Δεν θα πληρώσουν ΦΠΑ, φόρους και ασφαλιστικές εισφορές τον Μάρτιο, οι επιχειρήσεις που υποχρεώθηκαν να αναστείλουν τη λειτουργία τους λόγω κορωναϊού. Η αναστολή πληρωμής των τρεχουσών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων, είναι το πρώτο από τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων σε κλάδους και περιοχές της χώρας που πλήττονται από την εξάπλωση της νόσου, τα οποία αναμένεται να ανακοινώσουν σήμερα το μεσημέρι στις 12.30 από κοινού τα υπουργεία Οικονομικών, Εργασίας και Ανάπτυξης.

Η κυβέρνηση σήμερα θα παρουσιάσει τους βασικούς άξονες των οικονομικών μέτρων στήριξης, τα οποία θα λαμβάνει στο εξής. Η ανακοίνωσή τους θα γίνεται σταδιακά και τμηματικά, εστιάζοντας μόνον σε αυτά  που πρόκειται να ενεργοποιηθούν άμεσα, αρχής γενομένης από την παράταση πληρωμής των οφειλών του Μαρτίου προς εφορία και Ταμεία. Προς το παρόν το μέτρο θα αφορά σε επιχειρήσεις των οποίων διατάχθηκε να κλείσουν στους νομούς Αχαΐας, Ηλείας και Ζακύνθου. Η ίδια διευκόλυνση -αλλά και όποια άλλη αρχίζει  σταδιακά να ενεργοποιείται- θα προσφέρεται εφεξής και σε όσους άλλους βρεθούν σε αντίστοιχη θέση με εκείνους που πρώτοι ενισχύθηκαν.

Το συνολικό πακέτο μέτρων όμως θα αποκαλυφθεί μετά το Eurogroup της 16ης Μαρτίου, όπου ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας θα παρουσιάσει το ελληνικό σχέδιο. Ο στόχος είναι διπλός: αφενός επιδιώκεται τα ενδεδειγμένα μέτρα και πολιτικές να συμφωνηθούν πανευρωπαϊκά – με εξαίρεση την Ιταλία όπου η κατάσταση τείνει να ξεφύγει και η χώρα που μετρά ήδη απώλειες ζωών, ανακοινώνει διαδοχικά πακέτα οικονομικών μέτρων ύψους δισεκατομμυρίων ευρώ. Και αφετέρου, να διασφαλιστεί πλήρως ότι οι έκτακτες δαπάνες (αλλά και οι απώλειες εσόδων) δεν θα μετράνε στους στόχους για τα πρωτογενή πλεονάσματα.

Στο πλαίσιο αυτό, στην κυβέρνηση εξετάζουν να αναλάβει το Κράτος τις πληρωμές μισθών για επιχειρήσεις που υποχρεώνονται να κλείσουν. Ωστόσο, αν και με τα σημερινά δεδομένα  το κόστος φαντάζει μηδαμινό και πολύ περιορισμένο, στην πραγματικότητα ουδείς μπορεί να προϋπολογίσει τις συνέπειες που θα έχει για το κράτος, αν και εφόσον η κατάσταση ξεφύγει και στη χώρα μας. Όλα εξαρτώνται δηλαδή από τα πραγματικά γεγονότα και την έκταση και την ένταση που θα λάβουν τα προβλήματα στη χώρα, καθώς ό,τι ισχύσει για τον πρώτο μισθωτό που θα αποζημιωθεί για την απώλεια του μισθού του, θα πρέπει να ισχύει και για κάθε επόμενο που θα βρεθεί στη θέση του. Σε αυτήν την περίπτωση, άγνωστες παραμένουν το ύψος του επιδόματος μισθού, η διάρκεια χορήγησης και ο αριθμός  των τελικών δικαιούχων που θα προκύψουν λόγω των συνθηκών, πέραν του κόστους και όλων των άλλων δαπανών ή φροντίδων που οφείλει το Κράτος να λαμβάνει για άλλα προβλήματα ή ελλείψεις που θα εκδηλώνονται -πχ για φάρμακα, νοσοκομεία, τροφοδοσίες, ρευστότητα, ασφάλεια κλπ.

Ντόμιμο επιπτώσεων στην αγορά

Οι επιπτώσεις από τη μετάδοση της νόσου αποδεικνύονται πολλαπλάσιες απ’ όσο αρχικά εκτιμήθηκε, καθώς ήδη τα οικονομικά μοντέλα πρόβλεψης των κινδύνων δείχνουν ρυθμούς ανάπτυξης 0,5%-1% του ΑΕΠ χαμηλότερους, της τάξεως του 1,8%-2,2%. Ηδη φαίνονται οι επιπτώσεις σε τομείς όπως η Ναυτιλία και ο Συνεδριακός (κυρίως) Τουρισμός, ενώ στοιχεία συγκεντρώνονται σχετικά με τις αφίξεις στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», την κίνηση στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και τις ηλεκτρονικές συναλλαγές. Ανησυχητικά είναι επίσης τα πρώτα προβλήματα που καταγράφονται σε κλειστούς χώρους εστίασης και ψυχαγωγίας, όπως εστιατόρια, κινηματογράφοι και θέατρα. Αντιθέτως, στα σούπερ μάρκετ εκδηλώνονται σημάδια αποθεματοποίησης και αυξημένης ζήτησης που δεν έχουν πλήξει πάντως την τροφοδοσία τηw αγοράς προς το παρόν.
Σε μια χρονιά φοροελαφρύνσεων όμως για εισοδήματα και ακίνητη περιουσία, όπως είχε προαναγγελθεί, όπου το υπουργείο Οικονομικών υπολόγιζε να καλύψει το δημοσιονομικό κόστος των παροχών με τα αυξημένα έσοδα που προέβλεπε (έως και 2 δισ. ευρώ επιπλέον εν σχέσει με πέρυσι) από ΦΠΑ ή άλλους έμμεσους φόρους κατανάλωσης λόγω αύξησης της οικονομικής δραστηριότητας, είναι σαφές ότι δημιουργείται ένας πρόσθετος βαθμός δυσκολίας.

Η έκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου

Το μέτρο των συνεπειών για την οικονομία δίνει η έκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου (ΕΔΣ) που σε χρόνο- ρεκόρ από τη στιγμή που εκδηλώθηκε το πρώτο κρούσμα της νόσου στη χώρα μας ποσοτικοποίησε τις επιπτώσεις. Προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,21% (δυσμενές σενάριο) ή 1,88% (ακραίο σενάριο) το 2020, υπολογίζοντας μόνο τις συνέπειες από τη διεθνή αναταραχή που εκδηλώνεται (μόνο η αλλαγή επί τα χείρω του ΑΕΠ της Ευρωζώνης) και όχι λαμβάνοντας υπόψη άλλα σενάρια ή διαταραχές – «τόσο εξωγενώς όσο και ενδογενώς». Στις εκτιμήσεις αυτές δεν έχει προσμετρηθεί, π.χ., η μείωση των τουριστικών εισπράξεων στη χώρα μας το 2020 κ.ά.
Οπως τονίζεται στην έκθεση που εξέδωσε το ανεξάρτητο θεσμικό όργανο:
1. H εξάπλωση του ιού είναι πλέον σίγουρο ότι θα προκαλέσει αναθεώρηση επί τα χείρω των προβλέψεων για τη μεγέθυνση της παγκόσμιας οικονομίας το 2020. Το επιβεβαίωσαν ήδη ΟΟΣΑ και ΔΝΤ.
2. Για κάθε 1 ποσοστιαία μονάδα μείωσης της πρόβλεψης για το ΑΕΠ της Ευρωζώνης, το ελληνικό ΑΕΠ επιβραδύνεται περίπου 0,8%.
3. Σε περίπτωση που η επιδημία πάρει διαστάσεις, θα προκληθεί «δομική αλλαγή» στο υπόδειγμα υπολογισμού των επιπτώσεων, η οποία προς το παρόν είναι δύσκολο να προβλεφθεί.
Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεση, η κρίση μπορεί να πλήξει ενδογενώς την ελληνική οικονομία βάσει τουλάχιστον δύο διαύλων:
α) Επιδείνωσης του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών λόγω μείωσης των τουριστικών εισπράξεων, μείωσης των εισπράξεων από θαλάσσιες και χερσαίες μεταφορές κ.λπ.
β) Λόγω επίπτωσης στην ιδιωτική κατανάλωση (κλάδοι εστίασης, διασκέδασης και ψυχαγωγίας, οικοδομή κ.λπ.).
Με βάση αυτές τις αρνητικές εκτιμήσεις, φαίνεται ότι απομακρυνόμαστε, πιθανώς σημαντικά, από τον στόχο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,8% το 2020, γεγονός που θα έχει επιπτώσεις στα δημοσιονομικά αποτελέσματα.
Σε αυτή την περίπτωση, σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, θα πρέπει να αναζητηθούν «μαξιλάρια» για τον Προϋπολογισμό για τυχόν έκτακτες δαπάνες (π.χ. στον τομέα της Υγείας), όπως πιθανώς και αξιοποίηση μέρους των ταμειακών αποθεμάτων ασφαλείας (cash buffers).
Προχωρώντας έτι περαιτέρω -και πέρα από την τύχη των εξαγγελιών για τις φοροελαφρύνσεις του 2020-, το ΕΔΣ προειδοποιεί την κυβέρνηση ότι θα χρειαστεί «έγκαιρη συνεννόηση με τους θεσμούς για συμφωνία ρήτρας διαφυγής (escape clause), ώστε μία ελεγχόμενη απόκλιση από τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ να μην οδηγήσει σε περιοριστικά δημοσιονομικά μέτρα τα οποία θα επιδεινώσουν περαιτέρω τη μακροοικονομική κατάσταση στην Ελλάδα και θα ανακόψουν τη θετική δυναμική των τελευταίων ετών»!