Τα μηνύματα από τις αγορές αλλά και ολοένα περισσότερους αξιωματούχους ότι o πληθωρισμός δεν θα είναι παροδικός πληθαίνουν.

Την περασμένη εβδομάδα ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Λουίς ντε Γκίντος επιβεβαίωσε και επισήμως τις ανησυχίες ότι η άνοδος των τιμών θα επιμείνει για περισσότερο χρόνο από ότι αρχικά είχε προβλεφθεί, καθώς θα αργήσουν να επιλυθούν τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα που μειώνουν την προσφορά αγαθών, ενώ και οι τιμές ενέργειας θα παραμείνουν ψηλά για αρκετό χρόνο ακόμα. Πρόσθεσε όμως ότι το 2023 και το 2024 ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει τελικά κοντά ή και κάτω από το στόχο του 2%.

Στην Ελλάδα, ο πληθωρισμός έφτασε το Δεκέμβριο  στο 5,1%, επίπεδο στο οποίο είχε κινηθεί τελευταία φορά το 1998, στις ΗΠΑ εκτινάχθηκε στο 7% για πρώτη φορά τα τελευταία 39 χρόνια, ενώ στην ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο 5,1%, το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 25 ετών.

Στη Γερμανία ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 5,7% τον περασμένο μήνα, στη Γαλλία στο 6,7% και στην Ολλανδία στο 6,4%, ενώ στις χώρες της Βαλτικής έχει ξεπεράσει το 10% (Εσθονία 12%, Λιθουανία 10,7%).

Είναι λοιπόν πολύ πιθανόν ότι μέσα στο επόμενο διάστημα τα «περιστέρια» της ΕΚΤ, που υποστηρίζουν τη χαλαρότερη δυνατή νομισματική πολιτική για να μην πληγεί η εύθραυστη ακόμα ανάκαμψη, να βρεθούν υπό πίεση από τα «γεράκια».

Στο στρατόπεδο των τελευταίων συγκαταλέγεται, όπως όλα δείχνουν και ο νέος πρόεδρος της γερμανικής κεντρικής τράπεζας, της Μπούντεσμπανκ, Γιοαχίμ Νάγκελ. ο οποίος μόλις διαδέχθηκε τον Γενς Βάιντμαν ο οποίος  παραιτήθηκε πριν τη λήξη της θητείας του ακριβώς επειδή δεν μπορούσε να… ανεχθεί άλλο τη χαλαρή νομισματική πολιτική της ΕΚΤ.

Η  πρώτη αναφορά του κ. Νάγκελ, κατά την τελετή ανάληψης των καθηκόντων του, ήταν ακριβώς για τον πληθωρισμό, καθώς αμφισβήτησε το αφήγημα των “περιστεριών” ότι ο πληθωρισμός οφείλεται κυρίως στις τιμές της ενέργειας οι οποίες κάποια στιγμή θα αποκλιμακωθούν.  «Είναι αλήθεια ότι τα υψηλά ποσοστά του πληθωρισμού μπορεί να αποδοθούν σε ειδικούς παράγοντες που θα εκλείψουν αυτόματα. Αλλά όχι πλήρως. Βλέπω τον κίνδυνο ότι ο πληθωρισμός θα μπορούσε να παραμείνει υψηλός περισσότερο από το αναμενόμενο» είπε ο κ. Νάγκελ, δίνοντας το στίγμα των επικείμενων συγκρούσεων στο συμβούλιο της ΕΚΤ όπου αποφασίζεται κεκλεισμένων των θυρών η νομισματική πολιτική.

Στην ομιλία του ο νέος Γερμανός κεντρικός τραπεζίτης τόνισε επίσης ότι ο πληθωρισμός πλήττει κυρίως τους φτωχότερους και υποσχέθηκε ότι θα συνεχίσει την πολιτική του προκατόχου του.

Στην ίδια τελετή η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ είπε ότι οι πολίτες της Ευρωζώνης, που ανησυχούν για τις αυξήσεις των τιμών, μπορούν να εμπιστεύονται την ΕΚΤ ότι θα σταθεροποιήσει τις τιμές, διατύπωση που ερμηνευτηκε ως δείγμα ότι η χαλαρή πολιτική που έχει ακολουθήσει μέχρι σήμερα η ΕΚΤ είναι υπό διαπραγμάτευση.

Η αύξηση των τιμών, όταν βρίσκεται σε λελογισμένα και υπό έλεγχο επίπεδο, γύρω στο 2% θεωρείται καλή για την οικονομία, κάτι σαν το «λάδι» που επιτρέπει στη οικονομική «μηχανή» να κινείται. Όταν οι τιμές αυξάνονται, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις έχουν κάθε λόγο να προχωρήσουν σε αγορές και επενδύσεις σήμερα, επειδή αύριο όλα θα είναι λίγο ακριβότερα.

Ο πληθωρισμός, όμως, μπορεί να γίνει ο χειρότερος εχθρός των εργαζομένων, γιατί όταν οι τιμές αυξάνονται χωρίς να ανεβαίνουν και οι αμοιβές αυτό σημαίνει ότι ο πραγματικός μισθός μειώνεται.

Σε αντίθεση με τη δεκαετία του 1970 και του 1980, δεν υπάρχουν σήμερα μηχανισμοί αναπροσαρμογής των μισθών ανάλογα με τον πληθωρισμό (όπως ήταν για παράδειγμα η Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή τη δεκαετία του 1980).

Επιπλέον, τα συνδικάτα και οι μηχανισμοί συλλογικής διαπραγμάτευσης έχουν αποδυναμωθεί, ενώ η παγκοσμιοποίηση της αγοράς και το λεγόμενο κοινωνικό «ντάμπινγκ» από χώρες με χαμηλές αμοιβές, είναι επίσης παράγοντες που πιέζουν τους μισθούς προς τα κάτω.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ Φιλίπ Λέιν υποστήριξε ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί φέτος και θα κινείται κάτω από τον στόχο 2% της τράπεζες τόσο το 2023 όσο και το 2024.

Ο Λέιν απέρριψε όσους προειδοποιούν για κίνδυνο αύξησης του πληθωρισμού, υποστηρίζοντας ότι οι μισθολογικές αυξήσεις, που αποτελούν προϋπόθεση για να έχει διάρκεια ο πληθωρισμός, παραμένουν αναιμικές, κάτι που δείχνει ότι οι εταιρείες δεν αλλάζουν τη συμπεριφορά τους όσον αφορά τον καθορισμό των τιμών και των μισθών.

Με άλλα λόγια η κεντρική τράπεζα προβλέπει ότι είναι δύσκολο να αυξηθούν οι μισθοί, οπότε μειώνεται ο κίνδυνος να φουντώσει ο πληθωρισμός και από την πλευρά της ζήτησης.

Τους τελευταίους μήνες, η αύξηση των τιμών προέρχεται κυρίως από την πλευρά της προσφοράς αγαθών, καθώς η πανδημία μπλόκαρε την εφοδιαστική αλυσίδα (παραγωγή, μεταφορές, πωλήσεις) με αποτέλεσμα να υπάρχει μειωμένη προσφορά τη στιγμή που η ζήτηση αυξήθηκε απότομα μόλις τελείωσε η καραντίνα -συνδυασμός που αυτόματα ανεβάζει τις τιμές.

Οι κεντρικοί τραπεζίτες, που έχουν ως έργο να διατηρούν τον πληθωρισμό γύρω στο 2% «ελπίζουν» τώρα ότι τα προβλήματα εφοδιασμού θα επιλυθούν χωρίς να αυξηθούν στο μεταξύ και οι μισθοί, διότι εάν οι τελευταίοι ανέβουν, τότε θα αυξηθεί και η ζήτηση αγαθών. Εάν συμβεί αυτό, τότε θα υπάρχει πάλι ανισορροπία, αυτή τη φορά από την πλευρά της ζήτησης, κάτι που θα συμβάλει στην άνοδο των τιμών και στη δημιουργία ενός φαύλου πληθωριστικού κύκλου που θα οδηγεί συνεχώς τις τιμές ψηλότερα.

Διαβάστε ακόμη:

Λαίλαπα οι ηλεκτρονικές απάτες: «Χάνονται» πάνω από 33.500 ευρώ την ημέρα

Τζόκοβιτς – Η ώρα των χορηγών: Η Lacoste θέλει να του… μιλήσει (vid)

Νέα έρευνα: Γιατί παθαίνουν διαστημική αναιμία οι αστροναύτες