Ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά 2,4% μέσα στο 2023 «βλέπει» το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), αναθεωρώντας αισθητά την εκτίμηση του περασμένου Ιανουαρίου (1,4%).

Όπως προκύπτει από την τριμηνιαία ανάλυση του ΙΟΒΕ, το βασικό σενάριο προβλέπει ότι οι επενδύσεις και τα έσοδα από τον τουρισμό θα αυξηθούν, προσφέροντας στηρίγματα στο ΑΕΠ. Παράλληλα, αναμένεται υποχώρηση του πληθωρισμού στο 4,3% και της ανεργίας στο 11%.

Οι θετικές προοπτικές, σύμφωνα με τη μελέτη, εδράζονται στους εξής παράγοντες:

  • Πρώτον, η ισχυρή ανάκαμψη της κατανάλωσης, η οποία ενδυναμώθηκε και από τα μέτρα στήριξης των νοικοκυριών, αλλά κυρίως εκφράζει συσσωρευμένη αντίδραση μετά τους περιορισμούς της πανδημίας. Εκτός από την αναβαλλόμενη κατανάλωση και την αποταμίευση που είχε τότε προκληθεί, φαίνεται πως, τουλάχιστον προσωρινά, έχει αυξηθεί και η ροπή προς κατανάλωση σημαντικού μέρους των νοικοκυριών.
  • Δεύτερον, παρόμοιες τάσεις υπάρχουν και σε άλλες οικονομίες, κυρίως ευρωπαϊκές, και ως αποτέλεσμα η ισχυρή δυναμική του εισερχόμενου τουρισμού κατά την περσινή χρονιά φαίνεται πως συνεχίζεται και φέτος.
  • Τρίτον, η ενεργοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και συναφών ευρωπαϊκών σχημάτων, ευνοεί την οικονομία τόσο άμεσα με τη διοχέτευση ρευστότητας σε διάφορους τομείς της, με σχετικά ευνοϊκούς όρους χρηματοδότησης, όσο και έμμεσα μέσω μεταρρυθμίσεων που έχουν τεθεί ως συνθήκη αλλά κυρίως με την εμπέδωση συνθηκών σταθερότητας ευρύτερα για τις επενδύσεις. Συναφώς, καταγράφεται ενίσχυση και της πιστωτικής επέκτασης στην οικονομία, παρά την αύξηση των ονομαστικών επιτοκίων.
  • Τέταρτον, το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού δημοσίου χρέους δεν επηρεάζεται από την άνοδο των επιτοκίων στο παγκόσμιο περιβάλλον, καθώς είναι περισσότερο μακροπρόθεσμο και με σταθερά επιτόκια. Ως αποτέλεσμα, η αρνητική επίπτωση της απότομης αλλαγής κατεύθυνσης στη νομισματική πολιτική δεν είναι τόσο μεγάλη όσο θα ήταν υπό άλλες συνθήκες για μια οικονομία με τόσο υψηλό δημόσιο χρέος. Αντίθετα, βραχυχρόνια ο υψηλός πληθωρισμός δημιουργεί ευχέρεια κινήσεων στο δημόσιο ταμείο και μειώνει την ονομαστική επίπτωση του χρέους, χωρίς να παραγνωρίζεται η διαβρωτική επίδρασή του στην οικονομία μεσοπρόθεσμα.

Οι μακροπρόθεσμες τάσεις

Υπάρχουν επίσης τάσεις που μπορεί να είναι σημαντικές για τη διατήρηση της δυναμικής μεγέθυνσης της οικονομίας μεσοπρόθεσμα.

Η πρώτη, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, αφορά τη σταδιακή αύξηση στις εξαγωγές αγαθών τα τελευταία χρόνια, η οποία αφορά ένα σημαντικό εύρος κλάδων και εξαγωγικών προορισμών. Αν και η απόσταση που χωρίζει την ελληνική από άλλες οικονομίες με παρόμοια χαρακτηριστικά παραμένει πολύ μεγάλη, και ενώ αναμένονται σημαντικές πιέσεις λόγω της επιβράδυνσης των οικονομιών στο εξωτερικό και του κόστους ενέργειας που παραμένει υψηλό, η ενίσχυση της εξωστρέφειας ιδίως μέσω της ανταγωνιστικότητας της μεταποίησης αποτελεί σημαντική θετική εξέλιξη.

Η δεύτερη τάση αφορά συνολικά τον βαθμό στον οποίο η ελληνική οικονομία είναι ανοικτή, όπως ορίζεται από το άθροισμα εξαγωγών και εισαγωγών ως ποσοστό του εγχώριου προϊόντος, και η οποία είναι αυξητική. Παρά τη μεγάλη και ανησυχητική αύξηση των εισαγωγών, συνολικά μια περισσότερο ανοικτή οικονομία είναι περισσότερο δυναμική καθώς ενσωματώνει πιο εύκολα καινοτομία και νέες τεχνολογίες και αυξάνεται η ανταγωνιστικότητά της.

Οι προκλήσεις

Πέραν των παραπάνω, φυσικά, υπάρχουν και σημαντικές προκλήσεις, οι οποίες προέρχονται τόσο από το διεθνές περιβάλλον όσο και από δομικά χαρακτηριστικά της. Άλλωστε, η μεγέθυνση της οικονομίας έχει συνοδευθεί με επιστροφή σε δίδυμα ελλείμματα, δημοσιονομικά και εξωτερικού ισοζυγίου, των οποίων η εξισορρόπηση είναι σημαντικό να λάβει χώρα νωρίτερα παρά αργότερα.

Η μεγαλύτερη αλλαγή προέρχεται από την απότομη αλλαγή στην παγκόσμια οικονομία όπου μια μακρά περίοδο κατά την οποία οι κεντρικές τράπεζες διοχέτευαν εκτεταμένη ρευστότητα στην οικονομία, με αποτέλεσμα ένα εξαιρετικά χαμηλό κόστος χρήματος, έχει διαδεχθεί η έντονη ανησυχία για τον υψηλό και επίμονο πληθωρισμό και η απότομη και συνεχιζόμενη αύξηση των επιτοκίων. Η πρόσφατη κατάρρευση τριών τράπεζων στις ΗΠΑ και αναταραχή στην δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας δημιούργησε ανησυχία. Τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί σε μια τόσο ευμετάβλητη παγκόσμια οικονομία, όμως είναι μάλλον απίθανο αυτή η κρίση να επεκταθεί σε μεγάλο αριθμό άλλων οργανισμών.

Ειδικότερα για τις τράπεζες στην ευρωζώνη, και τις ελληνικές, έχει εφαρμοστεί τα τελευταία χρόνια αυστηρό σύστημα εποπτείας για την κεφαλαιακή τους επάρκεια και λειτουργία. Όσοι χειρίζονται πλευρές της οικονομικής πολιτικής, σε κυβερνήσεις, κεντρικές τράπεζες και διεθνείς οργανισμούς είναι πολύ περισσότερο συντηρητικοί και προσπαθούν να αποφύγουν περιοχές κρίσης, έχοντας κατανοήσει πόσο γρήγορα μια ανάφλεξη μπορεί να επεκταθεί, ήδη από το 2008. Όμως, αν και η άμεση πιθανότητα μιας οξείας κρίσης είναι μικρή, υπάρχουν κίνδυνοι και σημαντικές προκλήσεις. Τα προβλήματα στην παγκόσμια οικονομία έχουν βάθος. Κινήσεις πολιτικής για την αντιμετώπιση προηγούμενων κρίσεων, κυρίως μέσω της διοχέτευσης εκτεταμένης ρευστότητας, έχουν οδηγήσει σε μερική μετάθεση του προβλήματος αλλά όχι λύση.

Η ανάγκη για μεγάλη αύξηση των κεντρικών επιτοκίων λόγω του πληθωρισμού μειώνει τους ρυθμούς μεγέθυνσης των οικονομιών και δημιουργεί πρόβλημα αναχρηματοδότησης σε νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κράτη. Φυσικά, δεν μπορεί να λησμονείται πως η ενεργειακή κρίση, ιδίως στην Ευρώπη, δεν έχει κλείσει τον κύκλο της ούτε βέβαια πως συνεχίζεται ο πόλεμος μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία που συνεχίζει να είναι και μια πηγή αβεβαιότητας για την οικονομία. Στο επόμενο διάστημα, όσοι έχουν εκτεθεί σε υψηλού ύψους δανεισμό μπορεί να αντιμετωπίσουν πιέσεις εάν είναι οργανικά αδύναμοι.

Στην προηγούμενη περίοδο, σχετικά προβλήματα καλύπτονταν από την ευρεία ρευστότητα και έτσι αδύναμες επιχειρήσεις μπορούσαν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους. Στο νέο περιβάλλον, το χρήμα είναι ακριβότερο και πιο εκλεκτικό. Για τη δική μας οικονομία αυτό σημαίνει πως η κερδοφορία των επιχειρήσεων γενικά θα μειωθεί, ενώ το κόστος δανεισμού τους θα αυξηθεί. Το δημόσιο ταμείο δεν έχει τις ίδιες δυνατότητες για επιδοτήσεις όπως πριν και το κόστος δανεισμού του επίσης αναμένεται να αυξηθεί.

Δεδομένων των ισχυρών πιέσεων από την παγκόσμια οικονομία και ειδικότερα από το ευρωπαϊκό περιβάλλον, και καθώς η θετική επίδραση που είχαν πρόσφατα ορισμένοι παράγοντες στη μεγέθυνση αναπόφευκτα εξασθενεί, ενώ η χώρα βρίσκεται σε προεκλογική διαδικασία, αποτελεί προϋπόθεση για την εμπέδωση αναπτυξιακής δυναμικής στη συνέχεια να υπάρξει κατάλληλη στόχευση σε τρεις κομβικές περιοχές της οικονομικής πολιτικής.

Οι τρεις προϋποθέσεις

Πρώτον, ακόμη και αν ήταν ήδη αναγκαία η στροφή σε πρωτογενή πλεονάσματα, πλέον γίνεται ακόμη πιο επείγον να ακολουθηθεί στο επόμενο διάστημα πολιτική που θα προωθεί την ευρωστία των δημοσιονομικών, με επίτευξη και της επενδυτικής βαθμίδας το συντομότερο δυνατό. Ήδη από την τρέχουσα χρονιά είναι σημαντικό να υπάρξει καθαρό πρωτογενές πλεόνασμα και το οποίο να είναι διατηρήσιμο, ώστε να μην εκτροχιαστεί η χώρα προς υψηλό ρίσκο με επίπτωση στις προοπτικές μεγέθυνσής της. Η εξισορρόπηση του ταμείου ώστε να υπάρχουν πλεονάσματα, προϋποθέτει και απεξάρτηση της οικονομίας από τα μεγάλου ύψους επιδόματα τα οποία κατέστησε αναγκαία η πανδημία και η έντονη ενεργειακή κρίση. Αυτά είναι κρίσιμο να αντικατασταθούν εφεξής από μέτρα υποστήριξης της εργασίας, άνοδο των πραγματικών εισοδημάτων, και κατάλληλη στόχευση με μέτρα υποστήριξης μόνο των πραγματικά ευάλωτων νοικοκυριών. Ταυτόχρονα, η μείωση του διαφορικού κόστους χρηματοδότησης από άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, μπορεί να εξουδετερώσει, εν μέρει και όσον αφορά τα εγχώρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις, τη διεθνή αύξηση των επιτοκίων.

Δεύτερον, καθώς το παγκόσμιο πλαίσιο πλέον δεν ευνοεί κατά τα άλλα επενδύσεις και εξαγωγές, πρέπει να ενισχυθούν οι υποδομές και οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες, μέσα και από το Ταμείο Ανάκαμψης, που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστική θέση της χώρας. Παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια, το κενό που πρέπει να καλυφθεί όσον αφορά το επίπεδο των εξαγωγών συνολικά και των επενδύσεων στη χώρα παραμένει μεγάλο. Σχετικά, έχει ιδιαίτερη σημασία η σταθερότητα της οικονομικής πολιτικής ώστε να μην εκτίθενται σε υπερβολική αβεβαιότητα οι επιχειρήσεις που θέλουν να επενδύσουν μακροπρόθεσμα σε νέο παραγωγικό δυναμικό. Το πλέγμα των αναγκαίων παρεμβάσεων, εκτείνεται από τον δημόσιο τομέα για το σύστημα απονομής δικαιοσύνης στην εκπαίδευση και στην κατάρτιση, ενόψει και της ανάγκης διατήρησης και προσέλκυσης πληθυσμού στη χώρα.

Τέλος, ιδιαίτερη σημασία έχει ο χειρισμός του πληθωρισμού, αφενός για να μην πληγεί η σχετική ανταγωνιστική θέση της χώρας με τελικό αποτέλεσμα τη μείωση των εισοδημάτων, και αφετέρου ώστε να μην υπάρχει συνεχιζόμενη έντονη πίεση στα νοικοκυριά και ιδίως όσα βρίσκονται σε ασθενή οικονομική θέση. Εκτός των άλλων, έχει ιδιαίτερη κρισιμότητα η ενίσχυση της παραγωγικής βάσης και του ανταγωνισμού στην αγορά, ιδίως μέσω της διευκόλυνσης των επενδύσεων και της εισόδου νέων επιχειρήσεων. Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι παραμένει ένα σημαντικό κομμάτι της οικονομίας ως άτυπο και όχι επίσημο, αφενός συντηρεί αδήλωτα εισοδήματα που αυξάνουν τη ζήτηση σε επίπεδο που άλλα νοικοκυριά δεν μπορούν να παρακολουθήσουν, και αφετέρου δημιουργεί άνισες συνθήκες ανταγωνισμού στην αγορά ανάμεσα σε επιχειρήσεις. Η ένταση μέτρων για τη στροφή από την άτυπη στην επίσημη οικονομία αποτελεί προϋπόθεση για τη συνολική ανάπτυξή της στη συνέχεια.

Διαβάστε ακόμα

Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Κασιδιάρης, το deal της HHG στην Κύπρο, το ντέρμπι Μυλωνά – Καντώνια και ο… unbroken Κούτρας

Πώς άλλαξε χέρια το μεγάλο ακίνητο του «Soleto» σε ένα από τα πιο εμπορικά σημεία της Γλυφάδας (pics)

Νίκος Σταθόπουλος: Γιατί η BC Partners έδωσε €250 εκατ. στα ΙΕΚ Ακμή (pic)