Οι διευκολύνσεις που δόθηκαν από τις ελληνικές τράπεζες στους δανειολήπτες στην εξόφληση δανείων λόγω της πανδημίας εμπεριέχει κινδύνους για την ποιότητα των assets τους, επισημαίνει σε έκθεσή του ο οίκος Moody’s.

Όπως τονίζεται στην ανάλυση, κατά το α’ τρίμηνο του 2020 και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ανακοίνωσαν έναν αυξημένο αριθμό χορηγήσεων δανείων συνολικού ύψους 16,3 δισ. ευρώ για τις οποίες έχει εξασφαλίστει να μην πληρωθούν δόσεις κεφαλαίου, ως απάντηση της κυβέρνησης στην πανδημία του κορωνοϊού.

Η Moody’s θεωρεί ότι μέρος αυτών των δανείων  υπάρχει ο κίνδυνος να «κοκκινίσουν» αργότερα μέσα στο έτος, γεγονός που δημιουργεί πτωτικούς κινδύνους για την ποιότητα ενεργητικού των τραπεζών.

Τα δάνεια για τα οποία δεν υπάρχει υποχρέωση πληρωμής κεφαλαίου, αλλά μόνο τόκων,  και αναβολή της πληρωμής κεφαλαίου έως έξι μήνες, αθροίζονται σε περίπου 9% του συνόλου ή 16% των εξυπηρετούμενων δανείων.

Επιλέξιμα δάνεια για αυτό το πρόγραμμα ήταν εξυπηρετούμενα δάνεια (δηλ. με λιγότερο από 90 ημέρες καθυστέρηση) που είχαν λάβει οι δανειολήπτες πριν την πανδημία, οι οποίοι στη συνέχεια επλήγησαν από το lockdown.

Τα δάνεια αυτά είναι κυρίως λιανικής, καθώς και μικρών επιχειρήσεων και εταιρικά σε τομείς που δέχθηκαν ένα σφοδρό χτύπημα από τον κορωνοϊό, όπως είναι ο τουρισμός, το εμπόριο και οι μεταφορές.

Σύμφωνα με την Moody’s, το σύνολο αυτών των νέων δανείων αυξάνει το πτωτικό ρίσκο καθώς μεγαλώνει ο κίνδυνος οι δανειολήπτες να αθετήσουν τους όρους των δανείων όταν λήξει η περίοδος αναβολής καταβολής κεφαλαίου. Αν και αυτά τα δάνεια δεν απαιτείται ακόμα να κατηγοριοποιηθούν ως μη εξυπηρετούμενα NPEs, πιθανή μετατροπή τους σε NPEs στα τέλη του 2020 απειλεί να παγώσει ή ακόμα και να αντιστρέψει την μείωση των κόκκινων δανείων στο τραπεζικό σύστημα περίπου στο 40% (Μάρτιος 2020) και αυτό συνιστά μεγάλη απειλή για την φερεγγυότητά τους και περιορίζει την ποιότητα του χαρτοφυλακίου.

Oι περισσότερες τράπεζες (με την εξαίρεση της Εθνικής Τράπεζας) σχεδιάζουν μεταβίβαση στοιχείων ενεργητικού και παθητικού σε μία ξεχωριστή θυγατρική, που θα έχει έναν πιο καθαρό ισολογισμό.

Η Eurobank τον Μάρτιο πραγματοποίησε επιτυχώς μία τέτοια συναλλαγή, πριν ακόμη ξεσπάσει η πανδημία. Η Τράπεζα Πειραιώς και η Alpha Bank έχουν προετοιμαστεί για παρόμοια βήματα, τα οποία θα βελτιώσουν δραστικά την ποιότητα του ενεργητικού, αν και το σημερινό περιβάλλον στις αγορές ενδεχομένως να καθυστερήσει την υλοποίησή τους.