Η πολιτική αβεβαιότητα έχει αρχίσει να μειώνεται στην Ευρωζώνη μετά τις ολλανδικές εκλογές και τον α’ γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών. Ωστόσο, οι ανησυχίες για την πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη συνεχίζονται και οι αναλυτές εκτιμούν πως είναι ακόμα πολύ νωρίς για σκέψεις περί αύξησης των επιτοκίων.

Όπως ανέφερε στο CNBC, o Elwin de Groot, της  Rabobank, «δεν υπάρχει αμφιβολία πως το αποτέλεσμα στη Γαλλία έδωσε αφορμή για νέα σενάρια περί τερματισμού του QE νωρίτερα από τον αρχικό προγραμματισμό ή για αύξηση επιτοκίων σε χρόνο προγενέστερο από αυτό που αποτιμούν οι αγορές». Πρόσθεσε ωστόσο πως ακόμα είναι πολύ νωρίς.

Κατά την αυριανή συνεδρίαση της ΕΚΤ, δεν αναμένεται κάποια ανακοίνωση για αλλαγή της νομισματικής πολιτικής. Στη Γαλλία ο α’ γύρος τέλειωσε άλλα απομένει ο β’ με τους Γάλλους να πρέπει να αποφασίσουν ποιον θέλουν : τον Μακρόν ή τη Λε Πεν.
«Ακόμα κι αν ο Μακρόν διασφαλίσει τη νίκη του στον β’ γύρο θα πρέπει να βρει σημαντική στήριξη στο Κοινοβούλιο», αναφέρει ο de Groot.

Από την πλευρά του, ο Carsten Brzeski, επικεφαλής οικονομολόγος της ING, αναφέρει πως η ΕΚΤ είναι μάλλον απίθανο να κάνει κάτι μεταξύ των δύο γύρων των γαλλικών εκλογών.

«Το τάιμινγκ της συνεδρίασης τη ΕΚΤ δεν θα μπορούσε να είναι πιο ατυχές. Αν και τα οικονομικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν μετά  τη συνεδρίαση του Μαρτίου δείχνουν ότι οι οικονομικές προοπτικές είναι καλές, ανοίγοντας τον δρόμο για μια ήρεμη έξοδο από το QE, η αυριανή συνεδρίαση έρχεται πολύ νωρίς για την οποιαδήποτε αλλαγή», αναφέρει..

Ετσι, ακόμα και με τη βελτίωση του πολιτικού σκηνικού και την ενίσχυση των οικονομικών στοιχείων, οι αναλυτέ δεν αναμένουν πολλά αύριο από τον Μάριο Ντράγκι, ωστόσο μπορεί να αλλάξει λίγο τη γλώσσα που χρησιμοποιεί στις δηλώσεις του προς τον Τύπο.

«Είναι πιθανό η ΕΚΤ να μη χρησιμοποιήσει τη γνωστή ρητορική για κινδύνους υποτροπής, αντιθέτως θα γίνουν αναφορές στις προοπτικές της ανάπτυξης λόγω των βελτιωμένων στοιχείων από επιχειρήσεις και καταναλωτικό κλίμα», αναφέρει ο στρατηγικός αναλυτής της   JPMorgan, Mike Bell.

Αν αυτά επαληθευτούν θα βρεθούμε για άλλη μια φορά ενώπιον των παραπόνων της Γερμανίας για τη συνεχιζόμενη πολιτική νομισματικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ, αλλά και των ανησυχιών που εκφράζουν πολλές κεντρικές τράπεζες ότι η πολιτική της ΕΚΤ  επιφέρει πλήγμα στους ισολογισμούς τους.

Σύμφωνα, πάντως, με τον Axel Weber, πρόεδρο της UBS, η ΕΚΤ θα πρέπει να  υπολογίσει τις οικονομίες των 19 χωρών της ευρωζώνης και όχι μόνο εκείνους που έχουν τις καλύτερες επιδόσεις, όπως η Γερμανία. Εκτιμά δε πως η ΕΚΤ δεν πρόκειται να αλλάξει την πολιτική της εντός του 2017.