Ο κλάδος της κρουαζιέρας μέχρι τα τέλη του 2019, λίγο πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας, γνώριζε ραγδαία ανάπτυξη, έχοντας ξεπεράσει τα 30 εκατομμύρια επιβάτες ετησίως. Σήμερα, όμως, θεωρείται παγκοσμίως ο κλάδος οικονομικής δραστηριότητας που έχει πληγεί περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον από την υγειονομική κρίση, με τις προοπτικές επανόδου στα στοιχεία επιβατικής κίνησης του 2019 να μετατίθενται πλέον για το 2023.

Κατά πολλούς οικονομικούς αναλυτές, «αυτό συμβαίνει μάλλον άδικα, αφού οι εταιρείες κρουαζιέρας ήταν πρωτοπόρες στη διαμόρφωση και κυρίως στην ευλαβική εφαρμογή ιδιαίτερα αυστηρών κοινών πρωτοκόλλων υγιεινής και ασφάλειας κατά την επανεκκίνηση του κλάδου το καλοκαίρι του 2020, τα οποία κατά γενική ομολογία ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικά».

Πρωτόκολλα που ήταν πολύ αυστηρότερα από εκείνα που εφαρμόστηκαν σε άλλους κλάδους του τουρισμού, της αεροπορικής βιομηχανίας, των ξενοδοχείων, της διασκέδασης, της εστίασης και άλλων μαζικών δραστηριοτήτων.

Αν και με πολλές θετικές συνέπειες σε έναν προορισμό, η κρουαζιέρα είχε κατηγορηθεί ήδη πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας συλλογικά ως κλάδος για σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ενίσχυση και διάδοση του φαινομένου του υπερτουρισμού ή μη αποδοτικής διαχείρισης προορισμού, που παρατηρήθηκε έντονα ήδη από το 2018 και κορυφώθηκε το 2019 σε πολλούς ιδιαίτερα δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς στη Μεσόγειο, στη Βόρεια Ευρώπη και την Καραϊβική.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα τουριστικού προορισμού παγκόσμιας εμβέλειας που υπέφερε από τις πολλές προσεγγίσεις κρουαζιερόπλοιων είναι η Βενετία, με τα προβλήματα να μην περιορίζονται μόνο στον αριθμό των απο-/επιβιβαζόμενων επιβατών στην πόλη, επιπλέον των επισκεπτών που φτάνουν εκεί με κάθε μεταφορικό μέσο για να απολαύσουν τα αξιοθέατα, αλλά να επεκτείνονται και στα σημαντικά προβλήματα διάβρωσης που προκαλεί ο κυματισμός από τα πλοία στον βυθό και τις όχθες του καναλιού Giudecca και της φημισμένης λιμνοθάλασσας.

Αυτά είχαν ως αποτέλεσμα λίγο πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας οι Αρχές της Βενετίας να απαγορεύσουν στα κρουαζιερόπλοια τον διάπλου του ιστορικού καναλιού και να ορίσουν νέο λιμάνι προσέγγισης εκτός της λιμνοθάλασσας, με τις εταιρείες κρουαζιέρας να αντιδρούν έντονα, αλλά τελικά να υπακούουν σε αυτή την τολμηρή απόφαση των τοπικών Αρχών.

Ανάλογα προβλήματα είχαν παρατηρηθεί στη Σαντορίνη, τις ημέρες που πλήθος κρουαζιερόπλοιων αγκυροβολούσαν στον κόλπο των Φηρών, με το πρόβλημα να είναι οξύτερο μέχρι τα τέλη του 2019, με τουρίστες, επιβάτες κρουαζιερόπλοιων και μόνιμους κατοίκους να ταλαιπωρούνται στους στενούς δρόμους του νησιού και τις υπάρχουσες χερσαίες υποδομές (οδικό δίκτυο, σύστημα ύδρευσης και αποχέτευσης, εστιατόρια, χερσαία μεταφορικά μέσα, αεροδρόμιο) να μην επαρκούν για να εξυπηρετήσουν το ανθρώπινο πλήθος στο εξάμηνο Μαΐου – Οκτωβρίου.

«Αρχισε να κυριαρχεί στην κοινή γνώμη έντονα η εντύπωση ότι οι εταιρείες κρουαζιέρας δεν υιοθετούσαν εγκαίρως τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα, προκειμένου να μειώσουν το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα, τόσο στη θάλασσα αλλά και στην ξηρά, όταν τα πλοία προσέγγιζαν τους δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς, αδιαφορώντας για τα δημιουργούμενα προβλήματα», επεσήμανε στο «business stories» ο κ. Πυθαγόρας Νάγος, στρατηγικός σύμβουλος σε θέματα κρουαζιέρας ακτοπλοΐας διαχείρισης λιμανιών, στρατηγικές αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης, Blue Economy και ESG:

«Εντούτοις, αυτό δεν είναι απόλυτα αληθές, επειδή ήδη πολλές εταιρείες κρουαζιέρας είχαν αναλάβει με δική τους απόφαση πολλές και σημαντικές πρωτοβουλίες όπως:

Κατάργηση πλαστικών συσκευασιών μιας χρήσης, μείωση food waste εφαρμόζοντας προηγμένες τεχνολογίες στην ανακύκλωση, στην παραγωγή νερού για διάφορες χρήσεις/όχι πόσιμο, χρήση λαμπτήρων μειωμένης ηλεκτρικής κατανάλωσης, εγκατάσταση πλοίων προηγμένων συστημάτων κλιματισμού με στόχο τη μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, μέσω της εφαρμογής τεχνολογικά προηγμένης διαχείρισης στερεών και υγρών αποβλήτων κ.λπ.

Ναυπήγηση πλοίων νέας τεχνολογίας (πολλά από αυτά χρησιμοποιούν ήδη ως καύσιμο LNG), εγκατάσταση scrubbers σε παλαιοτέρα πλοία ή χρήση καυσίμων με πολύ χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο, ενώ άλλες σε συνεργασία με κατασκευαστές μηχανών εσωτερικής καύσης πειραματίζονται ήδη στη χρήση συνθετικών καυσίμων, βιοκαυσίμων η υδρογόνου.

Πολλά κρουαζιερόπλοια σήμερα είναι απόλυτα συμβατά με την τεχνολογία του cold ironing, δηλαδή τη σύνδεσή τους με το δίκτυο ηλεκτρισμού πόλης στα λιμάνια προσέγγισης, όπου αυτό υφίσταται, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα το σβήσιμο των μηχανών στη διάρκεια της παραμονής του πλοίου και τη δραστική μείωση των αέριων ρύπων. Φυσικά, η ηλεκτρική ενέργεια που θα χρησιμοποιείται πρέπει και αυτή να είναι πράσινη, δηλαδή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, για να μιλάει κάποιος για ηλεκτροδότηση χωρίς ρύπους. Επιπλέον, οι εταιρείες ακολουθούν τεχνικές βελτιστοποίησης στον σχεδιασμό δρομολογίων με στόχο την κατά το δυνατόν μείωση της κατανάλωσης καυσίμων και συνεπώς τις εκπομπές αέριων ρύπων.

Πολλές από αυτές τις ενέργειες είχαν ήδη εφαρμοστεί πριν από το 2020, οι εταιρείες κρουαζιέρας, όμως, δυστυχώς δεν τις είχαν επικοινωνήσει στο κοινό με στοχευμένες ενέργειες, με αποτέλεσμα η κοινή γνώμη να μην είναι ενήμερη για τις πολλές και σημαντικές πρωτοβουλίες που είχαν αναλάβει οι εταιρείες».

Αριστερά ο κ. Πυθαγόρας Νάγος και δεξιά ο Δρ. Ιωάννης Παππάς

Το παράδειγμα του Ντουμπρόβνικ

Στη συζήτηση συμμετείχε ο δρ Ιωάννης Παππάς, διευθυντής Μεσογείου του Παγκόσμιου Συμβουλίου Αειφόρου Τουρισμού (GSTC), ο οποίος, συνεχίζοντας τη σκέψη του Πυθαγόρα Νάγου, επεσήμανε: «Τον ενδεδειγμένο δρόμο της στενής συνεργασίας μεταξύ φορέων της παγκόσμιας κρουαζιέρας και τουριστικών προορισμών τον έδειξε το 2019 η αξιολόγηση της ιδιαίτερα δημοφιλούς πόλης του Ντουμπρόβνικ, στις Δαλματικές Ακτές, ως προορισμού με την πρωτοποριακή συνεργασία του συλλογικού οργάνου της κρουαζιέρας σε παγκόσμιο επίπεδο, της CLIA International με το GSTC».

Ο ίδιος συνέχισε λέγοντας ότι «το Ντουμπρόβνικ υπέφερε από τις συνέπειες του υπερτουρισμού λόγω της όχι και τόσο ορθολογικής διαχείρισης του προϊόντος, με την κρουαζιέρα να είναι μία από τις κύριες γενεσιουργές αιτίες του προβλήματος. Ο Δήμος του Ντουμπρόβινικ, πρωτοπορώντας, συνέταξε μαζί με όλους τους τοπικούς φορείς και την CLIA ένα σύμφωνο συνεργασίας. Το GSTC προχώρησε στην αξιολόγηση του προορισμού με βάση τα κριτήρια Αειφόρων Προορισμών που έχει αναπτύξει, ακολουθώντας μια απόλυτα διαφανή και αντικειμενική διαδικασία αξιολόγησης των θεμάτων. Η διαδικασία έγινε με λογική bottom-up (δηλαδή από τη βάση ως την κορυφή): οι τοπικοί φορείς αξιολογούσαν θετικά ή αρνητικά, ως προς το μέλλον του προορισμού, την ποιότητα ζωής και τις συνθήκες διαβίωσης των μόνιμων κατοίκων και των επισκεπτών.

Στο συγκεκριμένο project καλύφθηκαν πλήρως οι 4 κύριες κατηγορίες της αειφορίας προορισμών σύμφωνα με το GSTC:

1. Διαχείριση Αειφόρων Προορισμών και Διακυβέρνηση
2. Οικονομική Ανάπτυξη και Τοπική Κοινωνία
3. Προστασία του Πολιτισμού, της Κοινωνίας και του Τρόπου Ζωής
4. Προστασία του Περιβάλλοντος και της Βιοποικιλότητας.

Παράλληλα εργαλειοποιήθηκαν οι βέλτιστες διεθνείς πρακτικές για τον βασικό σχεδιασμό δράσεων και διαχείρισης του Ντουμπρόβνικ ως Αειφόρου Προορισμού, με έμφαση στις δημόσιες, ιδιωτικές και κοινοτικές εταιρικές σχέσεις. Το έργο ολοκληρώθηκε με την προώθηση θεμάτων αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης στην τοπική κοινωνία, που τελικά θα λειτουργούν προς όφελος της καθημερινής ζωής των μόνιμων κατοίκων, αλλά και των μελλοντικών επισκεπτών της. Με αυτόν τον τρόπο, η κρουαζιέρα πρόσφερε πολλά σε έναν προορισμό για να μπορέσει να δημιουργήσει ένα νέο μέλλον, αειφόρο και δημιουργικό».

Ηράκλειο και Κέρκυρα

Η κουβέντα στράφηκε στα ελληνικά λιμάνια. Ο δρ Παππάς πήρε τον λόγο: «Η θετική απήχηση του έργου του Ντουμπρόβνικ σε όλη την τουριστική βιομηχανία, το οποίο από τη στιγμή επανεκκίνησης της κρουαζιέρας εφάρμοσε ειδικά για τη διαχείριση των κρουαζιερόπλοιων πολλά από τα ευρήματα της μελέτης αξιολόγησης του GSTC, οδήγησε τη Διεθνή Ενωση Εταιρειών Κρουαζιέρας (CLIA) και τους ελληνικούς δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς που τυγχάνουν να είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς και για την κρουαζιέρα, του Ηρακλείου και της Κέρκυρας, να αποφασίσουν στα τέλη Νοεμβρίου 2020 μια ανάλογη προσέγγιση, πρωτοπορώντας στην Ευρώπη, αναθέτοντας στον GSTC την αξιολόγησή τους με βάση τα κριτήριά του, με άμεση συνεργασία σε αυτό το έργο των δύο Οργανισμών Λιμένα και των δύο δήμων. Η έκθεση της αξιολόγησης έχει ήδη συνταχθεί και έχει παραδοθεί στους εκπροσώπους των δύο ελληνικών προορισμών, προσφέροντάς τους πραγματικά σημαντικά στοιχεία και συμπεράσματα για τη χάραξη νέων οριζόντων για ένα μελλοντικό αειφόρο προϊόν».

«Μια αντίστοιχη μελέτη αξιολόγησης της πόλης της Αθήνας ως αειφόρου τουριστικού προορισμού έχει ήδη ολοκληρωθεί από το GSTC, με στόχο να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής στην ελληνική πρωτεύουσα για μόνιμους κατοίκους και επισκέπτες και να επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι αειφόρου ανάπτυξης στη διαδρομή για τις αυστηρές περιαυτολογικές νόρμες που θα ισχύσουν το 2050», τόνισε ο δρ Παππάς.

Ο κ. Νάγος εστίασε στην αλλαγή συμπεριφοράς των επιβατών κρουαζιέρας: «Η πανδημία κατά γενική ομολογία επιτάχυνε την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας σε ζητήματα αειφορίας, με τον τρόπο διακοπών να έχει τραβήξει ένα μεγάλο μερίδιο της προσοχής μας.

Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, οι τελευταίες τάσεις στον τουρισμό από την πλευρά της ζήτησης δείχνουν ότι οι ταξιδιώτες απομακρύνονται από τη μαζική και τυποποιημένη εμπειρία, σε μια αυθεντική εμπειρία που συνδέεται με τον τοπικό προορισμό και πολιτισμό, ενώ ταυτόχρονα σέβεται και δεν βλάπτει το περιβάλλον, υποστηρίζοντας παράλληλα την τοπική κοινωνία.

Ερευνα του booking.com για το 2022 υπογραμμίζει την αυξανόμενη επιθυμία των ταξιδιωτών για πιο ουσιαστικές και συνειδητές επιλογές καθ’ όλη τη διάρκεια της ταξιδιωτικής τους εμπειρίας, με το 71% των ταξιδιωτών παγκοσμίως να λέει ότι θέλει να ταξιδεύει αειφόρα και υπεύθυνα τους επόμενους 12 μήνες, ενώ ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω. Σύμφωνα με το booking.com, είμαστε σε μια κομβική στιγμή για τον τουρισμό, καθώς η επίγνωση των επισκεπτών για τον αντίκτυπο των ταξιδιών τους βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο όλων των εποχών και ολοένα αυξάνεται».

Ο ίδιος επεσήμανε ότι «οι επιβάτες της κρουαζιέρας, ως μέλη αυτού του νέου οικοσυστήματος, είναι ευαισθητοποιημένοι σε ζητήματα αειφόρου τουριστικής ανάπτυξης και ζητούν ακριβώς το ίδιο από τις εταιρείες και τους τοπικούς παρόχους υπηρεσιών. Ο επιβάτης κρουαζιέρας ενδιαφέρεται να γνωρίσει νέους προορισμούς, με τη φιλοσοφία των οποίων μπορεί να ταυτιστεί, επειδή ο λόγος του ταξιδιού του είναι η αναζήτηση νέων ταξιδιωτικών εμπειριών στους επιλεγμένους προορισμούς».

Διαβάστε ακόμη:

Στο στόχαστρο εικονικές δωρεές και γονικές παροχές

Lambi Resort: Το βγάζει στο σφυρί η Ιερά Μονή των Φραγκισκανών Αδελφών Ρόδου (pics)

Εντός της εβδομάδας οι ανακοινώσεις για τα καύσιμα – Αυξάνονται δικαιούχοι και ποσά επιδότησης