Της Μαριάννας Τζάννε

Τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα θα μπορέσει να γίνει διαμετακομιστικός κόμβος διεθνούς εμπορίου περιγράφει μελέτη του ΚΕΠΕ, που υποβαθμίζει το ρόλο της Cosco στον Πειραιά και προτάσσει μεγάλες επενδύσεις στις συνδυασμένες μεταφορές αλλά και στα περιφερειακά λιμάνια.

Ο συγγραφέας, ερευνητής Θεόδωρος Τσέκερης, υποστηρίζει ότι ο στόχος του διεθνούς εμπορίου θα επιτευχθεί με την ενίσχυση του σιδηρόδρομου και των εμπορευματικών κέντρων, τονίζοντας ότι η χώρα μας κινείται με πολύ αργούς ρυθμούς στον τομέα αυτό, την ώρα που οι γείτονες, αναβαθμίζουν με την συνδρομή Κινεζικών και Τουρκικών κεφαλαίων λιμάνια, αερομεταφορές, σιδηρόδρομο. Η «παρα-Εγνατία», που ξεκινά από το Δυρράχιο της Αλβανίας και φτάνει μέχρι τα λιμάνια της Βουλγαρίας στον Εύξεινο Πόντο είναι μέρος αυτού του επενδυτικού οράματος.

Το ΚΕΠΕ δίνει ιδιαίτερο βάρος και στην αναβάθμιση των άλλων λιμένων.«Οι υπόλοιποι μεγάλοι λιμένες θα πρέπει να προσελκύσουν άμεσα επενδύσεις από διεθνείς παρόχους, ώστε να ενισχύσουν την αποτελεσματικότητα και τη διασύνδεσή τους με τις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες και δίκτυα παραγωγής. Παράλληλα, απαραίτητη είναι και η προσέλκυση επενδύσεων στον σιδηρόδρομο για την τεχνολογική αναβάθμιση και την ανάπτυξη των απαραίτητων υποδομών και του τροχαίου υλικού για τη συνδυασμένη μεταφορά ενός μεγάλου εύρους κατηγοριών φορτίων προς /από τις ευρωπαϊκές χώρες».

Η μελέτη (Εμπορευματικές Μεταφορές και Ανάπτυξη Διεθνών Εφοδιαστικών Κόμβων στην Ελλάδα), αναφέρει ότι «οι μεγαλύτεροι θαλάσσιοι εμπορευματικοί κόμβοι στην Ευρώπη δεν βασίζονται σε δραστηριότητες αναδιακίνησης, αλλά κυρίως σε λιμενικές υπηρεσίες πύλης (gateway hubs) εισόδου-εξόδου φορτίων που μεταφέρονται συνδυασμένα (με χρήση οδικών και σιδηροδρομικών ή/και ποτάμιων μέσων) προς και από την ενδοχώρα. Συνεπώς, η βιώσιμη, σταθερή και ανθεκτική ανάπτυξη του λιμένα του Πειραιά, ως ενός ευρωπαϊκής κλίμακας εφοδιαστικού κόμβου, εξαρτάται άμεσα από τη λειτουργία τέτοιων συνδυασμένων χερσαίων μεταφορικών υπηρεσιών, οι οποίες θα επιτρέψουν τη διαμετακόμιση ενός σημαντικού ποσοστού εμπορευματοκιβωτίων (Ε/Κ) που δέχεται προς τα μεγάλα κέντρα οικονομικών δραστηριοτήτων της Ευρώπης».

Όπως σημειώνεται μια μέση ετήσια αύξηση κατά 10% του διεθνούς θαλάσσιου εμπορίου που μπορεί να εξυπηρετηθεί από το εθνικό χερσαίο μεταφορικό σύστημα μέχρι το 2020, εκτιμάται ότι μπορεί να δημιουργήσει τουλάχιστον 23.000 άμεσες θέσεις εργασίας στους κλάδους των θαλάσσιων, των οδικών και των σιδηροδρομικών εμπορευματικών μεταφορών
Τα εμπορευματικά κέντρα είναι ένας ακόμη τομέας που σύμφωνα με την μελέτη μπορεί να δράσει καταλυτικά στην προσέλκυση επενδύσεων και να προαγάγει τη γεωπολιτική θέση των περιοχών υποδοχής τους. Έως το 2017, επισημαίνεται ότι τα εμπορευματικά κέντρα της Αττικής, της Αχαΐας, της Μαγνησίας και της Βόρειας Ελλάδας θα πρέπει να έχουν διασυνδεθεί επαρκώς με τους λιμένες της περιοχής τους, τον σιδηρόδρομο και τα μεγάλα αστικά κέντρα, έτσι ώστε να συμβάλλουν στη βιώσιμη και ανθεκτική ανάπτυξη της χώρας ως διεθνούς εμβέλειας κόμβου εφοδιαστικής.Σε ότι αφορά τα χρηματοδοτικά εργαλεία, προτάσσεται η επέκταση των ΣΔΙΤ, η προσέλκυση επενδύσεων για την ανάπτυξη του δικτύου των εμπορευματικών κέντρων, των ευφυών συστημάτων μεταφορών, αλλά και μεγαλύτερων έργων κρίσιμης σημασίας για τη διασυνδεσιμότητα του μεταφορικού συστήματος, όπως της Σιδηροδρομικής Εγνατίας.