του Γρηγόρη Νικολόπουλου

Η Ελλάδα σήμερα εμφανίζεται ως ο πιο αδύναμος κρίκος σε μια σειρά αλυσιδωτών αναταράξεων στην παγκόσμια οικονομία, αλλά και στη διεθνή πολιτική σκηνή.

Εχει βγει από τα μνημόνια, που της εξασφάλιζαν δωρεάν χρηματοδότηση έναντι μεταρρυθμίσεων σε μια πολύ δύσκολη στιγμή, με την Ευρωπαϊκή Ενωση να αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα συνοχής και να απειλείται από πολιτική αστάθεια, τις ΗΠΑ να βρίσκονται σε εμπορικό πόλεμο με την Κίνα, προκαλώντας μεγάλες αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία, τις αγορές σε ανώτατα ιστορικά επίπεδα να αντιμετωπίζουν με μεγάλο σκεπτικισμό τις εξελίξεις και διάθεση περιορισμού τον επενδυτικό κίνδυνο και τις κεντρικές τράπεζες να προσπαθούν να κρατήσουν ισορροπίες σε ένα ασταθές και περίπλοκο οικονομικοπολιτικό περιβάλλον.

Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, κάθε προσπάθεια προσέλκυσης νέων δανειστών αλλά και μακροπρόθεσμων επενδυτών στην Ελλάδα γίνεται πολύ δυσκολότερη. 
 
Η πτώση των χρηματιστηρίων
 
Η πτώση των τιμών των μετοχών σε όλα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια αλλά και σε εκείνο της Νέας Υόρκης οφείλεται σαφέστατα στην προσπάθεια των διεθνών επενδυτών να μειώσουν την έκθεσή τους σε ρίσκο αγορών, καθώς διαπιστώνουν ότι τα αποτελέσματα των μεγάλων πολυεθνικών επιχειρήσεων σε ΗΠΑ και Ευρώπη επηρεάζονται αρνητικά από τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Οι δασμοί έχουν μειώσει το εμπόριο και συνεπώς τους τζίρους των επιχειρήσεων, με άμεση συνέπεια τη μείωση των κερδών τους.

Παράλληλα, η άνοδος των επιτοκίων αυξάνει το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων τους και επιβαρύνει τη χρηματοδότησή τους. Σε αυτή τη συγκυρία ήρθαν και οι αποφάσεις αμερικανικών επιχειρήσεων να αυξήσουν τους μισθούς των υπαλλήλων τους, κίνηση που μειώνει ακόμη περισσότερο το περιθώριο κέρδους τους. Ολα αυτά οδηγούν τους βραχυχρόνιους χρηματιστηριακούς επενδυτές σε μαζικές πωλήσεις.

Η αλήθεια είναι ότι οι τιμές των μετοχών ξεκίνησαν να πέφτουν από πολύ ψηλά, αφού έχει προηγηθεί ένα δεκαετές ανοδικό ράλι των τιμών τους στα διεθνή χρηματιστήρια. Και αυτό αφήνει μεν περιθώρια διόρθωσης των τιμών και όλων των αξιών γενικότερα, αλλά ταυτόχρονα επιταχύνει τον ρυθμό πτώσης και γι’ αυτό βλέπουμε μεγάλες ποσοστιαίες μειώσεις σε κάθε συνεδρίαση. 

Το ερώτημα που απασχολεί σήμερα τους διεθνείς επενδυτές είναι αν πρόκειται για μια απλή αλλά απότομη διόρθωση ή για την αρχή του τέλους της ανοδικής πορείας των χρηματιστηρίων. Αυτό κανείς δεν μπορεί να το προβλέψει και θα φανεί τις επόμενες εβδομάδες.
 
Πολιτική αστάθεια παγκοσμίως
 
Η απέχθεια μεγάλου μέρους του αμερικανικού πολιτικοοικονομικού συστήματος για τον Τραμπ και τις πολιτικές του είναι γνωστή. Οι σχέσεις του με τους Ρώσους, ο εμπορικός πόλεμος με τους Κινέζους και η στάση του στα ζητήματα της Μέσης Ανατολής προβληματίζουν το αμερικανικό κατεστημένο και κάθε τόσο εκφράζεται η διάθεση να τον καθαιρέσουν.

Η Αμερική περνάει μια περίεργη πολιτική κρίση, με μεγάλο μέρος των πολιτών να ικανοποιεί τελικά από την πολιτική Τραμπ θεωρώντας ότι προστατεύει τα συμφέροντα της χώρας και την πλειοψηφία της ελίτ να τον απεχθάνεται.

Στην Ευρώπη τα πράγματα δεν εξελίσσονται καθόλου καλά. Στις δυσκολίες του Brexit ήρθε να προστεθεί η Ιταλία, που θεωρώντας -δικαίως- ότι είναι μεγάλη και ανεξάρτητη χώρα δεν ανέχεται ευρωπαϊκές οδηγίες, ούτε πιέσεις για τη διαμόρφωση της οικονομικής της πολιτικής. Το ίδιο φυσικά θεωρούσε και η Αγγλία, η οποία επέλεξε την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση. 

Οι χώρες αυτές έχουν τη δυνατότητα, λόγω κυρίως του οικονομικού μεγέθους, να αντιδράσουν στη γερμανοκρατούμενη Ευρώπη, δυνατότητα την οποία δυστυχώς δεν είχε η Ελλάδα. Το παράδειγμα όμως της χώρας μας λειτούργησε στην Ιταλία ως παράδειγμα προς αποφυγή κι έτσι οι γείτονες, όπως και οι Αγγλοι, αρνούνται να εκχωρήσουν τη διοίκησή τους στις Βρυξέλλες (και ουσιαστικά στη Γερμανία).

Εκτός όμως αυτών των δυο μεγάλων προβλημάτων, η Ευρώπη αντιμετωπίζει προβλήματα με την άνοδο του λαϊκισμού και του εθνικισμού σχεδόν σε όλες τις χώρες. Ακόμη και η Γερμανία, μετά την περίοδο διοίκησης από τη σιδηρά κυρία Ανγκελα Μέρκελ, βλέπει μπροστά της μια περίοδο πολιτικής αστάθειας.

Απομονωτισμός

Αυτή η άνοδος του εθνικισμού και του λαϊκισμού, που αναμένεται να αποτυπωθεί έντονα στις ευρωεκλογές του 2019, δεν επιτρέπει στους Ευρωπαίους πολιτικούς να συνεχίσουν τα προγράμματα στήριξης που χρησιμοποιήθηκαν στην Ελλάδα επιβαρύνοντας τους φορολογουμένους τους. Συνεπώς, τουλάχιστον μέχρι τις ευρωεκλογές, αναμένεται να αυξηθεί ο απομονωτισμός των ευρωπαϊκών χωρών προκειμένου να περιοριστούν τα επιχειρήματα των λαϊκιστών και των εθνικιστών.

Το διεθνές περιβάλλον -τόσο το οικονομικό όσο και το πολιτικό- είναι εξαιρετικά αβέβαιο, και αυτό είναι που μειώνει τη διάθεση των επενδυτών για ρίσκο και οδηγεί τις αγορές σε κρίση.

Και μην ξεχνάμε, το όπλο με το οποίο η Ευρώπη (Γερμανία) απειλεί τους «άτακτους» είναι η πίεση των αγορών. Με κάθε δυσαρέσκεια που εκφράζεται για την οικονομική πολιτική οποιασδήποτε χώρας οι αγορές επιτίθενται και την ξεπουλάνε. Και τώρα οι αγορές τούς ξεπουλάνε όλους.
 
Ο αδύναμος κρίκος
 
Οπως εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς, η Ελλάδα είναι ο πιο αδύναμος κρίκος της Ευρώπης. Μια χώρα που προτού καν ξεμυτίσει από μια σειρά μνημονίων, βλέπει τις πόρτες των αγορών κλειστές. Ο κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος στα πρόσφατα ταξίδια του στην Ασία προς αναζήτηση νέων… δανειστών – επενδυτών, διαπίστωσε ότι ουδείς προτίθεται να μας δανείσει. Ενδεικτικά, την περασμένη εβδομάδα ελληνική τράπεζα ζήτησε δάνειο από τις αγορές και το επιτόκιο που της προσέφεραν ακούμπησε το 15%!

Η Ελλάδα είναι ο πιο αδύναμος κρίκος και θα παραμείνει έτσι διότι δεν έκανε τις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε για να ξεφύγει από την κρατικοδίαιτη αντιπαραγωγική οικονομία και να ενισχύσει τη δημοκρατία της, η οποία δεν λειτουργεί λόγω διαπλοκών διαφόρων επιπέδων. Ούτε η οικονομία λειτουργεί σωστά, ούτε η πολιτική, ούτε η δημόσια διοίκηση, ούτε οι θεσμοί. Πολύ δυσάρεστο μετά από εννιά χρόνια ταλαιπωρίας, αλλά δυστυχώς αυτή είναι η κατάσταση ακόμη. Υπάρχουν βέβαια ελπίδες για ανάκαμψη και επιχειρήματα ότι αυτή θα έρθει, αλλά μόνο επειδή οι αξίες έχουν υποχωρήσει και αναμένεται να εκτιναχθεί το ελατήριο. Ισως όμως το ελατήριο να είναι σκουριασμένο και να μην εκτιναχθεί καθόλου. Βλέπουμε.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, σε περίοδο διεθνούς αναστάτωσης, οι χρηματιστηριακοί επενδυτές ξεπουλάνε πρώτα τον αδύναμο κρίκο και κάτι τέτοιο έγινε στο Ελληνικό Χρηματιστήριο, όπου οι ξένοι ξεπούλησαν -πριν το κάνουν στην Ευρώπη και στη Wall Street- τις μετοχές τους. Οχι μόνο τις τραπεζικές, αλλά και όλα τα ελληνικά blue chips. Το πώς θα κινηθούν οι ελληνικές μετοχές από εδώ και πέρα θα εξαρτηθεί τόσο από τις διεθνείς όσο και από τις εγχώριες εξελίξεις.

Δεν υπάρχει παζάρι

Οι εγχώριες εξελίξεις δεν είναι ευοίωνες. Η κυβέρνηση δεν απολαμβάνει την εμπιστοσύνη των αγορών με τις οποίες έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή τώρα. Μέχρι τώρα η ελληνική κυβέρνηση απευθυνόταν και εξαρτιόταν από πολιτικούς ηγέτες. Αυτοί μας χρηματοδοτούσαν με αυτούς -παριστάναμε- ότι παζαρεύαμε. 

Τώρα όμως δεν υπάρχει παζάρι. Οι αγορές αξιολογούν, απορρίπτουν, χρεώνουν και τιμωρούν απευθείας χωρίς συναισθηματισμούς, στρατηγικές και κοινωνικές ευαισθησίες. Κι ενώ απευθυνόμαστε στις αγορές για χρηματοδοτήσεις, νομίζουμε ότι τις αποφάσεις θα τις πάρουν οι Ευρωπαίοι πολιτικοί. Μέγα λάθος. 

Τις αποφάσεις για το μέλλον μας θα τις πάρουν, στην καλύτερη περίπτωση, κάποιοι διεθνείς επενδυτές και τραπεζίτες και, στη χειρότερη, κάποιοι αλγόριθμοι σε προγράμματα υπολογιστών. 

Για να αλλάξει η στάση των αγορών απέναντί μας χρειάζεται σημαντική αλλαγή πορείας από εμάς και αυτό δεν αναμένεται να συμβεί στην προεκλογική περίοδο που ήδη διανύουμε. Δεν αναμένεται να κάνει τίποτε η κυβέρνηση από τώρα μέχρι τις εκλογές. Οσο συντομότερα γίνουν οι εκλογές τόσο μεγαλύτερες είναι οι ελπίδες να υπάρξει μια αλλαγή στις προοπτικές μας και μια ελπίδα να μας δουν με άλλο μάτι οι ξένοι επενδυτές. Και φυσικά με την προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές θα προχωρήσει με ασύλληπτη ταχύτητα και αποφασιστικότητα σε μεγάλες μεταρρυθμίσεις και καινοτομίες. Διότι, αν συνεχίσει και η επόμενη κυβέρνηση στην πεπατημένη, καμία προοπτική βελτίωσης δεν θα υπάρξει.