Του ανταποκριτή στις Βρυξέλλες, Ιωάννη Αντύπα

«Πάγο» βάζουν οι Βρυξέλλες στην επιστροφή των επικεφαλής των θεσμών στην Αθήνα, στόχος των οποίων θα ήταν η προετοιμασία του εδάφους για μια τεχνική συμφωνία στο Eurogroup της 7ης Απριλίου, που θα άνοιγε στη συνέχεια το δρόμο για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.

Όπως σημειώνουν ευρωπαϊκές πηγές, η σημερινή συζήτηση μεταξύ Ελλάδας και δανειστών δεν πέτυχε να πείσει τους θεσμούς να επιστρέψουν στην Αθήνα, καθώς παραμένουν διαφορές στα ανοιχτά ζητήματα. Πέρα από τις διαφωνίες ΔΝΤ-Ελλάδος στα εργασιακά, υπάρχει ανοιχτό μέτωπο στο θέμα της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, όπου το ΔΝΤ ζητά να εφαρμοστούν οι περικοπές των συντάξεων από το 2019 και όχι το 2020, που ζητά η κυβέρνηση.

Δεδομένων των συνθηκών αυτών, η ίδια πηγή εκτιμά πως είναι δύσκολο σε αυτό το σημείο να καθοριστεί η ημερομηνία επιστροφής των επικεφαλής των θεσμών.

Αυτό σημαίνει κατ’ επέκταση πως λόγο των χρονικών δυσκολιών, ο στόχος για συμφωνία του Eurogroup της 7ης Απριλίου στη Μάλτα χάνεται και επιστρέφουμε στην πάγια στόχευση της καταγραφής της προόδου και επίτευξης «όσο το δυνατόν περισσότερης προόδου».

Ενδεικτικές ήταν και η δηλώσεις του Πρόεδρου του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ από τη Χάγη, που είπε πως «ελπίζω να μπορέσουμε να εγκρίνουμε σύντομα μια συμφωνία, αλλά αυτό δεν θα είναι στις 7 Απριλίου στη Βαλέτα, είναι πολύ νωρίς».

Υπό κανονικές συνθήκες η μη άμεση επιστροφή των επικεφαλής δεν θα ήταν μεγάλο πρόβλημα. Αργά ή γρήγορα θα επέστρεφαν και όπως τόνισε άλλωστε και ο ίδιος ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, υπάρχει η επιλογή σύγκλισης ενός έκτακτου Eurogroup, για τη καταγραφή της τεχνικής συμφωνίας.

Η περίοδος του Πάσχα όμως καθιστά τα χρονικά περιθώρια ασφυκτικά, διότι το κενό που δημιουργείται καθυστερεί περεταίρω την επίτευξη της συμφωνίας. Μάλιστα ανώτερη πηγή της Ευρωζώνης προειδοποιούσε από το Μάρτιο πως ο Απρίλιος είναι δύσκολος μήνας για μια συμφωνία.

Όλα αυτά πάντως, ενώ η κυβέρνηση κατηγορούσε για άλλη μια φορά τα ΜΜΕ νωρίτερα σήμερα λέγοντας πως «μέσα ενημέρωσης που για άλλη μια φορά έσπευσαν να δημιουργήσουν εντυπώσεις και να προεξοφλήσουν την καταστροφή, απλώς χάνουν την αξιοπιστία τους, δημοσιογραφώντας με κριτήριο τις επιθυμίες τους».