Standard & Poor’s, Moody’s και Fitch είναι πλέον θρυλικά ονόματα αξιολόγησης – γνωστά στο ελληνικό κοινό εδώ και χρόνια. Οι τρεις ελέγχουν πάνω από το 90% της ευρωπαϊκής αγοράς. Ο ρόλος τους είναι πανίσχυρος. Οι αξιολογήσεις που δίνουν κρίνουν αν μια χώρα ή μια επιχείρηση θα βρει δανεικά – και σε τι τιμή.

Επιπλέον, πάνω στις τρεις παραπάνω εταιρείες στηρίζονται οι κανόνες της ευρωπαϊκής κεντρικής τράπεζας για τη χρηματοδότηση της χώρας μας με ευρώ: Αρκούν δυο από τις βασικές εταιρίες αξιολόγησης να δώσουν στην Ελλάδα αξιολόγηση “επενδυτικής κατηγορίας” προκειμένου η χώρα να επιστρέψει στην «Ευρωπαϊκή κανονικότητα»: Να παίρνει δηλαδή από την ΕΚΤ φθηνά ευρώ όπως οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης για να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη και να περιληφθούν τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης QE ώστε να μειωθεί περαιτέρω το κόστος δανεισμού.

Αν η γερμανική Scope Ratings καταφέρει να πάρει έγκαιρα «τη βούλα» της ΕΚΤ ως βασική εταιρία αξιολόγησης, τότε η διαδρομή της Ελλάδας προς την επενδυτική κατηγορία συντομεύει: Η χώρα δεν θα απέχει τρεις βαθμίδες από τον στόχο της «επενδυτικής» κατηγορίας αλλά δύο. (Η αξιολόγηση της Scope αυτή τη στιγμή είναι στο ΒΒ, μια αξιολόγηση καλύτερη από τους τρεις μεγάλους, αλλά όχι «χαριστική»: η ιαπωνική R&I έδωσε πρόσφατα στην Ελλάδα την ίδια αξιολόγηση).

Το ερώτημα είναι θα τα καταφέρει; Εξαρτάται από την πορεία της ίδιας της εταιρίας.

Ποια είναι η Scope

Η εταιρία ιδρύθηκε πριν από δύο δεκαετίες με αντικείμενο την αξιολόγηση επενδυτικών κεφαλαίων. Το 2014 στην εταιρεία ανέλαβε επικεφαλής ο Τόρστεν Χίνριχς, πρώην επικεφαλής της S&P στη Γερμανία, με στόχο της επέκταση του αντικειμένου της Scope. To 2015 η εταιρεία προικοδοτήθηκε με κεφάλαια από τον Στέφαν Κουάντ, έναν από τους πλουσιότερους Γερμανούς.

«Στόχος μας είναι να σπάσουμε το παγκόσμιο ολιγοπώλιο αξιολόγησης», είπε ο Χίνριχς στους Financial Times. «Θέλουμε να είμαστε η ευρωπαϊκή εναλλακτική λύση στα Standard & Poor’s, Moody’s και Fitch.»

Παρόλα αυτά η εταιρία δεν τα έχει καταφέρει ακόμα. Το μερίδιό της στην Ευρωπαϊκή αγορά παραμένει κάτω του 1% – μικρότερο και από το άλλο outsider των αξιολογήσεων, την καναδική DBRS. Και το χρειάζεται προκειμένου να μπει στο ραντάρ της EKT.

Τα εμπόδια

Τα εμπόδια εντοπίζονται στα οικονομικά αποτελέσματα της ίδιας της Εταιρίας, που αποκαλύπτουν οι FT. To 2018 τα έσοδά της είχαν αυξηθεί κατά 54% στα € 16εκ αλλά η ανοδική πορεία σταμάτησε το πρώτο εννιάμηνο το 2019 ενώ οι ακαθάριστες ζημίες της διευρύνθηκαν στα € 14,3εκ.

Παρά το γεγονός ότι η S & P, η Moody’s και η Fitch αντιμετώπισαν σκληρή κριτική για το ρόλο τους στη χρηματοπιστωτική κρίση, ο κλάδος αποδείχθηκε τελικά πολύ κλειστός για νέους παίκτες.

Οι εταιρείες συχνά διστάζουν να προσλάβουν κάποιον διαφορετικό άλλον από τους τρεις γνωστούς και εγκατεστημένους οίκους προκειμένου να παράσχουν αξιολογήσεις που ουσιαστικά καθορίζουν το κόστος δανεισμού των εταιρειών. Παράλληλα οι επενδυτές που βασίζονται σε αξιολογήσεις για να επιλέξουν ομόλογα δεν δείχνουν έτοιμοι να αγνοήσουν τους οργανισμούς που γνωρίζουν και εμπιστεύονται.

Στην Ευρώπη, οι κανονισμοί αποτελούν άλλο εμπόδιο στην εξέλιξη της Scope. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, για παράδειγμα, δέχεται μόνο ομόλογα που έχουν αξιολογηθεί από τους τρεις μεγάλους ανταγωνιστές της Scope και την DBRS ως σφραγίδα σξιοπιστίας για την παροχή νομισματικής αναχρηματοδότησης με ρέπος. Η αποδοχή της από την αγορά δεν της επιτρέπει ακόμα να παίξει στην «πρώτη κατηγορία των αξιολογητών»

Ωστόσο, ο Φλόριαν Σόλερ διευθύνων σύμβουλος και μεγαλύτερος μέτοχος της Scope δηλώνει αισιόδοξος. Η εταιρεία, η οποία αποτιμήθηκε στα € 150εκ στον τελευταίο γύρο συγκέντρωσης κεφαλαίων και είχε αρκετούς πόρους για να επεκτείνει την κάλυψη μεγάλων ευρωπαϊκών εταιρειών στο επίπεδο των S & P και Moody’s μέσα στους επόμενους 30 μήνες, δήλωσε. Ταυτόχρονα τετραπλασίσε τον αριθμό των υπαλλήλων της ενώ έχει καταφέρει να πάρει κάποιους σημαντικούς πελάτες, όπως τη Vonovia την μεγαλύτερη εταιρία διαχείρισης ακινήτων της Γερμανίας (έχει ήδη την Daimler τη lufthansa και τη merck). Αυτοί προτιμούν το νέο παίκτη που κάνει καλύτερες τιμές και για να πιέσουν τους τρεις μεγάλους – που χρεώνουν υψηλά τιμολόγια και κινούνται με φιλοσοφία αγέλης. H Scope λέει πως τα αποτελέσματα του 2019 οφείλονται σε αλλαγές στο ρυθμιστικό πλαίσιο και αναμένει αύξηση 50% το 2020.

Η S & P, η Moody’s και η Fitch, των οποίων οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις απασχολούν πάνω από τρεις φορές το προσωπικό του Scope, δήλωσαν ότι καλωσορίζουν τον ανταγωνισμό.

Ο ρόλος του κυρίου Quand

Ο κ. Quandt, ο οποίος είναι ο μοναδικός μέτοχος της BMW και συνεισέφερε ένα “χαμηλό, διψήφιο ποσό εκατομμυρίων ευρώ” στην Scope το 2015, θέλει να δει έναν σοβαρό Ευρωπαίο αντίπαλο να αναμετρηθεί με τους «Αμερικανούς» ηγέτες της αγοράς των αξιολογήσεων.

“Το βασικό κίνητρο για την επένδυση ήταν να αντισταθμιστεί η κυριαρχία των αμερικανικών οργανισμών αξιολόγησης στην αγορά με έναν Ευρωπαίο παίκτη που γνωρίζει καλύτερα την Ευρωπαϊκή αγορά, και των παικτών στις επιχειρήσεις και τις τράπεζες“, είπε εκπρόσωπος του κ. Quandt.

Για να γίνει αυτό η Scope πρέπει να μεγαλώσει. Πρέπει να αυξήσει το πελατολόγιό της και να προσελκύσει περισσότερες ευρωπαϊκές εταιρίες. Το πρόβλημα είναι ότι οι μεγ΄λες ευρωπαικές εταιρίες είναι δστακτικές. Αναγνωρίζουν ότι η ποιότητα της ανάλυσης της Scope είναι καλή, αλλά δεν έχει ακόμα την απαιτούμενη προσοχή από τους επενδυτές που αγοράζουν ομόλογα. Όταν ένας εκ των μεγάλων παικτών υποβαθμίσει μια εταιρία επηρρεάζει ανοδικά τα επιτόκια δανεισμού της. Αυτό δεν ισχύει ακόμα για την Scope: ιο αξιολογήσεις της δεν ταράζουν τις αγορές.

Προς το παρόν, οι υποστηρικτές του Scope είναι ψύχραιμοι και εστιάζουν στους ενδιαφερόμενους μετόχους που ενισχύουν την εταιρεία και την κερδοφορία της. Εκτιμούν πως ο στόχος να πετύχει κερδοφορία μέσα σε λίγο χρόνο είναι δύσκολος αλλά εφικτός.

Το αν η ΕΚΤ εξετάζει να την συμπεριλάβει στις εγκεκριμένες εταιρείες αξιολόγησης δεν είναι ακόμα σαφές. Ωστόσο θα ήταν κάτι που θα εξυπηρετούσε τις ελληνικές προσπάθειες επανόδου στην κανονικότητα.