Ενθαρρυντικός για χαλάρωση των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων εμφανίστηκε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λούις ντε Γκίντος, τη στιγμή που ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας και ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας, τονίζουν ότι δεν αρκούν τα μέτρα νομισματικής πολιτικής για την επίτευξη της ανάπτυξης αλλά χρειάζονται και αλλαγή των δημοσιονομικών πολιτικών, δίνοντας τον τόνο γα στροφή προς χαλάρωση της λιτότητας.

Μιλώντας σε συνέδριο του ΙΟΒΕ στην Αθήνα, με θέμα την κατάσταση της ευρωπαϊκής οικονομίας και τις προοπτικές για την Ελλάδα, ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Λούις ντε Γκίντος, υπογράμμισε ότι η ελληνική οικονομία ανακάμπτει καθώς η δημοσιονομική πολιτική για τα πρωτογενή πλεονάσματα ασκείται πλέον σε πιο συνετή βάση σε σχέση με το παρελθόν και η Ελλάδα δρέπει τους καρπούς όπως φαίνεται και στα spreads.

Έκανε επίσης λόγο για μεγάλη αντίφαση, όταν χώρες που έχουν μεγάλο δημοσιονομικό χώρο και είναι και οι συνήθεις ύποπτοι, θα έπρεπε να ασκούν πιο επεκτατική Δημοσιονομική πολιτική… Ενώ αντιθέτως αυτοί που δεν έχουν δημοσιονομικο χώρο πρέπει να απέχουν από επεκτατικές πολιτικές. Η άποψη μου είναι ότι υπάρχει μια αντίθεση και θα έπρεπε να έχουμε περισσότερα εργαλεία και όχι μόνον το σύμφωνο σταθερότητας.

Από την πλευρά του ο ΥΠΟΙΚ, Χρήστος Σταϊκούρας, μίλησε για το ενδεχόμενο αλλαγής των κανόνων δημοσιονομική πολιτικής στην Ευρώπη και τόνισε ότι «η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να υποβοηθήσει την πολιτική χαμηλών επιτοκίων της ΕΚΤ για να επιτυγχάνονται σταθερά οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης. Δύσκολα η νομισματική πολιτική από μόνη της θα μπορούσε να αντεπεξέλθει σε μια νέα επιβράδυνση της οικονομίας όπως στο παρελθόν».

Όπως τόνισε ο ΥΠΟΙΚ, κύριος Σταϊκούρας, η Ελλάδα χρειάζεται μεγαλύτερο δημοσιονομικο χώρο, που θα προκύψει όμως αλλάζοντας το DSA και μόνον (σσ: δηλαδή την ανάλυση του χρέους και τα απαιτούμενα πρωτογενή πλεονάσματα).

Και ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας υπογράμμισε ότι είναι πολύ πιο αποδοτικό για όλους αν μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα αντί για να απαιτείται μεγαλύτερή λιτότητα, και για τη χώρα και για τους πιστωτές είναι τακτική win win για όλους.

Πρόσθεσε δε  πως δεν αρκεί η νομισματική πολιτική αλλά πρέπει να παίξουν ρόλο και η δημοσιονομική πολιτική αλλά και οι διαρθρωτικές αλλαγές.

Για τον ρυθμό ανάπτυξης, ο κ. Στουρνάρας ανέφερε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία «έτρεξε» με ρυθμό  2,2% το 2019 και προβλέπει ότι θα ανέλθει σε 2,5% το 2020 και το 2021, καθώς η διαδικασία ανάκτησης του χαμένου εδάφους μετά τη μακρά περίοδο ύφεσης μέσω της αύξησης των επενδύσεων και του διαθέσιμου εισοδήματος, προβλέπεται να αντισταθμίσει την επίδραση της επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας και της οικονομίας της ζώνης του ευρώ.