Έξι πρώην κεντρικοί τραπεζίτες από τη Γερμανία, την Ολλανδία, την Αυστρία και τη Γαλλία, με ανοιχτή επιστολή τους χαρακτήρισαν αποτυχημένη την πολιτική του Μάριο Ντράγκι και υποστήριξαν ότι η πολιτική της “κοπής νέου χρήματος” – την οποία εισήγαγε και αφήνει ως παρακαταθήκη – φυτεύει τους σπόρους για την επόμενη μεγάλη κρίση. Μεταξύ των συντακτών της επιστολής δυο προβεβλημένοι επικεφαλής οικονομολόγοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: ο Γιέργκεν Σταρκ, που είχε παραιτηθεί πριν από χρόνια διαμαρτυρόμενος για την πολιτική της «κοπής νέου χρήματος» και ο Οτμαρ Ίσιγκ.

Αυτή η – σπάνια για κεντρικούς τραπεζίτες – ανοιχτή επίθεση δε στοχεύει μόνο τον απερχόμενο Μάριο Ντράγκι αλλά και τη διάδοχό του Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία θεωρείται απολύτως εναρμονισμένη με το πνεύμα του Ιταλού. Ο Ντράγκι έχει προετοιμάσει το έδαφος κλειδώνοντας πριν αποχωρήσει μια «χαλαρή» νομισματική πολιτική για πολλά χρόνια. Ωστόσο είναι φανερό πως η αντίδραση που θα συναντήσει η Λαγκάρντ αναλαμβάνοντας τον επόμενο μήνα θα είναι ισχυρή και θα δοκιμάσει τις αντοχές της στο νέο της ρόλο.

Η ανταρσία των κεντρικών τραπεζιτών της παλιάς σχολής σηματοδοτεί μια υπαρξιακή κόντρα στην καρδιά της Ευρώπης, η οποία θα εντείνεται. Στην επιστολή τους αναφέρουν ότι όσο περισσότερο παραμένουν τα αρνητικά επιτόκια και κόβεται νέο χρήμα τόσο μικρότερο έλεγχο θα έχει η Κεντρική Τράπεζα στην κυκλοφορία του χρήματος κάτι που θα βλάψει την ανεξαρτησία της. Στην πραγματικότητα, η «Γερμανική σχολή»φοβάται ότι στο τέλος οι πλούσιες χώρες θα κληθούν να πληρώσουν για τις πιο φτωχές.

Στην πρόσφατη ομιλία του στην Αθήνα, ο Μάριο Ντράγκι επιχειρηματολόγησε ότι η χαλαρή νομισματική πολιτική είναι απαραίτητη προκειμένου να επιτευχθούν τα απαραίτητα βήματα σύγκλισης τα οποία θα κάνουν την Ενωμένη Ευρώπη πιο ανθεκτική στα μελλοντικά σοκ. Έκανε επίσης σφοδρή κριτική σε όσες χώρες κοιτούν μόνο το στενό εθνικό τους συμφέρον, λέγοντας ότι στο ενδεχόμενο μιας μελλοντικής κρίσης δε θα είναι σε θέση να την αντιμετωπίσουν μόνες τους – για αυτό θα πρέπει να ενισχυθούν κοινοί μηχανισμοί εγγυήσεων, κάτι που αποτελεί κόκκινο πανί για τη “Γερμανική” σχολή.