Του Μηνά Τσαμόπουλου

Στα «χαρακώματα» βρίσκονται αντιμέτωποι οι Έλληνες εφοπλιστές με το ελληνικό ναυτεργατικό δυναμικό και αιτία είναι το μισθολογικό κόστος. Η πλευρά της πλοιοκτησίας ζητάει την υπογραφή ατομικών συμβάσεων εργασίας με τους ναυτικούς μετά από ελεύθερες διαπραγματεύσεις ώστε οι μισθοί να γίνουν πιο ανταγωνιστικοί με εκείνους των ξένων πληρωμάτων ενώ η Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία (ΠΝΟ) αντιτίθεται. Είναι μία ιστορία που τα τελευταία χρόνια και πιο συγκεκριμένα από το 2012 περνάει φάσεις έντασης και ύφεσης.

Με την ανατολή του 2019 η αντιπαράθεση ξαναφούντωσε. Το «πρώτο άναμμα» για εφέτος έγινε στην εκδήλωση για την κοπή της πίτας του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, την περασμένη Πέμπτη, με τον πρόεδρο της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, Θεόδωρο Βενιάμη από τη μία πλευρά και τον γενικό γραμματέα της ΠΝΟ, Γιάννη Χαλά, ενώ συνεχίστηκε χθες, στην εκδήλωση για το νέο έτος της Πανελλήνιας Ένωσης Πλοιάρχων Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΠΕΝ) όπου για τα ίδιο θέμα μίλησε ο καπετάν Παναγιώτης Τσάκος παρουσία του Γιάννη Χαλά.

Ναυτιλία-Θ._Βενιάμησ.jpg

Θ. Βενιάμης

_Γιάννης_2016.jpg

Γ. Χαλάς

Ξετυλίγοντας το χρονικό κουβάρι αντίστροφα ήτοι από τα πρόσφατα γεγονότα, θα αναφερθούμε στην τοποθέτηση του καπετάν Παναγιώτη Τσάκου στην εκδήλωση της ΠΕΠΕΝ:

«Πρέπει να διατηρήσουμε τη ναυτική παράδοση της χώρας μας. Και δεν αναφέρομαι μόνο στους πέντε – έξι έλληνες αξιωματικούς που έχουν τα πλοία, αλλά και στα πληρώματα. Η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα, πρέπει να απευθυνθεί στους νέων μέχρι 30 ετών που είναι άνεργοι, και οι οποίοι σε αρκετές περιπτώσεις μένουν ακόμα με τους γονείς τους» και προσέθεσε:

«Αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να γίνουν υπαξιωματικοί του Εμπορικού Ναυτικού και να εξελιχθούν σε ηλεκτρολόγους ή λοστρόμους».

Tσάκος_Παναγιώτης.jpg

Καπετάν Π. Τσάκος

Μιλώντας για τα μισθολογικά και απαντώντας σε όσους κάνουν λόγο για προσπάθεια να πληρώνονται οι Έλληνες ναυτικοί με μισθούς Φιλιππινέζων ο καπετάνιος δήλωσε ότι «τα πληρώματα από τις Φιλιππίνες αμείβονται με 1.400 ευρώ το μήνα. Ποσό που σήμερα στην Ελλάδα θεωρείται υψηλό με βάση τον βασικό μισθό στη στεριά που δεν ξεπερνά τα 650 ευρώ το μήνα».

Κλείνοντας απευθύνθηκε στον Γιάννη Χαλά γγ της ΠΝΟ ο οποίος ήταν πλοίαρχος και του υπενθύμισε «τις δύσκολες συνθήκες κάτω από τις οποίες αρχίσαμε την καριέρα μας στα πλοία . Συνθήκες τις οποίες οι σημερινές γενιές δεν θα αντιμετωπίσουν».

Ο καπετάν Παναγιώτης Τσάκος, έχει σημάνει συναγερμό εδώ και πολύ καιρό για τον κίνδυνο της «εξαφάνισης» των Ελλήνων ναυτικών και της τεχνογνωσίας τους, που θα συμπαρασύρει την ελληνική ναυτιλία στα βάθη της παγκόσμιας ναυτιλιακής βιομηχανίας

«Πολύ φοβάμαι ότι τα χρόνια που περνάνε θα περισσέψουν ελάχιστοι μόνο Έλληνες ναυτικοί και αυτοί για τις ανάγκες της ακτοπλοΐας» τόνισε πρόσφατα σε εκδήλωση:

«Όταν εγώ πήγα στη θάλασσα, τη δεκαετία του ΄50 είχαμε λιγότερα από 1.000 πλοία και 140.000 Έλληνες ναυτικούς. Σήμερα με 4.500 πλοία έχουμε λιγότερους από 15.000 και οι μισοί είναι στην ακτοπλοΐα. 1.000 έλληνες ναυτικοί παίρνουν σύνταξη κάθε χρόνο. 1.200 δόκιμοι μπαίνουν στις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού. Αποφοιτούν οι μισοί και από τους μισούς τα 2/3 σταδιοδρομούν. Και όμως υπάρχουν ανάμεσά μας άνθρωποι που εκπροσωπούν τους φορείς και οι οποίοι λένε ότι υπάρχουν …άνεργοι ναυτικοί.»

Την περασμένη Πέμπτη στην εκδήλωση του Ναυτικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, ο Γιάννης Χαλάς στον χαιρετισμό του τόνισε ότι οι προσκλήσεις της πλοιοκτησίας για σύναψη νέας ΣΣΕ με μισθούς χαμηλότερους από τους προβλεπόμενους στην προηγούμενη ΣΣΕ του 2010 δεν είναι στη σωστή βάση αφού τυχόν μειώσεις δεν επιτρέπονται από τις διατάξεις της Διεθνούς σύμβασης Ναυτικής Εργασίας (MLC 2006).

Ο Θεόδωρος Βενιάμης, σε κατ’ ιδίαν συζητήσεις, χαρακτήρισε άστοχη την τοποθέτηση του Γιάννη Χαλάμ αφού όπως επεσήμανε η MLC δεν αναφέρεται σε οικονομικούς όρους εργασίας των ναυτικών αλλά στις συνθήκες απασχόλησης, τα δικαιώματα και την κοινωνική προστασία αυτών. Επίσης, υπογράμμισε ότι διεθνές νομικό πλαίσιο αναγνωρίζει την υπογραφή ατομικών συμβάσεων εργασίας.

Μάλιστα ο πρόεδρος της ΕΕΕ έστειλε επιστολή στον υπουργό Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Φώτη Κουβέλη στην οποία ξεδιπλώνει την επιχειρηματολογία του ελληνικού εφοπλισμού για τις ατομικές συμβάσεις.

Όταν πήρε τον λόγο ο Θεόδωρος Βενιάμης στην εκδήλωση του ΝΕΕ επεσήμανε ότι είναι θεμελιώδους σημασίας το ελληνόκτητο πλοίο να είναι ανταγωνιστικό για να μείνει πρωτοπόρο στον διεθνή ανταγωνισμό και ζήτησε από τους έλληνες αξιωματικούς και τα πληρώματα να είναι οικονομικά ανταγωνιστικά.

Η στάση της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας προκαλεί κατά καιρούς, τις εκρήξεις του προέδρου της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, Θοδωρή Βενιάμη:

«Η πρότασή μας για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας επί των πλοίων μας με όρους σύμφωνους με τα διεθνώς κρατούντα προκειμένου να μην θιγεί η ανταγωνιστικότητα του στόλου, συνεχίζει να είναι θύμα συνδικαλιστικών εμμονών και πολιτικών στείρων αντιπαραθέσεων, εις βάρος των άνεργων συμπολιτών μας».

Όπως ξεκαθαρίζουν στο www.newmoney.gr ναυτιλιακοί κύκλοι «η συζήτηση γίνεται για τα κατώτερα πληρώματα αφού οι έλληνες αξιωματικοί παίρνουν πολλά περισσότερα από όσα ορίζει η ΣΣΕ.»

Όμως κατ’ άλλους η συζήτηση δεν περιορίζεται πλέον στα κατώτερα πληρώματα αλλά έχει ανοίξει για όλες τις θέσεις εργασίας σε ένα πλοίο, όχι μόνο στα υπό ελληνική και σε όσα υπό ξένη σημαία που είναι συμβεβλημένα με το ΝΑΤ αλλά και στα υπό ξένη σημαία ελληνικών συμφερόντων.

Η πρώτη (ανα)φορά

Η πρώτη αναφορά για την υπογραφή ατομικών συμβάσεων εργασίας καταγράφεται επί πρωθυπουργίας Αντώνη Σαμαρά. Η αρχή έγινε με πρόταση της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών προς την Πανελλήνια Ναυτική Ομοσπονδία βάσει των διεθνών προτύπων και της ελάχιστης αμοιβής σύμφωνα με τη διεθνή σύμβαση εργασίας της ομοσπονδίας εργαζομένων στις μεταφορές, της ITF. Ο ίδιος ο πρόεδρος της ΕΕΕ, Θεόδωρος Βενιάμης, είχε πάει τότε στα γραφεία της Ομοσπονδίας και συζήτησε το θέμα.

Ο τότε υπουργός Ναυτιλίας, Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης είχε θίξει, αμέσως μετά, το ζήτημα, όμως «έπεσε σε τοίχο» και δεν προχώρησε ούτε βήμα. Βέβαια φυτεύτηκε ο σπόρος.