Η ενεργειακή μετάβαση, δηλαδή η απεξάρτηση από τον άνθρακα και τον λιγνίτη και η στροφή σε φιλικές προς το περιβάλλον μορφές ενέργειας, είναι η μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας να χτίσει ένα νέο παραγωγικό μοντέλο, να προσελκύσει μεγάλες ξένες επενδύσεις και να πετύχει βιώσιμη ανάπτυξη, όπως επισημαίνει στο «business stories» η αναπληρώτρια διευθύντρια του Ινστιτούτου Bruegel των Βρυξελλών Μαρία Δεμερτζή.

Με αφορμή τη συμμετοχή της στο 5ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, το οποίο θα πραγματοποιηθεί από τις 5 έως τις 8 Μαρτίου, η διακεκριμένη οικονομολόγος του Bruegel που συμβουλεύει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς δηλώνει ότι έχει επιτευχθεί πρόοδος στη μείωση των οικονομικών ανισορροπιών στη χώρα μας, αλλά τονίζει ότι «οι αιτίες της κρίσης δεν έχουν εξαλειφθεί». Οπως αναφέρει, «χρειάζονται δομικές αλλαγές για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και την αντιμετώπιση -και, κατά προτίμηση, ανατροπή- της πληθυσμιακής γήρανσης». Επιπλέον, αναδεικνύει την ανάγκη για σωστή εκπαίδευση και αξιοκρατία προκειμένου να αναστραφεί το brain drain.

Η κυρία Δεμερτζή συνιστά στην κυβέρνηση «έξυπνο χειρισμό και υπομονή» για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων και εξηγεί πού πρέπει να δοθεί προτεραιότητα προκειμένου να πειστούν οι Ευρωπαίοι ότι «ο σκοπός είναι η βιωσιμότητα και όχι απλώς η εφήμερη καλυτέρευση». Όσον αφορά το Brexit, εκτιμά ότι «η Ε.Ε. και πολύ περισσότερο η Βρετανία αποδυναμώνονται» και υπογραμμίζει ότι «η Ευρώπη πρέπει να βρει δύναμη να αυξήσει την επιρροή της».

Η Ελλάδα δανείζεται από τις αγορές σε ιστορικά χαμηλά και το οικονομικό κλίμα βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας δωδεκαετίας. Έχουμε πλέον αφήσει οριστικά πίσω την κρίση και τις γενεσιουργές αιτίες της;

Τα ιστορικά χαμηλά επιτόκια ισχύουν για τις περισσότερες χώρες, χωρίς να γνωρίζουμε πλήρως ποιες είναι οι αιτίες. Αναφορικά με την Ελλάδα, όμως, αναμφισβήτητα, αποτελεί και ένδειξη εμπιστοσύνης στην πρόοδο που έχει κάνει η χώρα όσον αφορά τη μείωση των οικονομικών ανισορροπιών. Ωστόσο, οι αιτίες της κρίσης δεν έχουν εξαλειφθεί. Χρειάζονται δομικές αλλαγές για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και την αντιμετώπιση -και, κατά προτίμηση, ανατροπή- της πληθυσμιακής γήρανσης.

– Πώς αξιολογείτε τα μέχρι τώρα δείγματα γραφής της κυβέρνησης στον φορολογικό τομέα και την οικονομία γενικότερα;

Είναι πολύ νωρίς για να κρίνει κανείς την αποτελεσματικότητα των μέτρων. Κάθε κυβέρνηση χρειάζεται, και δικαιούται, χρόνο για να κριθεί. Οι αγορές και το επενδυτικό ενδιαφέρον, πάντως, είναι ενδείξεις ότι η κυβέρνηση θέλει να φέρει αλλαγές. Η φορολογία είναι ένα από τα πιο δύσκολα θέματα, γιατί χρειάζεται ταυτόχρονα ελάφρυνση αλλά με πολύ περιορισμένο χώρο εσόδων, δεδομένου του χρέους.

Έχετε υπογραμμίσει την ανάγκη για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο ώστε να ενισχυθεί η ανάπτυξη. Τι θα πρέπει να περιλαμβάνει το μοντέλο αυτό και σε ποιους τομείς της οικονομίας να βασίζεται;

Η ενεργειακή μετάβαση είναι μια μεγάλη ευκαιρία για χώρες που αποζητούν καινούριο βιομηχανικό μοντέλο. Η Ελλάδα σίγουρα έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλευτεί τόσο την ηλιακή όσο και την αιολική ενέργεια. Η δυνατότητα μείωσης της ενεργειακής εξάρτησης θα απελευθέρωνε μέσα τα οποία θα ήταν μεγάλη βοήθεια για το ισοζύγιο πληρωμών και την καθαρή διεθνή επενδυτική μας θέση. Αυτό θα επέτρεπε και την επένδυση στην καινοτομία, στην εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες και στη διά βίου μάθηση, απαραίτητα συστατικά για τη δημιουργία σταθερού παραγωγικού μοντέλου.

Η κυβέρνηση έχει βάλει ψηλά στην ατζέντα της τη μείωση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Εκτιμάτε ότι θα πετύχει συμφωνία με τους Ευρωπαίους;

Εξαρτάται για ποιο χρονικό πλαίσιο μιλάμε. Η κυβέρνηση αναφέρεται τακτικά στο αβάστακτο της υποχρέωσής μας για υψηλά πλεονάσματα. Το θέμα χρειάζεται έξυπνο χειρισμό και υπομονή, για να μην κινδυνεύσει η αποκατάσταση της αξιοπιστίας μας. Δεν θεωρώ έξυπνη τακτική τη συζήτηση για μείωση των πλεονασμάτων, εφόσον η καλυτέρευση της οικονομίας μας είναι μια υπόσχεση. Και το υποστηρίζω αυτό με πλήρη κατανόηση ότι τέτοια υψηλά πλεονάσματα από μόνα τους επιβραδύνουν αυτήν την καλυτέρευση. Η τακτική που προτείνω είναι θεσμικές αλλαγές που καλυτερεύουν το επενδυτικό περιβάλλον. Επίσης, λήψη μέτρων που βοηθούν την ενεργειακή μετάβαση και την προστασία του περιβάλλοντος (ανακύκλωση και διαχείριση απορριμμάτων) τα οποία θα πείσουν ότι ο σκοπός είναι η βιωσιμότητα και όχι απλώς η εφήμερη καλυτέρευση. Ουσιαστικές αλλαγές σε αυτά τα θέματα θα πείσουν και θα βρουν, κατά τη γνώμη μου, ανταπόκριση.

– Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να ξανακερδίσει τους Ελληνες επιστήμονες που μετανάστευσαν στην κρίση;

Απλά, αξιοκρατία και εκμοντερνισμό. Αυτές είναι βαθιές αλλαγές που ξεκινούν μόνο με σωστή εκπαίδευση.

Το διεθνές περιβάλλον γίνεται ολοένα πιο απρόβλεπτο και η εμβάθυνση της οικονομικής και νομισματικής ενοποίησης προχωρά με δυσκολίες και αργά βήματα. Πόσο έτοιμη είναι η Ευρώπη να αντιμετωπίσει νέες κρίσεις και πόσο διαφορετική θα είναι η μετά Brexit εποχή;

Με την έξοδο της Βρετανίας από την Ε.Ε. ξεκινάει μια περίοδος αναπροσαρμογής εσωτερικά. Οι χώρες που βασίζονταν στη διπλωματική δύναμη της Βρετανίας να υπερασπίζεται τις απόψεις τους αναζητούν τώρα καινούριες συμμαχίες. Η Ε.Ε. χάνει τον αγγλοσαξονικό πυλώνα και παραμένουν οι άλλοι δύο, της Γαλλίας και της Γερμανίας, να προωθήσουν και την εσωτερική συνοχή αλλά και την έκφραση της ευρωπαϊκής φωνής σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Ε.Ε. και πολύ περισσότερο η Βρετανία αποδυναμώνονται, και μαζί τους η ευρωπαϊκή πυγμή.

Αναμφισβήτητα, αυτό θα έχει επιπτώσεις στη δυνατότητα της Ευρώπης να επιβληθεί σε θέματα όπως το διεθνές εμπόριο και ο ανταγωνισμός. Η Ευρώπη πρέπει να βρει δύναμη να αυξήσει την επιρροή της.

* Η Μαρία Δεμερτζή θα είναι ομιλήτρια σε δύο θεματικές ενότητες του 5ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών: «Παρατηρώντας τη γυάλινη σφαίρα: το μέλλον της σχέσης Ηνωμένου Βασιλείου – Ε.Ε. και οι επιπτώσεις της» και «Διακυβέρνηση σε εποχές κατακερματισμού: Στόχοι και προκλήσεις για την Επιτροπή Φον ντερ Λάιεν».