Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε., αλλά και συνεχιζόμενη υγειονομική κρίση, έχει φέρει αναταράξεις (και) στην κανονική επεξεργασία του νερού.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η βρετανική κυβέρνηση να πάρει – μία όχι και τόσο φιλοπεριβαλλοντολογική- απόφαση καθώς με ψήφισμα επιτρέπει, πλέον, τη ρίψη επικίνδυνων λυμάτων σε ποτάμια και θάλασσες.

Αυτή η απόφαση ήταν απόρροια των ελλείψεων σε χημικές ουσίες που παρουσίασαν ορισμένες επιχειρήσεις στην επεξεργασία νερού, εξαιτίας της διακοπής εφοδιασμού των λιμανιών, που οφείλονται στην αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε.

Με αφορμή τα παραπάνω, ο Οργανισμός Περιβάλλοντος ανακοίνωσε ότι οι εταιρείες που δυσκολεύονται να προμηθευτούν χημικές ουσίες επεξεργασίας νερού, έχουν τη δυνατότητα να «απορρίπτουν τα λύματα χωρίς να πληρούν τους όρους» των αδειών τους.

Ο τερματισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας και η δημιουργία νέας γραφειοκρατίας σχετικά με την επιχειρηματική δραστηριότητα με τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Βρετανίας έχει επιδεινώσει επίσης την έλλειψη οδηγών φορτηγών, με τον υλικοτεχνικό εφιάλτη να επιδεινώνεται από τον κορωνοϊό.

Προγενέστερα, εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης, απαραίτητη για την απαγόρευση ρίψης επεξεργασμένων λυμάτων σε επιφανειακά ή υπόγεια ύδατα ήταν η άδεια σύμφωνα και με τους Κανονισμούς Περιβαλλοντικής Άδειας του 2016, η οποία ίσχυε σε Αγγλία και Ουαλία.

Οι εταιρείες θα πρέπει να «συνεχίσουν τη χρήση χημικών για την επεξεργασία των λυμάτων το συντομότερο δυνατό», ενώ η ρυθμιστική χαλάρωση θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι το τέλος του έτους, με δυνατότητα παράτασης, σύμφωνα με τον οργανισμό.

Από τις τρεις κατηγορίες λυμάτων, τα χαμηλού και μέσου κινδύνου θα επιτρέπεται να απορρίπτονται σε ποτάμια και θάλασσες χωρίς χημική επεξεργασία, αλλά όχι εκείνα του υψηλότερου κινδύνου.

Ανάλογα με τον τύπο των αποβλήτων που απορρίπτονται, τα λύματα θα μπορούν να υποβάλλονται σε βιολογική επεξεργασία πριν από την απόρριψη, αλλά θα μπορούν να παραλείψουν τα κρίσιμα τελικά βήματα.

Διαβάστε ακόμη:

Αισιοδοξία για έσοδα άνω των 9 δισ. από τον τουρισμό

Τρόφιμα: Πού κυμάνθηκαν οι τιμές από τις αρχές του 2021 (πίνακες)

Morgan Stanley: Γιατί προτιμά τη Eurobank – Οι τιμές-στόχοι για τις ελληνικές τράπεζες