Η Ευρωπαϊκή κεντρική Τράπεζα αναμένεται να διατηρήσει αμετάβλητη σήμερα την πολιτική της, ελέγχοντας την αποτελεσματικότητα των έκτακτων μέτρων που έλαβε το προηγούμενο διάστημα για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορωνοϊού καθώς και ενδεχόμενες ανεπιθύμητες παρενέργειές τους.

Αντιμετωπίζοντας τη μεγαλύτερη οικονομική συρρίκνωση στην πρόσφατη ιστορία, η ΕΚΤ αγόρασε ομόλογα σε ύψος – ρεκόρ και πλήρωσε τις τράπεζες για να τις δανείσει χρήματα, με την ελπίδα ότι θα περισώσει όσο το δυνατόν την ευρωπαϊκή οικονομία έως ότου η Ευρώπη είναι έτοιμη να ανοίξει ξανά μετά την πανδημία. Οι αποφάσεις της, όμως, ελήφθησαν βιαστικά και καθοδηγούνταν συχνά από μεγάλες εντάσεις στις αγορές, όπως την έκρηξη του κόστους δανεισμού της Ιταλίας την άνοιξη, οδηγώντας ορισμένους να την επικρίνουν ότι καταστρατηγεί πολύ τους δικούς της κανόνες.

Η μη λήψη και άλλων μέτρων από την ΕΚΤ θα διατηρήσει επίσης την πίεση στους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συμφωνήσουν τελικά στη δημοσιονομική στήριξη που έχει καθυστερήσει, ένα μέτρο απόλυτα αναγκαίο που θα μείωνε το βάρος για τη νομισματική πολιτική.

Το διάλειμμα στη λήψη μέτρων υποστηρίζεται και από μία σειρά καλύτερων των αναμενόμενων οικονομικών στοιχείων – μετά τη διψήφια πτώση του ΑΕΠ στο δεύτερο τρίμηνο του έτους – τα οποία υποδηλώνουν ότι η συρρίκνωση της οικονομίας της Ευρωζώνης πιθανόν να μην ήταν τόσο μεγάλη όσο αναμενόταν. Η απειλή για ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας εγείρει, ωστόσο, αμφιβολίες σχετικά με την ταχύτητα της ανάκαμψης, όπως έχει τονίσει ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, ο οποίος υποστηρίζει ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει μία ανάκαμψη που θα χαρακτηρίζεται από «δύο βήματα εμπρός, ένα βήμα πίσω».

Για τους οικονομολόγους, η λήψη και άλλων μέτρων από την ΕΚΤ είναι θέμα χρόνου. Όταν θα χρειαστεί κάτι τέτοιο, η τράπεζα είναι πιθανόν να αυξήσει περαιτέρω τις αγορές ομολόγων, να προσφέρει μία μεγαλύτερη εξαίρεση των καταθέσεων των τραπεζών στην ΕΚΤ από την επιβολή αρνητικού επιτοκίου και θα μπορούσε να αγοράσει περισσότερα ομόλογα από διάφορους θεσμούς της ΕΕ που στηρίζουν την ανάκαμψη.

Η κεντρική τράπεζα υπολογίζει ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα συρρικνωθεί 8,7% φέτος, για να αναπτυχθεί με ρυθμούς μόλις 5,2% το επόμενο έτος. Όσο για τον πληθωρισμό, προβλέπεται κοντά ή ακόμη και στο μηδέν για μεγάλο διάστημα ακόμη, έναντι επίσημου στόχου για 2%.

Το Reuters ανέφερε ότι δεν αποκλείεται να ζητηθεί από την ΕΚΤ να αυξήσει το μερίδιο των υπερεθνικών ομολόγων που αγοράζει και το οποίο αυτή τη στιγμή κυμαίνεται στο 10% των ομολόγων δημοσίου τομέα.

Επιστολή Σαρλ Μισέλ στους «27» ενόψει της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ

Την ανάγκη για συμφωνία εξέφρασε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε επιστολή που έστειλε στους 27 αρχηγούς των κρατών-μελών, οι οποίοι θα συμμετάσχουν στην επερχόμενη Σύνοδο Κορυφής, την πρώτη με φυσική παρουσία από όταν ξέσπασε η πανδημία του κορωνοϊού.

«Η πανδημία του COVID-19 έχει οδηγήσει στην απώλεια πολλών ζωών σε ολόκληρη την Ευρώπη και έχει πλήξει σοβαρά τις οικονομίες και τις κοινωνίες μας. Συνεχίζει να επηρεάζει τη ζωή μας» αναφέρει ο Σαρλ Μισέλ και τονίζει: «όλες οι προσπάθειές μας πρέπει να επικεντρωθούν στην οικοδόμηση μιας βιώσιμης ανάκαμψης. Για τον σκοπό αυτό, η συνάντησή μας αυτή την εβδομάδα θα αφιερωθεί στο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο και στο Σχέδιο Ανάκαμψης».

Παράλληλα, ο Μισέλ υπογραμμίζει ότι «η εξεύρεση συμφωνίας θα απαιτήσει σκληρή δουλειά και πολιτική βούληση από την πλευρά όλων».  Κλείνοντας την επιστολή του ο κ. Μισέλ επισημαίνει ότι «μια συμφωνία είναι απαραίτητη» και καλεί τους ηγέτες προς την εξεύρεση «εφαρμόσιμων λύσεων» και την κατάληξη σε συμφωνία, «για το μεγαλύτερο όφελος των πολιτών».