Οι κεντρικές τράπεζες σταδιακά δείχνουν να αλλάζουν στάση στο θέμα του πληθωρισμού, προχωρώντας σε πιο «σφιχτή» νομισματική πολιτική, μειώνοντας σταδιακά το χρήμα που «τυπώνουν» και διοχετεύουν στην αγορά και προχωρώντας σε αύξηση επιτοκίων ή προϊδεάζοντας ότι τέτοιες κινήσεις θα γίνουν συντομότερα.

Την περασμένη εβδομάδα, η Τράπεζα της Αγγλίας προχώρησε σε αύξηση του βασικού επιτοκίου (από 0,1% σε 0,25%), η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (FED) ανακοίνωσε ότι θα μειώσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων (ποσοτική χαλάρωση ή τύπωμα χρήματος) και θα το ολοκληρώσει νωρίτερα (ξεκίνησε το λεγόμενο tapering), ενώ η αγορά «διάβασε» στις ανακοινώσεις της ότι θα προχωρήσει σε αυξήσεις επιτοκίων ήδη από το επόμενο έτος, νωρίτερα από τις προηγούμενες εκτιμήσεις.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε και εκείνη μικρή μείωση στο δικό της πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης αλλά δεν έδωσε ενδείξεις για κινήσεις στα επιτόκια, υιοθετώντας στην ουσία μια πιο χαλαρή στάση σε σχέση με τη FED.

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ότι η Ευρώπη κινδυνεύει λιγότερο από τον πληθωρισμό ή ότι μια από τις δύο μεγάλες κεντρικές τράπεζες κάνει λάθος;

Οι απόψεις διίστανται και είναι αρκετά δύσκολο να εντοπιστεί η αλήθεια, αν μη τι άλλο επειδή τα τελευταία χρόνια οι ενδείξεις που παρέχουν οι αγορές είναι στρεβλές λόγω του «θορύβου» που δημιουργούν στις αγορές τα τεράστια προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης.

Στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός επιταχύνεται και έφτασε στο 6,8% το Νοέμβριο, αλλά από την άλλη πλευρά οι τιμές των αμερικανικών ομολόγων δείχνουν ότι η αγορά δεν «βλέπει» ενίσχυση του πληθωρισμού στο μέλλον. Η απόδοση των 10ετών ομολόγων είναι στο 1,4%, ενώ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις πολλών αναλυτών, εάν υπήρχαν προσδοκίες για διαρκή άνοδο των τιμών οι αποδόσεις θα έπρεπε να είναι υψηλότερες.

Εάν η αγορά έχει δίκιο, τότε η FED αποφάσισε να προχωρήσει σε σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής τη στιγμή ακριβώς που ο πληθωρισμός έχει πιάσει κορυφή και ενδεχομένως επίκειται αποκλιμάκωση.

Με άλλα λόγια, εάν είναι σωστές αυτές οι εκτιμήσεις, η FED εγκατέλειψε τη θεωρία του «παροδικού πληθωρισμού» τη στιγμή ακριβώς που η θεωρία αυτή πρόκειται να επιβεβαιωθεί.

Βέβαια, υπάρχει και η αντίθετη άποψη που εδράζεται και στο γεγονός ότι πιθανόν η αγορά ομολόγων να δίνει τα λάθος μηνύματα, λόγω των μαζικών αγορών από τις κεντρικές τράπεζες.

Στην ευρωζώνη ο πληθωρισμός τον Νοέμβριο έφτασε στο 4,9%. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι θα προχωρήσει σε μείωση της ποσότητας ομολόγων που αγοράζει κάθε μήνα, καθώς και ότι το πρόγραμμα έκτακτων αγορών λόγω πανδημίας (PEPP) θα λήξει τον επόμενο Μάρτιο. Ωστόσο θα παραμείνει σε ισχύ το τακτικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, ενώ η κεντρική τράπεζα έκανε σαφές ότι θα επανέλθει σε μαζικές αγορές ομολόγων εάν χρειαστεί για να στηρίξει την οικονομία και διατήρησε αμετάβλητο το επιτόκιο με το οποίο δέχεται καταθέσεις από τις εμπορικές τράπεζες, το οποίο βρίσκεται σε αρνητικό επίπεδο (-0,5%).

Φαίνεται λοιπόν ότι η ΕΚΤ επιμένει στην άποψη που έχει εκφράσει η πρόεδρός της Κριστίν Λαγκάρντ ότι πληθωρισμός θα είναι παροδικός και δεν θέλει να κάνει κινήσεις στα επιτόκια για να μην διαταράξει την οικονομική ανάκαμψη, η οποία είναι εύθραυστη, ιδιαίτερα από τη στιγμή που επανέρχεται ο κίνδυνος των lockdown λόγω της μετάλλαξης «Όμικρον» του κορωνοϊού.

Από την άλλη πλευρά, όμως, στην Ευρώπη υπάρχει ο κίνδυνος ο πληθωρισμός να επιμείνει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, καθώς μια από τις βασικές αιτίες είναι η ενεργειακή κρίση, η οποία πυροδοτεί ανατιμήσεις όχι μόνο στο ηλεκτρικό και άλλες μορφές ενέργειας, αλλά απλώνεται σε όλη την οικονομία και πυροδοτεί πληθωρισμό κόστους.

Πολλοί αναλυτές συνδέουν την ενεργειακή κρίση με τις πολιτικές της «πράσινης μετάβασης» η οποία επιχειρείται πολύ βιαστικά από την Ε.Ε. και προκαλεί παρενέργειες. Οι τιμές των δικαιωμάτων ρύπων έχουν εκτιναχθεί στα ύψη, ενώ το ίδιο συμβαίνει και με την τιμή του φυσικού αερίου.

Στο πλαίσιο αυτό και σε συνδυασμό με την απότομη ανάκαμψη μετά το τέλος της καραντίνας, η ενεργειακή κρίση πυροδοτεί περαιτέρω την αύξηση του πληθωρισμού, αλλά εκεί τα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας πιθανόν να είναι δεμένα.

Όπως επισημαίνουν ορισμένοι αναλυτές, εάν η ΕΤΚ προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων, το πρόβλημα των υψηλών τιμών ενέργειας δεν θα αντιμετωπιστεί, αφού η αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου προέρχεται κυρίως από την πλευρά της προσφοράς. Από την άλλη πλευρά, όμως, εάν αυξηθούν τα επιτόκια θα πληγεί η ζήτηση που τροφοδοτεί την ανάκαμψη στις ευρωπαϊκές οικονομίες, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί στασιμοπληθωρισμός.

Με άλλα λόγια, με βάση την ανάλυση αυτή, η ενεργειακή κρίση εξελίσσεται σε «αχίλλειο πτέρνα» της ευρωπαϊκής οικονομίας, καθώς πυροδοτεί τον πληθωρισμό, κυρίως από την πλευρά του κόστους, τη στιγμή που η ΕΚΤ δεν έχει τα εργαλεία για να τον αντιμετωπίσει, διότι εάν αυξήσει τα επιτόκια θα «σκοτώσει» τη ζήτηση η οποία τροφοδοτεί την ανάκαμψη.

Διαβάστε ακόμη

Εφιάλτης στο δρόμο με τα κρυπτονομίσματα – Τι συμβαίνει με το bitcoin

Μπριζόλα όπως… χαβιάρι: Γιατί το κρέας θα γίνει είδος πολυτελείας