Την πρόθεση της Γερμανίας να αξιοποιήσει τη θετική συγκυρία που χαρακτηρίζει την ελληνική οικονομία, με στόχο την τόνωση των γερμανικών επενδύσεων στη χώρα, εξέφρασε ο Ομοσπονδιακός Υπουργός Οικονομίας και Ενέργειας, Πίτερ Αλτμάιερ, μιλώντας στο πλαίσιο του «Ελληνογερμανικού Οικονομικού Φόρουμ -Όραμα και ευκαιρίες επενδύσεων», το οποίο πραγματοποιείται σήμερα στο Βερολίνο.

Από την πλευρά του, ο Έλληνας Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Άδωνις Γεωργιάδης, μιλώντας στο πλαίσιο του Φόρουμ, σημείωσε ότι: «Η Ελλάδα προσφέρεται για επενδύσεις σε τομείς, όπως η φαρμακοβιομηχανία, η διαστημική τεχνολογία όπου η χώρα διαθέτει ανθρώπινο δυναμικό υψηλής κατάρτισης, η τεχνητή νοημοσύνη, οι νέες τεχνολογίες, η διαχείριση απορριμμάτων, ο τουρισμός και η αγροτική οικονομία».

Με ισχυρότερο ρόλο

Κατά την ομιλία του, ο Γερμανός Υπουργός, κ. Αλτμάιερ, σημείωσε ότι η Ελληνική οικονομία βιώνει ένα νέο κύκλο οικονομικής ανάκαμψης. «Ως χώρα επιθυμούμε να έχουμε ενεργό επενδυτικό ρόλο και το βασικότερο όλων είναι να συνεννοηθούμε για τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Οι γερμανικές επιχειρήσεις παραμένουν στην Ελλάδα από τους πιο σημαντικούς επενδυτές», σημείωσε ο Γερμανός Υπουργός, για να προσθέσει ότι: «Δεν θα επιτρέψουμε σε τρεις χώρες να πάρουν το μεγαλύτερο μερίδιο των επενδύσεων στην Ελλάδα». Σε αυτό το σημείο αναφέρθηκε δε, στο Μνημόνιο Κατανόησης και Συνεργασίας, που υπέγραψαν σήμερα στο πλαίσιο του Φόρουμ η ΔΕΗ με τη γερμανική RWE, στον τομέα της ενέργειας, τονίζοντας ότι η Γερμανία θα επιδιώξει να υπάρξουν ανάλογες επενδύσεις σε όλους τους βασικούς τομείς της οικονομίας. «Οι δύο κυβερνήσεις έχουμε χρέος να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις», ανέφερε ο κ. Αλτμάιερ.

Κατά τον κ. Αλτμάιερ, δύο αγορές που θα μπορούσαν να συνεργαστούν επενδυτικά Ελλάδα και Γερμανία είναι η οινοπαραγωγή, αξιοποιώντας τις καλές κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα, όπως και η ηλεκτροκίνηση. «Έως το 2030, ένας μεγάλος αριθμός αυτοκινήτων στην Ευρώπη θα είναι ηλεκτρικά και θα θέλαμε οι μπαταρίες που θα χρειαστούν να παράγονται στην Ελλάδα, ώστε να μην παραδώσουμε ένα μέρος της προστιθέμενης αξίας στην Ασία», διευκρίνισε ο κ.αλτμάιερ.

Τέλος, αναφερόμενος στο μεταναστευτικό ζήτημα, ο Γερμανός υπουργός σημείωσε ότι: «Μπορεί η κατάσταση στα ελληνοτουρκικά σύνορα να είναι δύσκολη, ωστόσο οι ελληνικές αρχές τα καταφέρνουν στη φύλαξη των συνόρων. Εκφράζω την αλληλεγγύη της γερμανικής κυβέρνησης προς την Ελλάδα».

Νέες επενδυτικές συμφωνίες

Από την πλευρά του, ο κ. Γεωργιάδης, μιλώντας για την προοπτική των ελληνογερμανικών επενδυτικών σχέσεων, έφερε κι αυτός ως παράδειγμα της διμερούς συνεργασίας, την υπογραφή σήμερα, στο πλαίσιο του Φόρουμ, Μνημονίου Κατανόησης και Συνεργασίας μεταξύ της ΔΕΗ και της RWΕ, με στόχο την ανταλλαγή τεχνογνωσίας απολιγνιτοποίησης, αλλά και την ανάπτυξη έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στην Ελλάδα καθώς, όπως σημείωσε, «η Ελλάδα περνά στην πρώτη ταχύτητα απολιγνιτοποίησης στην ΕΕ».

Επιπρόσθετα, ανακοίνωσε ότι «σήμερα, εκδόθηκαν οι άδειες για την παραγωγή ηλιακής ενέργειας και την αποθήκευσή της σε μπαταρίες, επί ελληνικού εδάφους», ενώ προανήγγειλε ότι «εντός του Μαρτίου η κυβέρνηση θα νομοθετήσει την επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης ενεργειακών επενδύσεων, ώστε το διάστημα που απαιτείται να περιοριστεί κάτω από τους 6 μήνες».

Ο κ. Γεωργιάδης ανέδειξε τη συμβολή του γερμανικού λαού, της γερμανικής κυβέρνησης και της γερμανικής βουλής στο να ξεπεράσει η Ελλάδα την κρίση και να παραμείνει στη ζώνη του ευρώ. «Την περίοδο εκείνη υπήρξαν και πολλές παρεξηγήσεις, όπως συνήθως συμβαίνει στις δύσκολες στιγμές. Ωστόσο, αυτό που έχει σημασία είναι το τελικό αποτέλεσμα. Η Ελλάδα παρέμεινε στο ευρώ και, σήμερα, μεγάλες γερμανικές εταιρείες έχουν εμπιστευθεί την ελληνική οικονομία επενδύοντας σε αυτή, όπως η DT στον OTE, η Fraport σε 14 περιφερειακά αεροδρόμια, αλλά και η KfW που χρηματοδότησε με 100 εκατ. τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις», είπε χαρακτηριστικά.

Αναφερόμενος στην πορεία της ελληνικής οικονομίας, ο Υπουργός Ανάπτυξης & Επενδύσεων υπογράμμισε ότι «το 2019, το ΑΕΠ αυξήθηκε, εντός στόχων, κατά 1,94% κι οι αγορές εμπιστεύονται την Ελλάδα», ενώ εξέφρασε την πεποίθησή του ότι «το μέλλον της Ελλάδας είναι εξαιρετικά λαμπρό, παρά τις όποιες αντιξοότητες. Οι κρίσεις έρχονται και παρέχονται, ωστόσο το ζητούμενο είναι να αξιοποιείς τις ευκαιρίες για να κερδίζεις από αυτές».

Τέλος, ο Έλληνας Υπουργός ευχαρίστησε τον Γερμανό ομόλογό του, για όσα ανέφερε στην ομιλία του για το μεταναστευτικό.

Στο μεταξύ νωρίτερα, ο Δρ. Martin Wansleben, CEO DIHK, ανοίγοντας τις εργασίες του Φόρουμ, σημείωσε ότι η γερμανική οικονομία εκτιμά ιδιαίτερα τις θυσίες, με τις οποίες η Ελλάδα πραγματοποίησε τα τελευταία χρόνια μια σειρά ιδιαιτέρως σημαντικών μεταρρυθμίσεων. «Αποκτούμε μεγάλο σεβασμό για τα όσα έγιναν στην Ελλάδα, με την οποία θεωρούμε ότι η Γερμανία έχει κοινή πορεία», ανέφερε ο Δρ. Wansleben, υπογραμμίζοντας ότι οι πολιτικοί και των δύο χωρών υποστηρίζουν την αγορά κι εμείς οφείλουμε να φροντίσουμε για την τόνωση των ελληνογερμανικών οικονομικών σχέσεων.

Από την πλευρά του ο Κωνσταντίνος Μαραγκός, Πρόεδρος του Ελληνογερμανικού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, στάθηκε στις σημαντικές υπεραξίες που κρύβει η Ελλάδα, τονίζοντας ότι: «Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται 162 συνδεόμενες γερμανικές επιχειρήσεις, με ετήσιο τζίρο 8,3 δισ. ευρώ και 29.000 άμεσα και έμμεσα απασχολούμενους, ενώ οι καθαρές άμεσες επενδύσεις την περίοδο της κρίσης 2008 – 2018 ανήλθαν σε 6 δισ. ευρώ. Η χώρα κρύβει σημαντικές υπεραξίες. Η γεωπολιτική της θέση σε συνδυασμό με τη πολιτική και οικονομική σταθερότητα και τη βούληση της κυβέρνησης να συνεχίσει τις ήδη υφιστάμενες μεταρρυθμίσεις, αναδεικνύουν την χώρα ως ένα πρόσφορο επενδυτικό προορισμό».

Αναφερόμενος στην κρίση χρέους της χώρας, ο κ. Μαραγκός σημείωσε ότι: «Η ελληνική κοινωνία μετά από τρία μνημόνια, 10 χρόνια οικονομικής κρίσης και μια σειρά επώδυνων μεταρρυθμίσεων παρουσιάζεται πιο ώριμη από ποτέ να υποστηρίξει ένα ελπιδοφόρο επενδυτικό εγχείρημα, το οποίο θα στρέψει την χώρα προς μία νέα εποχή περισσότερο δημιουργική, πολλά υποσχόμενη για όλους τους εμπλεκόμενους επενδυτές, επιχειρηματίες και εργαζόμενους».