Στοχευμένες παρεμβάσεις για τη μείωση των φορολογικών συντελεστών στη μισθωτή εργασία καθώς και των ασφαλιστικών εισφορών τόσο για τους εργαζόμενους όσο και για τις επιχειρήσεις, προτείνει το Γραφείο Προϋπολογισμού στη Βουλή. Η σύσταση αυτή αφορά την αποτελεσματική αξιοποίηση του διαθέσιμου δημοσιονομικού χώρου και συνοδεύεται από την επισήμανση ότι οι σχετικές πρωτοβουλίες θα πρέπει να εφαρμοστούν με ταχύτητα.

Κατά την παρουσίαση της Τριμηνιαίας Έκθεσης Μαρτίου 2025 ενώπιον της κοινοβουλευτικής επιτροπής, το Γραφείο Προϋπολογισμού υπογράμμισε τη σημασία ενός αναπτυξιακού μείγματος πολιτικής, με επίκεντρο την εργασία. Ο συντονιστής του Γραφείου, Ιωάννης Τσουκαλάς, δέχθηκε σειρά ερωτήσεων από τα μέλη της επιτροπής, που αφορούσαν τα δημοσιονομικά πλεονάσματα, την αξιοποίηση του διαθέσιμου χώρου, την εξέλιξη των μισθών, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και το τι θα ακολουθήσει μετά την ολοκλήρωση των εκταμιεύσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Το στοίχημα της επόμενης μέρας για την οικονομία

Η συζήτηση κατέδειξε το αυξανόμενο ενδιαφέρον των πολιτικών για το πώς θα διατηρηθεί η αναπτυξιακή δυναμική όταν ολοκληρωθεί η χρηματοδότηση του ΤΑΑ. Το Γραφείο Προϋπολογισμού τονίζει ότι η αναθεώρηση των βαρών σε εργασία και ασφάλιση αποτελεί κρίσιμο βήμα για την ενίσχυση της απασχόλησης και της παραγωγικότητας, καθώς και για την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Το ζητούμενο είναι ένα πιο αποτελεσματικό μείγμα πολιτικής που θα στηρίζει την ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή.

Ως προς το κεφαλήν ΑΕΠ, κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης, ο κ Τσουκαλάς αναφέρθηκε σε εκτιμήσεις που δείχνουν ότι στην Ελλάδα θα απαιτηθούν τουλάχιστον επτά με δέκα χρόνια να προσεγγίσουμε το κατά κεφαλήν εισόδημα στα προ της οικονομικής κρίσης επίπεδα, που και αυτά υπολείπονται σημαντικά από το μέσο όρο στην ευρωζώνη.

Τα πλεονάσματα

Αναφερόμενος στα πλεονάσματα, ο κ. Τσουκαλάς τα απέδωσε στην πρωτοφανή ανακάλυψη φορολογητέας ύλης και η εκτίμηση του συντονιστή είναι ότι αυτό είναι κάτι που θα επιβεβαιωθεί και στις φορολογικές δηλώσεις για το 2024. «Με όλη αυτή την ψηφιοποίηση που συντελείται έχει διευρυνθεί η φορολογική βάση, συστηματικά και μόνιμα. Δηλαδή αυτά τα επιπλέον έσοδα που βλέπουμε από ΦΠΑ αλλά και από εισοδήματα που πριν δεν μπορούσαμε να τα ανακαλύψουμε, φαίνεται να είναι μόνιμα, λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας», είπε ο κ. Τσουκαλάς. Τα πλεονάσματα απέδωσε επίσης στην ανάπτυξη της οικονομίας και τη μείωση δαπανών. «Σίγουρα δεν είναι η υπερφορολόγηση, με βάση τα στοιχεία που έχουμε στη διάθεσή μας, γι’ αυτή την καταγραφή του πλεονάσματος», είπε και επισήμανε ότι οι φορολογικοί συντελεστές, για φυσικά πρόσωπα και επιχειρήσεις, από το 2020, παραμένουν ίδιοι και κάποιοι έχουν μειωθεί.

Στοχευμένες μειώσεις φορολογικών συντελεστών

«Το ερώτημα είναι τι θα κάνουμε με το πλεόνασμα. Επιτύχαμε, μεταξύ 2023-2024, μια μείωση χρέους προς ΑΕΠ, 10 ποσοστιαίες μονάδες, πολύ πάνω από το 1% που θέλει το νέο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ», είπε ο κ. Τσουκαλάς και πρόσθεσε: «Η θέση μας είναι, όπως την έχουμε αναπτύξει και στις εκθέσεις, ότι πλέον πρέπει να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον δημοσιονομικό χώρο, για να μειωθούν φορολογικοί συντελεστές στη μισθωτή εργασία, σε πρώτη φάση, και αν γίνεται ταυτόχρονα, και ασφαλιστικές εισφορές, εργαζομένων και επιχειρήσεων και κυρίως να στηριχθούν οι νέοι, όσον αφορά τις ασφαλιστικές εισφορές». Ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού, δεν παρέλειψε, στο σημείο αυτό, να επισημάνει ότι η φορολογία φυσικών προσώπων χαρακτηρίζεται από δύο στρεβλώσεις: την απότομη αλλαγή του φορολογικού συντελεστή από το 9% στο 22%, για εισοδήματα πάνω από 10.000 ευρώ, η οποία κάπως θα πρέπει να εξομαλυνθεί και η δεύτερη στρέβλωση είναι ότι το εισόδημα πάνω από το οποίο φορολογείται με 44%, είναι αρκετά χαμηλό, είναι 40.000 ευρώ. «Αυτές οι δύο στρεβλώσεις δημιουργούν αντικίνητρα για εργασία, κυρίως για εργασία ανθρώπων με υψηλές δεξιότητες που πιθανό να θέλανε να επιστρέψουν κάποιοι στην Ελλάδα αλλά λόγω αυτών των υψηλών συντελεστών, υψηλής φορολόγησης, γι’ αυτό το εισόδημα, το σκέπτονται δύο και τρεις φορές», είπε ο κ. Τσουκαλάς και σημείωσε: «Επομένως, σαφώς και πρέπει να χρησιμοποιηθεί αυτός δημοσιονομικός χώρος, όσο γίνεται γρηγορότερα. Το μείγμα δεν μπορούμε να το αποφασίσουμε εμείς, αλλά και με τις συζητήσεις που κάνουμε εδώ, νομίζουμε ότι μπορούμε να βοηθήσουμε το οικονομικό επιτελείο να προχωρήσει σε κάποιες στοχευμένες μειώσεις φορολογικών συντελεστών και ίσως σε κάποια άλλα βάρη, όπως οι ασφαλιστικές εισφορές».

Μετά το Ταμείο Ανάκαμψης

Στο σημείο αυτό πάντως ο κ. Τσουκαλάς επισήμανε πως όλες οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών δείχνουν επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, μεταξύ 1% και 1,5%, από το 2027 και μετά, όταν δηλαδή δεν θα έχει τελειώσει η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης. «Θεωρώ ότι θα έχουμε μια μικρή αύξηση της παραγωγικότητας, λόγω των επενδύσεων που γίνονται τώρα και το κεφάλαιο που θα εισέλθει στην οικονομία. Αν υποθέσουμε συνεπώς ότι η ανάπτυξη επιβραδύνεται, τότε θέλουμε υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, για να μπορούμε να ρίχνουμε ταχύτερα το χρέος προς ΑΕΠ», είπε και επισήμανε ότι πρέπει να έχουν όλοι στο μυαλό τους στη διαδικασία μετασχηματισμού του πορτοφόλιου του χρέους από τον επίσημο τομέα σε όρους αγοράς. «Θέλω να πω με αυτό ότι θα είμαστε πιο ευάλωτοι σε διακυμάνσεις στην αγορά ομολόγων, όσο πηγαίνουμε σε όρους αγοράς. Γι’ αυτό επιμένουμε πολύ στις εκθέσεις ότι όσο η οικονομία αναπτύσσεται γρήγορα, είναι καλό να μειώνουμε το λόγο χρέους προς ΑΕΠ, όσο γίνεται γρηγορότερα. Να πάμε ταχύτερα, προς το 100%, που είναι κάτι σαν ψυχολογικό όριο για τις αγορές, αυτό το 100%. Είμαστε τώρα στο 153%. Τουλάχιστον να μην έχουμε την πρωτοκαθεδρία σε αυτόν τον δείκτη», είπε ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού.

Παρατήρησε δε ότι και οι οίκοι αξιολόγησης, «παρότι μας αναβαθμίζουν, βάζουν πολλούς αστερίσκους», γιατί «έχουμε μεν καλές δημοσιονομικές επιδόσεις αλλά ταυτόχρονα μας λένε ότι το οικονομικό μας μοντέλο στηρίζεται κυρίως σε δύο πυλώνες, τον τουρισμό και τη ναυτιλία-μεταφορές, και μετά το Ταμείο Ανάκαμψης, μας λένε ότι δεν βλέπουν πώς θα χρηματοδοτηθεί η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, με τρόπο συστηματικό και δυναμικό».

Επομένως, ανέφερε ο κ. Τσουκαλάς, πρέπει να αναπτυχθούν και άλλοι τομείς όπως η μεταποίηση που «φαίνεται ότι κάνει άλματα αλλά πρέπει να στηριχθεί περαιτέρω».

Σε σχέση με τις χρηματοδοτήσεις του ΤΑΑ, ο κ. Τσουκαλάς παρατήρησε ότι τα στοιχεία δείχνουν πως οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις παίρνουν χρηματοδότηση, δάνεια από το ΤΑΑ αλλά το ερώτημα είναι αν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις ζητάνε δάνεια από το ΤΑΑ ή αν γενικότερα ζητούν δάνεια από το τραπεζικό σύστημα επειδή «με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, δεν φαίνεται να υπάρχει ισχυρή ζήτηση από την πλειοψηφία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων». Σε αυτό παίζουν ρόλο και τα υψηλά επιτόκια δανεισμού που ακόμα δεν έχουν κατέβει όσο θα θέλαμε, όπως είπε και πρόσθεσε: «Περιμένουμε από το 2025 να αρχίσουμε να βλέπουμε κάποια αύξηση της χρηματοδότησης από τις τράπεζες οι οποίες έχουν εξυγιανθεί πλήρως».

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ

Ο συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού αναφέρθηκε εμφατικά στις απώλειες της οικονομικής κρίσης της περιόδου 2008-2016. «Οι απώλειες ήταν τερατώδεις κατά τη διάρκεια της κρίσης. Αυτό που συνέβη προσομοιάζει σε έναν πόλεμο», είπε ο κ. Τσουκαλάς. «Το κατά κεφαλή ΑΕΠ ήταν 21.000 ευρώ το 2007. Με τις υπάρχουσες υποθέσεις, το καλό σενάριο είναι να το φτάσουμε το 2032 και με το πιο συγκρατημένο σενάριο το 2035. Επομένως συζητάμε για άλλα οκτώ με δέκα χρόνια, για να φτάσουμε, το ονομαστικό ΑΕΠ στα 21.000 ευρώ και αυτό είναι πολύ κάτω από το 90% του μέσου όρου της ευρωζώνης», ανέφερε επίσης.

Αμυντική βιομηχανία

Αναφερόμενος στις αμυντικές δαπάνες, υπογράμμισε αυτό που και η Έκθεση του Γραφείου του Προϋπολογισμού του Κράτους επισημαίνει, ότι δηλαδή από εδώ και στο εξής πρέπει να γίνονται με ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας. «Πολλά από τα κράτη που βλέπουμε τώρα να πρωτοστατούν στον τεχνολογικό τομέα, πολλές από τις τεχνολογικές ανακαλύψεις έχουν ξεκινήσει μέσα από τις αμυντικές δαπάνες, δηλαδή ανάπτυξη νέων τεχνολογιών στα αμυντικά συστήματα. Επομένως και για εμάς θα ήταν ευχής έργο να μπούμε σε αυτόν τον καλό κύκλο, να αναπτύξουμε έρευνα και καινοτομία, μέσα από αμυντικές δαπάνες», σημείωσε.

Διαβάστε ακόμη

Διαδικτυακές αγορές: Τι προτιμούν οι Ελληνες καταναλωτές – Πόσοι εμπιστεύονται τα social media

Orsted: Ψάχνει «ούριο άνεμο» εν μέσω πολλαπλών προκλήσεων (pics)

Νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες: Ανοιχτές αιτήσεις για επιδοτούμενα προγράμματα σε πέντε περιοχές

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα