Με το βλέμμα στη «φούσκα χρέους που απλώνεται σε όλη την Ευρώπη, η Αθήνα σχεδιάζει τις επόμενες εκδόσεις ομολόγων. Στο ¼ της χρονιάς έχει ήδη καλύψει ήδη σχεδόν το ½ του δανειακού προγράμματος. Και ενώ υπολείπονται 5-6 δισ. ευρώ για νέες εκδόσεις, το υπουργείο Οικονομικών «ζυγίζει» τις εξελίξεις, υπολογίζει τι παραπάνω μπορεί να εξασφαλίσει, αλλά και τις ανησυχίες για την υπερχρέωση της Ιταλία ή τυχόν κίνδυνο μιας θύελλας ανόδου των επιτοκίων στις διεθνείς χρηματαγορές, μετά το β΄εξάμηνο της χρονιάς.

Η ηγεσία του οικονομικού επιτελείου πάντως  δεν έχασε την ευκαιρία στο συνέδριο του Economist να «λανσάρει» ως ασφαλή και ελκυστικά τα ελληνικά ομόλογα.  

«Αύξηση των επιτοκίων, ελάχιστα μόνον θα μπορούσε να επιβαρύνει το ελληνικό χρέος» εκτίμησε ο αναπληρωτής  υπουργός Οικονομικών Θεόδωρος Σκυλακάκης. Και συμπλήρωσε πως «η επίπτωση από μία άνοδο επιτοκίων θα είναι μεγαλύτερη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και μικρότερη στην Ελλάδα».

Η Αθήνα μετά την έκδοση και 30ετούς ομολόγου, διαμορφώνει πλέον μια καλή καμπύλη χαμηλών επιτοκίων, ελκυστική για τους επενδυτές.

Και ο γενικός διευθυντής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, Δημ. Τσάκωνας τόνιζε σε συζήτηση με εκπροσώπους των δανειστών και των οίκων  αξιολόγησης της χώρας ότι η Ελλάδα παρέχει τις  απαραίτητες διασφαλίσεις στους επενδυτές ότι το Δημόσιο είναι ικανό να εκπληρώνει τις δανειακές του υποχρεώσεις, υπό όλες τις συνθήκες και για πολύ μακρύ χρονικό διάστημα. Και για αυτό  «στην περίπτωση της  Ελλάδας ο δείκτης  χρέους προς ΑΕΠ – αν και σημαντικός –εκτιμάται από τους ειδικούς ως «σχετικά αδιάφορος»!

Πώς μπορεί μία υπερχρεωμένη χώρα με το πιο βεβαρυμένο παρελθόν όπως η Ελλάδα, να έχει περιορίσει τους κινδύνους που διανοίγονται μπροστά της; Σε αυτό συνηγορούν τα εξής στοιχεία:

–   Πολύ μεγάλη Σταθμισμένη διάρκεια ωρίμανσης του ελληνικού χρέους: πάνω από 20 χρόνια! Ο μακρινός ορίζοντας εμπνέει ασφάλεια μπροστά στις αντιξοότητες και κακοτοπιές της κάθε εποχής.

–   Η δομή του ελληνικού χρέους: μόλις 2% είναι σε κυμαινόμενο επιτόκιο και περίπου 1% σε ξένο νόμισμα. Ο επιτοκιακός και ο συναλλαγματικός κίνδυνος είναι αμελητέος (σχεδόν μηδενικός) σε αντίθεση με άλλες χώρες που είναι πολύ περισσότερο εκτεθειμένες στις διακυμάνσεις.

–   Πολύ χαμηλές ετήσιες μικτές χρηματοδοτικές ανάγκες (τοκοχρεωλύσια) που δεν ξεπερνάνε ποτέ τα 6 δισ. ευρώ το χρόνο, για τα επόμενα 20 χρόνια.

Οι αγορές γνωρίζουν πως τα πλεονεκτήματα αυτά, μαζί με το ισχυρό ταμειακό απόθεμα, κατακτήθηκαν με θυσίες και Μνημόνια. Αλλά αυτό είναι ίσως και μεγαλύτερο πλεονάκτημα –που πρέπει να σεβαστεί και να προστατεύσει η Αθήνα- από το «δώρο» της μαζικής επαναγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ  που, αν και θεωρείται «ευπρόσδεκτο», είναι έκτακτο και προσωρινό μέτρο.

Τον «μύθο» ότι πίσω από την πτώση του κόστους δανεισμού της χώρας υποκρύπτεται η ΕΚΤ, καταρρίπτει ο γενικός διευθυντής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους –ΟΔΔΗΧ. Ο κύριος Δημήτρης Τσάκωνας θύμισε μιλώντας χθες στον Economist ότι η απόδοση των 10ετών Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου έφθασε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, παρόμοια με τα σημερινά, ακόμη και στα μέσα Φεβρουαρίου του 2020, δηλαδή πριν την πανδημία και πριν ενεργοποιηθεί το πρόγραμμα PEPP της ΕΚΤ!

Και αν η παρέμβαση της ΕΚΤ εξηγεί γιατί μειώνονται τα επιτόκια πανευρωπαϊκά (αφού βοηθά αναλογικά όλες τις χώρες) οι διαφορές – spread μεταξύ των ελληνικών ομολόγων και άλλων ευρωπαϊκών μειώνονται ακόμα περισσότερο, προφανώς λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που εμφανίζουν.

«Αυτό καταδεικνύει σαφέστατα ότι, πέραν της όποιας ευπρόσδεκτης σημαντικής βοήθειας απολαμβάνει η χώρα από τους διάφορους ευρωπαϊκούς θεσμούς, για την επενδυτική κοινότητα μεγαλύτερη ίσως αξία έχει η έντονη επιθυμία και δέσμευση της Ελληνικής Δημοκρατίας για περαιτέρω εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, κάτι που είναι επίσης προϋπόθεση για την πρόσβαση της στις διεθνείς αγορές για δανεισμό με χαμηλό κόστος» τόνισε χαρακτηριστικά ο κ.Τσάκωνας.

Έχοντας περιορίσει τους κινδύνους, η Αθήνα μπορεί να προσβλέπει και σε μεγαλύτερη βελτίωση αν επιτύχει υψηλότερους ρυθμούς Ανάπτυξης, όπως προβλέπεται και με «όπλα» σαν το Ταμείο Ανάκαμψης. Τότε και η Ελληνική Δημοκρατία μπορεί πλέον «να θεωρείται ως ένας “κανονικός” κρατικός εκδότης της Ευρωζώνης, παρά την προσπάθεια που θα πρέπει ακόμα να καταβληθεί έως την πλήρη ανάκτηση αυτής της ιδιότητας».

Διαβάστε ακόμη:

Ενοίκια: Όσα πρέπει να ξέρετε για λήξεις σε συμβόλαια και αυξήσεις

Νίκος Βαρβέρης: Το χτύπημα στον «πυλώνα» Interni Restaurant και το ποντάρισμα σε τουρισμό και real estate

Λήγει η ισχύς του «Ηρακλή Ι» – Θέμα ωρών η έγκριση της Κομισιόν για 18μηνη παράταση