Της Στεφανίας Σούκη

Μπορεί τα επίσημα νούμερα τώρα να παραπέμπουν σε σταθεροποίηση, ο αντίκτυπος ωστόσο που θα έχουν οι πλειστηριασμοί ακινήτων συνολικά στην αγορά αποτελεί ένα μεγάλο ερωτηματικό.

«Από τα πιο πρόσφατα στοιχεία φαίνεται ότι εξασθενεί και πλέον μηδενίζεται η περαιτέρω υποχώρηση των τιμών», ανέφερε χαρακτηριστικά την περασμένη Παρασκευή από τη Θεσσαλονίκη, σε σχετική εκδήλωση για τα ακίνητα, ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Θεόδωρος Μητράκος. Ο ίδιος μάλιστα, εν μέσω της γενικότερης αβεβαιότητας, θέλησε να εκφραστεί με αισιοδοξία για την περαιτέρω πορεία της αγοράς επισημαίνοντας ότι «η ενεργητική σταδιακή διαχείριση του αποθέματος των ακινήτων από τις τράπεζες και τις εταιρίες διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων θα αποτελέσει μοχλό για την επαναλειτουργία της αγοράς ακινήτων με τη διαμόρφωση αντιπροσωπευτικών τιμών μέσω πραγματικής προσφοράς και ζήτησης. Η ιστορική σχέση και κουλτούρα του ελληνικού νοικοκυριού όσον αφορά την κατοικία και το ακίνητο είναι βέβαιο ότι θα στηρίξουν τη σταδιακή ανάκαμψη της ελληνικής κτηματαγοράς τα επόμενα έτη», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Από το «μέτωπο» ωστόσο των μεσιτών οι εκτιμήσεις είναι πιο απαισιόδοξες ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με τα πιο ακριβά ακίνητα: «Το 2017 θα δοθεί η χαριστική βολή στην κτηματαγορά με την έναρξη των πλειστηριασμών. Εστω κι αν τα ακίνητα που οι τράπεζες δείχνουν αποφασισμένες να βγάλουν στο σφυρί για αρχή, είναι πολυτελή ακίνητα, διαμερίσματα, βίλες και εξοχικά που είναι δηλωμένα ως πρώτη κατοικία και ανήκουν σε “πτωχευμένους” επιχειρηματίες, περιμένουμε να δούμε τον αντίκτυπο που θα δημιουργηθεί. Πάντως, το γεγονός ότι οι συμβολαιογράφοι θα συμμετέχουν στις διαδικασίες για στεγαστικά δάνεια που θα υπερβαίνουν τις 300.000 – 400.000 ευρώ, σε μία προσπάθεια να προφυλαχθεί η μικρή ιδιοκτησία, θεωρούμε ότι θα λειτουργήσει ως “ασπίδα” στην αγορά για τα μεσαία ακίνητα της μεσαίας οικονομική τάξη», επισημαίνει ο κ. Θέμης Μπάκας, επικεφαλής του κτηματομεσιτικού δικτύου υπηρεσιών της E-Real Estates. «Η πλειονότητα των 7.000 – 10.000 ακινήτων που βρίσκονται στη λίστα των πρώτων πλειστηριασμών, αφορούν βόρεια και νότια προάστια της Αττικής, ακριβές συνοικίες της Θεσσαλονίκης, κοσμοπολίτικα νησιά καθώς και άλλες “καλές” περιοχές της χώρας. Τα συγκεκριμένα ακίνητα είναι σε περιοχές που τις “χρυσές” εποχές οι τιμές άγγιζαν τις 6.000 ευρώ/τμ – 8.000 ευρώ/τμ, περιοχές που δεν υπήρχαν ακίνητα προς πώληση και οι ζητήσεις στα μεσιτικά γραφεία δεν μπορούσαν να εξυπηρετηθούν διότι δεν υπήρχαν ακίνητα προς πώληση».

Σημειώνεται εδώ ότι με βάση και τα στοιχεία που παρουσίασε την περασμένη Παρασκευή ο κ. Μητράκος, από το 2008 έως το τέλος του 2016 οι τιμές των διαμερισμάτων μειώθηκαν συνολικά κατά 41,4% για το σύνολο της χώρας (σε ονομαστικούς όρους), ενώ η μείωση των τιμών ήταν ακόμα πιο έντονη στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα την Αθήνα (-43,7%) και κυρίως τη Θεσσαλονίκη (-45,5%). «Οι υψηλοί ρυθμοί μείωσης των τιμών που είχαν καταγραφεί το 2012 και το 2013 φαίνεται σταδιακά να αμβλύνονται μετά το 2014, ενώ οι τιμές μειώθηκαν περαιτέρω στη διάρκεια του 2016 με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,2% (1,5% για το γ΄ και 0,5% για το δ’ τρίμηνο του 2016 αντίστοιχα). Τα επίπεδα της ζήτησης ειδικά για ορισμένες κατηγορίες ακινήτων παραμένουν σε εξαιρετικώς χαμηλά επίπεδα», ανέφερε ο υποδιοικητής της ΤτΕ.

«Οι εξελίξεις αυτές στην ελληνική κτηματαγορά δε βρίσκονται σε αρμονία με τις αντίστοιχες εξελίξεις στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Από το 2013 και μετά οι δείκτες τιμών των οικιστικών ακινήτων παρουσιάζουν συνεχή ανάκαμψη στην πλειοψηφία των χωρών τόσο της ευρωζώνης όσο και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παράλληλα, το μέσο ποσοστό συνεισφοράς της κατασκευής κατοικιών στο ΑΕΠ της Ελλάδος βρίσκεται πλέον σε επίπεδα κάτω του 1%, αρκετά χαμηλότερα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και πολύ χαμηλότερα σε σχέση με τα αντίστοιχα ποσοστά πριν από την κρίση (όταν και το αντίστοιχο ποσοστό ήταν σταθερά άνω του 6%, την περίοδο 2000-2009).

Μετά από μία μεγάλη περίοδο αδράνειας και απραξίας έχουν διαμορφωθεί στην ελληνική οικονομία αποθέματα αναπτυξιακού δυναμισμού τα οποία είναι έτοιμα να ενεργοποιηθούν όταν διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες. Η ελληνική κτηματαγορά και ολόκληρη η οικονομία βρίσκονται σε πολύ χαμηλό επίπεδο, με σημαντικές σταθεροποιητικές τάσεις και αξιόλογα σημάδια άμεσης ανάκαμψης».

Οι προϋποθέσεις

Ο κ. Μητράκος έθεσε συγκεκριμένες προϋποθέσεις για την ανάκαμψη της αγοράς:

«Επιβάλλεται η δρομολόγηση μιας ακολουθίας γεγονότων: η άμεση ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, η υλοποίηση των πρόσφατα ανακοινωθέντων από τον ESM βραχυχρόνιων και η εξειδίκευση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους που θα επιτρέψουν στη συνέχεια τη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Το τελικό αποτέλεσμα από τη δρομολόγηση των εξελίξεων αυτών ως προς τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας και την ενίσχυση των εισοδημάτων και της απασχόλησης, μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά με τη διαμόρφωση ενός σταθερού και ανταγωνιστικού φορολογικού περιβάλλοντος, τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων με έμφαση τις αγορές προϊόντων, τις στρατηγικές συνεργασίες μεταξύ κράτους και ιδιωτών στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας και την αξιοποίηση των στρατηγικών πλεονεκτημάτων της χώρας, με έμφαση στην ενέργεια, τις μεταφορές και τον τουρισμό, που με τη σειρά τους θα δημιουργήσουν πολλαπλασιαστικά οφέλη για ολόκληρη την οικονομία. Ένα τέτοιο περιβάλλον θα κινητοποιήσει και την προσφορά νέων κεφαλαίων, όπως για παράδειγμα από εταιρίες διαχείρισης επενδυτικών κεφαλαίων ή επιχειρηματικών συμμετοχών, οι οποίες σε συνεργασία με το τραπεζικό σύστημα θα ενισχύσουν τις δυνατότητες χρηματοδότησης και ανάπτυξης της οικονομίας».