Η αιφνιδιαστική ανατροπή των συμφωνηθέντων για το Ελληνικό που, όπως επισήμανε χθες, σε ανακοίνωσή της η Lamda Development, θέτει εν αμφιβόλω τη δυνατότητα υλοποίησης της μεγαλύτερης επένδυσης στη χώρα, φαίνεται να ναρκοθετεί και την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, καθώς η συγκεκριμένη παραχώρηση έχει περιληφθεί στα προαπαιτούμενα.

Η πρώτη δημόσια επίσημη αντίδραση της Lamda, Lamda Development, η οποία ηγείται του επενδυτικού σχήματος για την αξιοποίηση της έκτασης, με το όποιο έχει δεσμευθεί συμβατικά το ελληνικό Δημόσιο, συμπίπτει με τη συμπλήρωση τριών ετών από την υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης με το ελληνικό Δημόσιο και έξι ετών από την προκήρυξη του διαγωνισμού.

Υπενθυμίζεται ότι στις 14 Νοεμβρίου του 2014, η Lamda Development υπέγραψε με το ΤΑΙΠΕΔ τη σύμβαση αγοραπωλησίας των μετοχών της Ελληνικό Α.Ε. Τότε είχε οριστεί ως χρονικό ορόσημο η παρέλευση διετίας για να ολοκληρωθούν οι εκκρεμότητες και να ξεκινήσει η υλοποίηση της επένδυσης στον χώρο του πρώην αεροδρομίου. Δυο χρόνια μετά, το φθινόπωρο του 2016, οπότε και εξέπνευσε η διετία, δόθηκε παράταση ακόμη ενός  έτους για να κλείσουν τα προαπαιτούμενα. Συνθήκη που δεν φαίνεται να εκπληρώθηκε μετά τη χθεσινή επισημοποίηση της εμπλοκής,  που καθιστά πλέον  άγνωστο το εάν και πότε θα ξεκινήσει οπότε εξέπνευσε η διετία- δόθηκε παράταση ενός ακόμη έτους για να κλείσουν τα προαπαιτούμενα. Ωστόσο, μετά τη χθεσινή επισημοποίηση της εμπλοκής,  υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα, εάν και πότε θα ξεκινήσει το έργο.

Ο επενδυτής έκανε λόγο για αβεβαιότητα για την επένδυση, διαρραγείσα εμπιστοσύνη και συνεχείς ανατροπές κι αυτό  μετά την επιβολή δεκαέξι νέων όρων στην έγκριση του Σχεδίου Ανάπτυξης, σε σχετική απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, εκτιμάται πως περιορίζουν σημαντικά τόσο την έκταση όσο και τα ύψη δόμησης που έχουν συμφωνηθεί, ενώ επιπλέον δημιουργούν επιπρόσθετη γραφειοκρατία και επιμηκύνουν τους χρόνους των έργων.

Όλα τα παραπάνω δείχνουν για ακόμα μια φορά ότι, για να ξεκινήσει ένα έργο, δεν αρκεί να προκηρυχθεί διεθνής διαγωνισμός και να αναδειχθεί προτιμητέος επενδυτής ή πλειοδότης.

Αποδεικνύεται επίσης, ότι ακόμη και η Βουλή να έχει επικυρώσει μία σύμβαση αγοραπωλησίας μετοχών, αυτό δεν αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να ξεκινήσει μία επένδυση προϋπολογισμού οκτώ δισ. ευρώ.

Όπως σημειώνει και η Lamda στην ανακοίνωσή της, παρ’ ότι έχουν μεσολαβήσει η υπογραφή της αρχικής Σύμβασης (Νοέμβριος 2014), η υπογραφή της Τροποποιητικής Σύμβασης (Ιούλιος 2016) και η κύρωση των δύο ανωτέρω Συμβάσεων από τη Βουλή (Σεπτέμβριος 2016), η Εταιρία βρίσκεται αντιμέτωπη με αιφνιδιαστική ανατροπή των συμφωνημένων, με σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στην υλοποίηση του Σχεδίου Ανάπτυξης.

Πρόσφατα δημοσιεύθηκαν επίσημα οι αποφάσεις της υπουργού Πολιτισμού Λυδίας Κονιόρδου, που είναι σε συνέχεια της γνωμοδότησης του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και της παροχής έγκρισης, με όρους, του Σχεδίου Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης (ΣΟΑ) και της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ).

Ωστόσο, οι αποφάσεις αυτές τορπιλίζουν την επένδυση, καθώς σύμφωνα με την ανακοίνωση:

– Αναιρείται το πρόσφατα υπογραφέν Μνημόνιο, το οποίο είχε προηγουμένως εγκριθεί από έντεκα Υπουργούς στο Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΙΠ).
– Η επιβολή 16 νέων όρων, σύμφωνα με την απόφαση Κονιόρδου, δημιουργεί “ανατροπές, κενά και ασάφειες τα οποία προετοιμάζουν το έδαφος για νέες μελλοντικές αυθαίρετες ερμηνείες, από όπου κι αν αυτές προέλθουν”. Αυτό όταν στην κυρωμένη από τη Βουλή σύμβαση προβλέπεται ρητά ως όρος για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης η έγκριση του ΣΟΑ “ουσιωδώς στη μορφή στην οποία υποβλήθηκε” από την εταιρεία στο πλαίσιο του διαγωνισμού.
– Η αλλοίωση του σχεδίου ανάπτυξης με τρόπους που δεν προβλέπονται από τη σύμβαση, δυσχεραίνει την υλοποίηση της επένδυσης.
– Ο περιορισμός του ύψους των κτηρίων, σύμφωνα με την απόφαση Κονιόρδου, αντιβαίνει του νόμου βάσει του οποίου σχεδιάστηκε το έργο, ο οποίος “έθετε τους όρους βάσει των οποίων μπορεί να υλοποιηθεί μεγάλος αριθμός υψηλών κτιρίων, χωρίς περιορισμό ύψους”. Αυτό όταν τα ψηλά κτήρια της σχεδιαζόμενης ανάπτυξης, αποτελούν, όπως αναφέρει η εταιρεία, ένα από τα πλέον εμβληματικά στοιχεία της, με στόχο την ενδυνάμωση της Αθήνας ως σύγχρονου τουριστικού προορισμού.

Από την πλευρά τους, πηγές του Μαξίμου, το βράδυ της Παρασκευής δήλωναν, σύμφωνα με την Καθημερινή, πως «η ελληνική κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι θα τηρηθούν από την ελληνική πολιτεία όλες οι συμβατικές δεσμεύσεις της ως προς την επένδυση του Ελληνικού» και καλούσαν τον επενδυτή «σε καλόπιστη συνεργασία», προσθέτοντας πως το θέμα θα συζητηθεί στο Κεντρικό Συμβούλιο Διοίκησης της κυβέρνησης, το όποιο εκτιμάται πως μπορεί να δώσει προς έγκριση στο ΣτΕ ένα σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος που θα αίρει τις επιφυλάξεις του επενδυτή σε ποσοστό έως και 90.

Ωστόσο, όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, μετά και τη χθεσινή ανακοίνωση της Lamda Development, δημιουργούνται σοβαρές αναταράξεις στην υλοποίηση της επένδυσης, γεγονός που «δημιουργεί κλίμα αέναης και ανολοκλήρωτης διαπραγμάτευσης, διαρρηγνύει το αναγκαίο κλίμα εμπιστοσύνης και εγείρει πολλαπλά και εύλογα ερωτηματικά για πολλά ζητήματα».