράδυνσης της οικονομίας, της αποκλιμάκωσης του κόστους της ενέργειας και της πρωτόγνωρης κρίσης του κόστους ζωής, ο πληθωρισμός των τροφίμων στην Ευρώπη συνεχίζει να αυξάνεται με ισχυρούς ρυθμούς και σε ποσοστά που εκτινάσσουν το γενικό δείκτη τιμών καταναλωτή.

Όπως αποτυπώνεται στα πιο πρόσφατα προσωρινά στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat, στις αρχές Φεβρουαρίου, ο πληθωρισμός των μη επεξερτασμένων τροφίμων «χτύπησε» 7% τον Ιανουάριο του 2024 – το υψηλότερο ποσοστό του τελευταίου εξαμήνου-, ενώ ο πληθωρισμός των επεξεργασμένων τροφίμων, αλκοόλ και προϊόντων καπνού «έτρεχε» με 5,3%.

Γιατί, όμως, οι τιμές των τροφίμων στην Ευρώπη συνεχίζουν να αυξάνονται, παρά την υποχώρηση ενέργειας και πρώτων υλών και τη δραματική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των Ευρωπαίων καταναλωτών;

Η απάντηση στο ερώτημα είναι πολυπαραγοντική και αποκαλύπτει μία δυσάρεστη αλήθεια: ότι τα τρόφιμα στην Ευρώπη θα παραμείνουν ακριβά για το προβλέψιμο μέλλον.

Ένας τεράστιος πληθυσμός που πρέπει να τραφεί

Οι τιμές στην ελεύθερη αγορά είναι συνάρτηση ζήτησης- προσφοράς. Η ζήτηση για τα τρόφιμα, σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει εκτοξευτεί. Σε αυτό συντελούν το αυξημένο βιοτικό επίπεδο στην Ευρώπη, η σημαντική αύξηση του βιοτικού επιπέδου σε πολλές χώρες της Ασίας και η «έκρηξη» του παγκόσμιου πληθυσμού.

«Σήμερα πρέπει να τραφούν 8 δισεκατομμύρια άνθρωποι, που θα γίνουν 10 δισεκατομμύρια το 2050. Πώς λοιπόν θα ταΐσουμε όλους αυτούς τους ανθρώπους; Πρέπει να βρούμε μια λύση» μας είπε η Λάουρα Ντεμούρτας, από τον γαλλικό αγροτικό οργανισμό «club DEMETER».

Κατακόρυφη μείωση της παραγωγής

Ξηρασίες, πρωτοφανείς καύσωνες, καταστροφικές πλημμύρες, ακραία καιρικά φαινόμενα: η αγροτική παραγωγή, όχι μόνο στην Ευρώπη, αλλά σε πολλά μέρη του κόσμου, μειώνεται δραματικά ως συνέπεια της κλιματικής κρίσης.

Ενδεικτική είναι η περίπτωση του ελαιολάδου, η μειωμένη παραγωγή του οποίου σε Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα, έχει οδηγήσει σε εκτόξευση των τιμών.

Ανάλογη είναι η εικόνα και στα σιτηρά.

«Τα τελευταία δύο χρόνια είχαμε απώλειες στις σοδειές, που στα σιτηρά έφτασαν το 40%» είπε στο πρακτορείο AP αγρότης από την Ισπανία που μετέχει στα μπλόκα των Ισπανών αγροτών.

Έλλειψη εργατικού δυναμικού

Η ευρωπαϊκή αγροτική παραγωγή μαστίζεται από την έλλειψη εργατικών χεριών, που με τη σειρά της οδηγεί σε υψηλότερα μεροκάματα, κόστος που, τελικά, επιβαρύνει τις τιμές καταναλωτή των αγροτικών προϊόντων.

Σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο το ημερομίσθιο των εργατών γης ξεπερνά τα 100 ευρώ. Οι αγρότες στην υπόλοιπη Ευρώπη αναγκάζονται και αυτοί να αυξήσουν τα μεροκάματα που προσφέρουν για να κρατήσουν τους εργαζόμενους. Στην Ελλάδα το ημερομίσθιο του εργάτη γης βρίσκεται πλέον στα 50 ευρώ.

Γεωπολιτικές αναταράξεις

Ο πόλεμος στην Ουκρανία πυροδότησε την αύξηση του κόστους της ενέργειας και βασικών πρώτων υλών, όπως τα φυτοφάρμακα και τα λιπάσματα. Μπορεί οι τιμές σε αυτά τα προϊόντα να έχουν υποχωρήσει, ωστόσο νέοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι εμφανίζονται και επηρεάζουν αρνητικά το κόστος παραγωγής.

Το τελευταίο παράδειγμα είναι οι επιθέσεις των Χούθι στην Ερυθρά Θάλασσα, που αναγκάζουν τα πλοία να ακολουθούν πιο μακρινά και ακριβά δρομολόγια.

«Παράγοντες, όπως το κόστος ενέργειας και οι υψηλότεροι μισθοί για την εργασία επηρεάζουν κάθε βήμα της επεξεργασίας των τροφίμων, μέχρι αυτά να φτάσουν στα ράφια των καταστημάτων λιανικής» είπε στο AP ο Joseph Glauber, ανώτερος ερευνητής στο International Food Policy Research Institute. «Επίσης, οι αγρότες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ουκρανία και τη Ρωσία αντιμετωπίζουν τις συνέπειες του γεγονότος ότι οι ναυτιλιακές εταιρείες εκτρέπουν τα πλοία σε μεγαλύτερα ταξίδια γύρω από το άκρο της νότιας Αφρικής. Αυτά τα κόστη επιστρέφονται στους παραγωγούς».

Στους γενικούς αυτούς παράγοντες, προστίθενται οι ιδιαιτερότητες κάθε χώρας, που συνίστανται -σε γενικές γραμμές- στο διαθέσιμο εισόδημα, την αποτελεσματική λειτουργία του ανταγωνισμού, το μέγεθος της εγχώριας παραγωγής και την πρόσβαση σε εναλλακτικούς προμηθευτές (κυρίως από τρίτες χώρες).

Στην Ευρώπη, οι αγορές τροφίμων είναι πολλών ταχυτήτων, όπως κατέδειξαν τα αναλυτά στοιχεία που δημοσίευσε η eurostat στα τέλη του 2023 (με στοιχεία τιμών από το 2022).

Η πανάκριβη Ελβετία και η φθηνή Τουρκία

«Τα επίπεδα τιμών των τροφίμων, των ποτών και του καπνού ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ» σημειώνει η ανακοίνωση της eurostat.

Το 2022, οι τιμές για τα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ποτά στη Δανία και το Λουξεμβούργο ήταν 21 % πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ενώ στη Ρουμανία ήταν 28 % κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ.

Δείκτης επιπέδου τιμών σε τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά, 2022, πηγή: eurostat

Η έρευνα της eurostat κατέγραψε στοιχεία από συνολικά 36 χώρες: τα κράτη -μέλη της ΕΕ, τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών και τις υποψήφιες προς ένταξη χώρες.

Στην κορυφή της ακρίβειας βρίσκεται η Ελβετία και ακολουθούν Νορβηγία, Ισλανδία, Δανία, Λουξεμβούργο και Μάλτα.

Η Ελλάδα βρίσκεται στην 12η θέση, ενώ η Τουρκία στην τελευταία ως η πιο οικονομική χώρα μεταξύ των 36 της έρευνας.

Ελλάδα: Πρωταθλήτρια ακρίβειας στα γαλακτοκομικά

Στην Ελβετία καταγράφονται οι υψηλότερες τιμές σε ψωμί, δημητριακά, κρέας και
ψάρι.

Η Ισλανδία είναι η πιο ακριβή χώρα για γαλακτοκομικά προϊόντα (γάλα, τυρί και αυγά).

Εντός της ΕΕ, η Δανία είναι η πιο ακριβή χώρα για το ψωμί και τα δημητριακά και για τα ψάρια, ενώ το Λουξεμβούργο έχει τις πιο ψηλές τιμές στο κρέας.

Η Ελλάδα είναι η ακριβότερη χώρα της ΕΕ για τα γαλακτοκομικά προϊόντα (γάλα, τυρί και αυγά).

Τα φθηνά Βαλκάνια

Μεταξύ και των 36 χωρών, η Τουρκία είναι η φθηνότερη χώρα για ψωμί και δημητριακά, για κρέας και για ψάρι.

Το χαμηλότερο επίπεδο τιμών για τα γαλακτοκομικά προϊόντα (γάλα, τυρί και αυγά) παρατηρείται στην Πολωνία.
Μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, τα χαμηλότερα επίπεδα τιμών για το ψωμί και τα δημητριακά και για το κρέας παρατηρούνται στη Ρουμανία.

Τα ψάρια έχουν το χαμηλότερο επίπεδο τιμών στη Βουλγαρία, ενώ η Πολωνία είναι η φθηνότερη χώρα για τα γαλακτοκομικά προϊόντα.

Επίπεδα τιμών για τέσσερις υποκατηγορίες τροφίμων, 2022, πηγή: eurostat

Στην Ιταλία το πιο φθηνό λάδι

Μεταξύ και των 36 χωρών, οι υψηλότερες τιμές για λάδι και λίπη παρατηρούνται στην Ελβετία, ενώ η Νορβηγία έχει το υψηλότερο επίπεδο τιμών σε φρούτα, λαχανικά, πατάτες και άλλα προϊόντα διατροφής.

Η Βόρεια Μακεδονία έχει το χαμηλότερο επίπεδο τιμών για λάδι και λίπη, ενώ η Τουρκία είναι η φθηνότερη χώρα για φρούτα, λαχανικά και πατάτες και για άλλα προϊόντα διατροφής.

Μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, η Ιταλία είναι η φθηνότερη χώρα για τα έλαια και τα λίπη, η Ρουμανία για τα φρούτα, τα λαχανικά και τις πατάτες και η Πολωνία για άλλα τρόφιμα.

Σύμφωνα με την βάση δεδομένων Numbeo, που συγκεντρώνει στοιχεία για τις τιμές τροφίμων σε παγκόσμιο επίπεδο, το ελάχιστο ποσό χρημάτων που θα χρειαστεί ένας πολίτης για φαγητό (ακολουθώντας μία συντηρητική διατροφή που προσφέρει 2400 θερμίδες ημερησίως και καταναλώνοντας δυτικού τύπου τρόφιμα) για ένα μήνα είναι:

  • στην Ελβετία: 671,46 €
  • στη Γαλλία : 368,98 €
  • στη Γερμανία: 317,51 €
  • στην Ιταλία: 320,34 €
  • στην Ελλάδα: 263,12 €
  • στην Ισπανία: 249,26 €
  • στην Πορτογαλία: 235,67 €

Διαβάστε ακόμη

Αυτά είναι τα πρόστιμα – φωτιά για όσους δεν διασυνδέσουν εγκαίρως τις ταμειακές μηχανές με τα POS

Viva Wallet: Δεν εμπλεκόμαστε σε καμία νομική διαδικασία με οποιονδήποτε από τους μετόχους μας

Υπ. Ανάπτυξης: Αλλαγές στα μέτρα για την ακρίβεια – Τα προϊόντα με έκπτωση και η επέκταση ελέγχου τιμών

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο ΘΕΜΑ