Η δυνατότητα να μπορεί στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης να εξυπηρετεί πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων άνω των 14.000 τα λεγόμενα motherships είναι πλέον μονόδρομος αν θέλει να «ανεξαρτητοποιηθεί»  από τον Πειραιά.

Ήδη υπάρχουν σχέδια για  τα έργα επέκτασης του Σταθμού Εμπορευματοκιβωτίων και αφορούν την κατασκευή  κρηπιδώματος μήκους 440 μέτρων και  πλάτους 300 μέτρων, µε βάθος 16,5 μέτρα. Η επένδυση θα επιτρέψει στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης να δεχτεί τα μεγάλα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων. Το κόστος επένδυσης  εκτιμάται  στα 130 εκατ. ευρώ.

Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησαν ο Γιώργος Βαγγέλας και ο Θάνος Πάλλης, για το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και  στοιχεία της δημοσιεύθηκαν από  το porteconomics, ο ΟΛΘ  σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται από τα μικρά πλοία, τα λεγόμενα  feeder (μεταφορικής ικανότητας έως  3.000 εμπορευματοκιβωτίων )   που ανεβαίνουν από το λιμάνι του Πειραιά, το οποίο υποδέχεται όλα τα μεγάλα πλοία  τα motherships.

Το 55% των calls-προσεγγίσεις πλοίων,  που έγιναν στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης προέρχονταν από τον Πειραιά.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, που ανέλυσε την κίνηση στο Σ.ΕΜΠΟ για περίοδο δύο μηνών, καταγράφηκαν 70 calls, από πλοία που είχαν μέση χωρητικότητα τα 1.579 teu. Το μικρότερο εξ αυτών ήταν χωρητικότητας  374 teu και το μεγαλύτερο 5.060 teu.

Το 87,3% των containerships  που καταπλέουν  στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης είναι feeder, δηλαδή πλοία με μεταφορική ικανότητα κάτω των 3.000 teu. Μόλις 10 ήταν τα calls, στο εξεταζόμενο διάστημα, από πλοία με μεταφορική ικανότητα άνω των 3.000 teu.

Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης αυτή την περίοδο συνδέεται με 15 λιμάνια, τα οποία βρίσκονται σε εφτά  χώρες. Οι περισσότερες άμεσες συνδέσεις είναι με άλλα ελληνικά λιμάνια (46,5%) και ακολουθούν τα τουρκικά με 32,5%.

Ο μεγαλύτερος πελάτης του ΟΛΘ σήμερα είναι η MSC, η οποία είναι και η μόνη εταιρεία που στέλνει πλοίο κορμού-motherships  στη Θεσσαλονίκη. Ακολουθούν τρία από τα μέλη της συμμαχίας της Cosco, η  Evergreen Line, CMA CGM, και OOCL. Η COSCO και η Evergreen αντιπροσωπεύουν η κάθε μία το 9% των calls, ενώ η CMA-CGM το 6%. Το υπόλοιπο 38% προέρχεται από διαφορετικές ναυτιλιακές εταιρείες που διαθέτουν feeder ships.

Μπορεί στη μελέτη να επισημαίνεται ότι το λιμάνι του Πειραιά  είναι ο βασικός εμπορικός συνεργάτης της Θεσσαλονίκης, όμως ο εκτελεστικός πρόεδρος του ΟΛΘ Σωτήρης Θεοφάνης έχει αποκλείσει  το ενδεχόμενο συνεργασίας μεταξύ των δύο εταιρειών.

«Όσον  αφορά στο θέμα των συμμαχιών μεταξύ ΟΛΠ-ΟΛΘ έχω να πω ότι  το λιμάνι του Πειραιά  έχει διαφορετική αγορά από εκείνη της Θεσσαλονίκης.  Είναι ένα λιμάνι εισαγωγής  για την ευρύτερη περιοχή  της Αθήνας που έχει το 50% του πληθυσμού της χώρας και είναι ένα τεράστιο  πλέον  λιμάνι μεταφόρτωσης  με βάση  τη στρατηγική της Cosco»  δήλωσε πρόσφατα για να προσθέσει:

«Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης  είναι ένα λιμάνι εκτός το επιβατηγό που έχει γενικό φορτίο,  συμβατικό -χύδην. Είναι κύριο εξαγωγικό λιμάνι  όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για τη βαλκανική. Και είναι ένα λιμάνι  που αναφέρεται σε συμβατικό  φορτίο  με έναν διαφορετικό τρόπο από τον Πειραιά.  Ο Πειραιάς που έχει  τη διαχείριση  εμπορευματοκιβωτίων, την ακτοπλοΐα και την κρουαζιέρα. Άρα  είναι διαφορετικές οι αγορές που απευθύνονται  τα δύο λιμάνια».

Οι μέτοχοι

Στο λιμάνι του Πειραιά μεγαλομέτοχος είναι η Cosco. Στον ΟΛΘ είναι  η κοινοπραξία, SEGT, που αποτελείται από   το γερμανικό επενδυτικό κεφάλαιο Deutsche Invest Equity Partners (47%), την Terminal Link, που είναι θυγατρική του γαλλικού ναυτιλιακού κολοσσού CMA CGM (33%) και την Belterra Investments.

Να επισημανθεί ότι η  Terminal Link έχει ως δεύτερο της μέτοχο την China Merchant, που είναι η άλλη μεγάλη κρατική ναυτιλιακή εταιρεία της Κίνας. Επίσης οι   οι Γάλλοι είναι μαζί με τη Cosco στην ίδια ναυτιλιακή συμμαχία, η οποία ανταγωνίζεται τη συμμαχία των  Maersk-MSC, των δύο μεγαλύτερων ναυτιλιακών εταιρειών τακτικών γραμμών του κόσμου.

Τα σχέδια

Σύμφωνα με το επενδυτικό σχέδιο της ΟΛΘ Α.Ε., το ύψος των επενδύσεων τους πρώτους 33 μήνες, μετά την ανάληψη της διοίκησης της εταιρείας από το νέο επενδυτικό σχήμα, εκτιμάται ότι θα είναι ύψους 50 εκατομμυρίων ευρώ.

Στο πλαίσιο αυτό, μέχρι το τέλος του 2020 αναμένονται να ολοκληρωθούν οι παρακάτω επενδύσεις:

– Απόκτηση 2 νέων Γ/Γ, διπλής ανύψωσης, 18 σειρών (ικανών να εξυπηρετούν πλοία χωρητικότητας έως 9.000 TEU). Εκτιμάται ότι ο εξοπλισμός θα παραδοθεί στις αρχές του 2021.

– Απόκτηση νέου Αυτοκινούμενου Γερανού, με ικανότητα ανύψωσης 140 τόνων και εκτιμώμενο χρόνο παράδοσης το τέλος του 2019. Αναμένεται να χρησιμοποιηθεί στο Σταθμό Εμπορευματοκιβωτίων και στο Σταθμό Συμβατικού Λιμένα.

– Διαγωνισμός και ανάθεση για νέο λογισμικό TOS για τη διαχείριση της επιχειρησιακής λειτουργίας του Σ.ΕΜΠΟ