Σε πραγματικό θρίλερ εξελίσσονται οι συζητήσεις για το χρέος, καθώς η κυβέρνηση ελπίζει μεν σε μια καλύτερη λύση από εκείνη που παρουσιάστηκε στο Εurogroup με τη βοήθεια των συμμάχων Γαλλίας, Ιταλίας και Κομισιόν, αλλά βλέπει ότι τα περιθώρια είναι περιορισμένα, λόγω της αδιαλλαξίας Σόιμπλε.

Η αντικειμενική στόχευση είναι πλέον μια απόφαση καλύτερη από εκείνη που παρουσιάστηκε στο Εurogroup, η οποία όμως θα επιτρέπει την ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση (QE – Quantitative Easing) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Τo QE θεωρείται ο δρόμος προς την έξοδο στις αγορές, η οποία με τη σειρά της εκτιμάται ότι είναι ο μόνος δρόμος για να αποφευχθεί η παγίδα για τέταρτο μνημόνιο που φάνηκε πλέον ότι στήνει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Διότι εάν γίνει δεκτή η πρόταση Σόιμπλε, το ΔΝΤ δεν θα χρηματοδοτήσει το ελληνικό πρόγραμμα και επομένως δεν θα κάνει θετική ανάλυση για το χρέος, οπότε η ΕΚΤ δεν θα μπορεί να εντάξει την Ελλάδα στο QE ώστε η τελευταία να αρχίσει να προσεγγίζει τις αγορές.

Σε κάθε περίπτωση η ένταξη στο QE, βέβαια δεν είναι καθόλου εύκολη στο τεχνικό αλλά και στο πολιτικό επίπεδο. Δεν είναι καθόλου καθαρό εάν η ΕΚΤ έχει τη δυνατότητα να δεχθεί τα ελληνικά ομόλογα ακόμα κι αν υπάρξουν κάποιου τύπου ενισχυμένες δεσμεύσεις από το eurogroup -όπως συζητείται παρασκηνιακά πλέον- εφόσον το ΔΝΤ δεν έχει δώσει σφραγίδα βιωσιμότητας.

Επιπλέον, είναι δεδομένο ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που είναι αυτή τη στιγμή το βασικό εμπόδιο, είναι φανατικά αντίθετος όχι μόνο στην ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο QE, αλλά στο πρόγραμμα συνολικά.

Το πιο ανησυχητικό συμπέρασμα από τις εξελίξεις στο Eurogroup δεν είναι μόνο οι τεχνικές διαστάσεις των διαφόρων λύσεων που συζητήθηκαν, όσο το πολιτικό συμπέρασμα ότι βασικός στόχος της Γερμανίας δεν είναι μόνο να μεταφέρει τις αποφάσεις μετά τις εκλογές, αλλά και να δημιουργήσει ένα πλαίσιο ελέγχου και εποπτείας της Ελλάδας ακόμα και μετά τη λήξη του τρίτου προγράμματος τον Αύγουστο του 2018. Εξίσου ανησυχητικό για την ελληνική πλευρά ήταν επίσης το γεγονός ότι η αντίληψη αυτή έγινε αποδεκτή από μεγάλη μερίδα χωρών, αλλά και από το ΔΝΤ.

Γι’ αυτό και η ένταξη στο QE αποκτά στρατηγική σημασία για την ελληνική κυβέρνηση, επειδή θεωρείται το απαραίτητο εργαλείο για να υποχωρήσουν οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων και το υπουργείο Οικονομικών να αρχίσει να εκδίδει καινούρια, έτσι ώστε μέχρι τον Αύγουστο του 2018 να έχει αποκτήσει «αυτάρκεια δανεισμού» και να μην χρειάζεται νέο δάνειο και νέο μνημόνιο.

Είναι ενδεικτικό ότι ο Αλέξης Τσίπρας χθες το πρωί δήλωσε ότι στρατηγικός στόχος είναι η χώρα να μπορεί να δανείζεται από τις αγορές αφήνοντας να εννοηθεί ότι κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει είτε «είτε πάρουμε μια συμφωνία για το χρέος σαν αυτή που μας παρουσίασε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, είτε μια ακόμα καλύτερη που παλεύουμε να πάρουμε».

Το βράδυ, όμως, προκειμένου να μην θεωρηθεί ότι γίνεται αποδεκτή η πρόταση Σόιμπλε, ο πρωθυπουργός έσπευσε να διευκρινίσει σε άλλη ομιλία του ότι η η χώρα διεκδικεί μια καθαρή λύση για το χρέος λέγοντας ότι « Δεν μπορεί να λέμε δηλαδή ναι στις μεταρρυθμίσεις και στα μέτρα και όχι στο χρέος. Δεν γίνεται να θέλουμε και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο».

Γ. ΣΩΖΟΣ
george.sozos01@gmail.com