Η πανδημία του κορωνοϊού στην Ευρώπη έχει ενισχύσει τις χρηματοοικονομικές αδυναμίες, αυξάνοντας το φάσμα των περαιτέρω κρίσεων που μπορεί αν έρθουν στο μέλλον καθώς τα επίπεδα χρέους των χωρών αυξάνονται και οι τράπεζες αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές συνέπειες, δήλωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την Τρίτη.

Με την οικονομία της ζώνης του ευρώ να αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 10% το 2020, οι κυβερνήσεις έχουν λάβει πολλά μέτρα για να περιορίσουν τις ζημιές, αλλά υπάρχει ένα μακροπρόθεσμο τίμημα που θα κληθούν να πληρώσουν, καθώς ορισμένες χώρες πιθανώς να δυσκολευτούν να εξοφλήσουν τα χρέη τους, αυξάνοντας τον κίνδυνο να καταρρεύσουν, πρόσθεσε η ΕΚΤ.

Οι υπερχρεωμένες εταιρείες ενδέχεται επίσης να μην καταφέρουν να αποπληρώσουν τα χρέη τους, ενώ η εξαιρετικά χαμηλή κερδοφορία των τραπεζών και ο αυξανόμενος κίνδυνος πτώσης των τιμών των ακινήτων αποτελούν επίσης μεταβλητές που συνδράμουν στην αβεβαιότητα της αγοράς, δήλωσε η ΕΚΤ στην εξαμηνιαία έκθεση χρηματοοικονομικής σταθερότητάς.

«Ακόμη και αν τα ποσοστά εξάπλωσης του ιού πέσουν σε πολλές χώρες, ο αντίκτυπος στην οικονομία και τις αγορές έχει αποκαλυφθεί. Αυτό έχει ως συνέπεια, να έχουν ενταθεί οι υπάρχουσες ευπάθειες που απειλούν τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της ζώνης του ευρώ», δήλωσε η ΕΚΤ.

Το συνολικό επίπεδο του δημόσιου χρέους της ζώνης του ευρώ θα μπορούσε να υπερβεί το 100% επί του ΑΕΠ φέτος, δηλαδή να φτάσει πολύ πάνω από τα επίπεδα της κρίσης χρέους του 2009. Επιπλέον, θα μπορούσε να πλησιάσει το 160% στην Ιταλία, η οποία αντιμετωπίζει ήδη τα αυξανόμενα πονταρίσματα στις αγορές σχετικά με την πιθανότητα να εξέλθει από τη ζώνη του ευρώ, όπως αναφέρει το Reuters.

«Εάν τα μέτρα που λαμβάνονται σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο θεωρηθούν ανεπαρκή για τη διατήρηση της βιωσιμότητας του χρέους, η εκτίμηση της αγοράς για την πιθανότητα εξόδου μια χώρας από το ευρώ ενδέχεται να αυξηθεί περαιτέρω», ανέφερε η ΕΚΤ.

Οι υποβαθμίσεις στον ιδιωτικό τομέα και η αγορά «Junk Bonds»

Το υψηλότερο κόστος δανεισμού για τα ευάλωτα κράτη της ευρωζώνης θα μπορούσε να εξαπλωθεί στον ιδιωτικό τομέα και να πλήξει τις τράπεζες που αντιμετωπίζουν ήδη σημαντικές απώλειες.

Ο πρώτος κίνδυνος να υλοποιηθεί ένα τέτοιο σενάριο μπορεί να είναι μια σειρά υποβαθμίσεων της πιστοληπτικής ικανότητας εταιρειών, κάτι που θα μπορούσε να περιορίσει την πρόσβαση της πραγματικής οικονομίας σε ρευστότητα.

Οι υποβαθμίσεις εταιρειών στο στάδιο μη επενδυτικής βαθμίδας είναι αναπόφευκτες, αναγκάζοντας ορισμένους, όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία και τις ασφαλιστικές εταιρείες, να πουλήσουν.

Ωστόσο, η αγορά των ομολόγων υψηλού κινδύνου (δηλαδή τα junk bonds – «ομόλογα σκουπίδια») είναι σχετικά μικρή, επομένως αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει ένα sell-off ομολόγων, πρόσθεσε η ΕΚΤ, η οποία αν και αγοράζει μόνο το χρέος εταιρειών με επενδυτική βαθμίδα, μελετά επιλογές για να ξεκινήσει να αγοράσει «Junk Bonds» κατά τη διάρκεια της τρέχουσας κρίσης.