«Πες μου τι θα κάνει ο κορωνοϊός, να σου πω τι θα συμβεί στην οικονομία και τις αγορές».

Με αυτά τα λόγια έδωσε το στίγμα του για τις αγορές Ελληνας διαχειριστής κεφαλαίων που είναι παλιά καραβάνα στις διεθνείς αγορές και έχει φάει τα ράλι και τα κραχ με το κουτάλι…

Και δεν πρόκειται για υπεκφυγή, αλλά για ρεαλιστική αντιμετώπιση των πραγμάτων, καθώς η πανδημία έχει ανατρέψει τις περισσότερες σταθερές και έχει δημιουργήσει ένα αβέβαιο περιβάλλον.

Η εμφάνιση της μετάλλαξης «Ομικρον» έφερε νέες άγνωστες παραμέτρους στο προσκήνιο οι οποίες ενισχύουν εκείνο που υποδεικνύουν οι επιστήμονες εξαρχής: όσο δεν επιτυγχάνεται ένα υψηλό ποσοστό εμβολιασμού παγκοσμίως, είναι πολύ πιθανό ότι ο κορωνοϊός θα μεταλλάσσεται και θα επιστρέφει βάζοντας σε δοκιμασία τα συστήματα υγείας των αναπτυγμένων χωρών, οι οποίες εσφαλμένα πιστεύουν ότι μπορούν να απομονωθούν από τον κίνδυνο. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η οικονομία θα δοκιμάζεται, οι διαταραχές στην παραγωγική και εφοδιαστική αλυσίδα θα συνεχίζονται και το οικονομικό κόστος θα ανεβαίνει.

Από την άλλη πλευρά, όμως, στα δύο χρόνια της πανδημίας φάνηκε ότι οι κοινωνίες προσαρμόζονται και, παρά τα προβλήματα, η ζωή και οι… δουλειές συνεχίζονται. Τα εμβόλια εξελίσσονται, ενώ στην αγορά εμφανίζονται και φάρμακα και είναι επομένως πολύ πιθανό ότι η κατάσταση θα βρίσκεται υπό κάποιας μορφής έλεγχο, ακόμα και με τον νέο κορωνοϊό παρόντα για τα επόμενα χρόνια.

Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, δύο είναι τα μεγάλα, αλληλένδετα οικονομικά μέτωπα που θα κρίνουν την πορεία της οικονομίας και των αγορών το επόμενο διάστημα: ο πληθωρισμός και η νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών.

Εάν ο πληθωρισμός επιμείνει και φουντώσει, οι κεντρικές τράπεζες πιθανότατα θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν ταχύτερα τη νομισματική χαλάρωση, ανεβάζοντας τα επιτόκια και παύοντας πιο απότομα απ’ ό,τι σχεδιάζουν τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης με τα οποία τροφοδοτούν με ποταμούς χρήματος τις αγορές τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον, η ακρίβεια θα ροκανίσει τους μισθούς επιβαρύνοντας τη ζήτηση και την αναπτυξιακή προοπτική.

Κάτι τέτοιο θα φρενάρει την παγκόσμια οικονομία, θα κλονίσει τα χρηματιστήρια και πιθανότατα θα προκαλέσει αλυσίδα πτωχεύσεων σε εταιρείες, αλλά ίσως και σε κράτη, τα οποία έχουν υπερδανειστεί τα τελευταία χρόνια που τα επιτόκια είναι στο μηδέν.

Το «κακό προηγούμενο» ενός τέτοιου σεναρίου είναι το 2013, όταν ο τότε πρόεδρος της Fed, Μπεν Μπερνάνκε, είχε προαναγγείλει το τέλος της νομισματικής χαλάρωσης που εφαρμοζόταν από το 2008 ως απάντηση στη χρηματοπιστωτική κρίση. Αν και η Fed δεν προχώρησε σε τέτοιες ενέργειες, και μόνο η αλλαγή των προσδοκιών προκάλεσε πανικό στους επενδυτές και ξεπούλημα ομολόγων και μετοχών.

Αυτός είναι και ο μεγάλος φόβος των κεντρικών τραπεζών. Να μην υποχρεωθούν, λόγω πληθωρισμού, να προχωρήσουν σε απότομες κινήσεις στα επιτόκια και τη ρευστότητα, οι οποίες μπορεί να αποσταθεροποιήσουν τις αγορές και την οικονομία.

Ο κίνδυνος αυτός είναι ιδιαίτερα μεγάλος, καθώς οι μετοχές βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, ενώ και η ρευστότητα που έχουν χορηγήσει οι κεντρικές τράπεζες τα τελευταία χρόνια μέσω ποσοτικής χαλάρωσης έχει ξεπεράσει τα 28 τρισ. δολάρια.

Ομως, εάν ο πληθωρισμός αποδειχθεί ένα παροδικό φαινόμενο που φούντωσε λόγω της πανδημίας και των προβλημάτων στις εφοδιαστικές αλυσίδες, οι κεντρικές τράπεζες θα μπορούν να συνεχίσουν τη χαλαρή πολιτική των χαμηλών επιτοκίων και της στήριξης της οικονομίας. Ιδιαίτερα εάν χρειαστεί να συνεχίσουν την υποστήριξη των κυβερνήσεων και των οικονομιών με φθηνό χρήμα για να αντέξουν εν μέσω κορωνοϊού.

Ο πληθωρισμός έχει εμφανιστεί παντού με ένταση για πρώτη φορά ύστερα από δεκαετίες. Τον Νοέμβριο έφτασε στο 4,9% στην Ευρωζώνη και στο 5,7% στις ΗΠΑ, ψηλότερα απ’ όλες τις αρχικές προβλέψεις των κεντρικών τραπεζών οι οποίες θεώρησαν ότι το φαινόμενο θα είναι παροδικό.

Το τελευταίο διάστημα οι κεντρικοί τραπεζίτες, χωρίς να αναθεωρούν τη βασική τους εκτίμηση περί «παροδικού» πληθωρισμού, έδειξαν ότι προετοιμάζονται και για το ενδεχόμενο τελικά το φαινόμενο να επιμείνει.

H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανέβασε την πρόβλεψη για τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη στο 2,6% για το 2021 και στο 3,2% για το 2022 και προανήγγειλε ότι θα περιορίσει σταδιακά το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με το οποίο τροφοδοτεί με χρήμα την αγορά, ενώ το ίδιο είχε κάνει νωρίτερα και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed).

Ηδη ορισμένες κεντρικές τράπεζες όπως της Αγγλίας, της Ρωσίας, της Βραζιλίας, αλλά και χωρών όπως το Μεξικό, η Χιλή, η Κόστα Ρίκα κ.ά. προχώρησαν σε αυξήσεις επιτοκίων.

Η βασική αιτία για την άνοδο των τιμών είναι τα προβλήματα στην προσφορά αγαθών, καθώς οι μονάδες παραγωγής και τα δίκτυα μεταφορών δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στην αύξηση της ζήτησης που ήρθε με το τέλος της καραντίνας παγκοσμίως, με αποτέλεσμα οι τιμές να ανέβουν απότομα στα ύψη.

Είναι αλήθεια ότι ακόμα κι όταν οι εφοδιαστικές αλυσίδες επαναλειτουργήσουν οι τιμές δεν θα υποχωρήσουν στα προηγούμενα επίπεδα, αλλά είναι εξίσου βέβαιο ότι το 2022 οι συγκρίσεις θα γίνονται με τις υψηλές τιμές, οπότε η άνοδος του δείκτη τιμών θα είναι μικρότερη.

Αστάθεια

Οι απόψεις ως προς αυτό διίστανται, καθώς υπάρχουν και πολλοί οικονομολόγοι που εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός θα αποδειχθεί πιο επίμονος, ιδιαίτερα εάν η μετάλλαξη «Ομικρον» ή κάποια άλλη συνεχίσει να δημιουργεί αστάθεια στη λειτουργία της οικονομίας.

Ή ακόμα εάν η άνοδος των τιμών οδηγήσει και σε αυξήσεις των αμοιβών, οπότε το φαινόμενο του πληθωρισμού θα μπορούσε να αρχίσει να ανατροφοδοτείται και από τη ζήτηση. Δυστυχώς, όμως, για τους εργαζομένους, οι οικονομολόγοι εφησυχάζουν για τον πληθωρισμό επειδή διαπιστώνουν ότι ο κόσμος της εργασίας δεν μπορεί να διεκδικήσει αυξήσεις μισθών, για λόγους που συνδέονται με την αποδυνάμωση των συνδικάτων, τις δημογραφικές εξελίξεις, τη μεταφορά παραγωγικών μονάδων σε χώρες με χαμηλές αμοιβές, αλλά και την εργασία-λάστιχο (μερική απασχόληση) που έχει γίνει ο κανόνας σε όλο τον κόσμο. Η σκληρή αυτή πραγματικότητα αποτυπώνεται και στα μακροοικονομικά στοιχεία που δείχνουν ότι το μερίδιο της εργασίας στο ΑΕΠ μειώνεται σταθερά τις τελευταίες δεκαετίες στις ΗΠΑ και τις περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες.

Χωρίς αυξήσεις μισθών και εφόσον τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες επιλυθούν, το πιθανότερο σενάριο είναι ότι ο πληθωρισμός θα «ξεθυμάνει».

Αλλωστε, τα στοιχεία από τις αγορές ομολόγων δείχνουν ότι οι επενδυτές δεν βλέπουν διαρκή αύξηση του πληθωρισμού, αλλά ότι αντιθέτως σύντομα θα επιστρέψει κοντά στο 2%, ακόμη και κάτω από αυτό. Οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων στις ΗΠΑ είναι γύρω στο 1,5%, στη Γερμανία είναι κάτω από το μηδέν, ενώ και στη Γαλλία κινούνται λίγο κάτω ή λίγο πάνω από το μηδέν, ποσοστά που δεν συνάδουν με πληθωριστικές προσδοκίες. Το αντίθετο. Βέβαια, όλα αυτά είναι εκτιμήσεις και προσδοκίες και το γεγονός είναι ότι μέχρι σήμερα οι κεντρικές τράπεζες υποεκτίμησαν το φαινόμενο του πληθωρισμού κι όλες οι προβλέψεις τους έπεσαν έξω.

H ενέργεια

Εναν πρόσθετο ρόλο στην άνοδο των τιμών, ειδικά στην Ευρώπη, διαδραματίζουν και οι τιμές της ενέργειας, οι οποίες πήραν την ανηφόρα τους τελευταίους μήνες εξαιτίας των διαταραχών στην αγορά φυσικού αερίου. Τα προβλήματα ξεκίνησαν και στον τομέα αυτό από τις διαταραχές στην προσφορά και την αύξηση της ζήτησης, αλλά σημαντική επίδραση φαίνεται ότι είχαν και οι πολιτικές της Ε.Ε. στο θέμα της πράσινης μετάβασης, η οποία επιχειρείται με ταχύτατους ρυθμούς τη στιγμή που οι απαραίτητες τεχνολογίες δεν είναι ώριμες και δεν έχουν προετοιμαστεί οι κατάλληλες υποδομές, με αποτέλεσμα οι τιμές να σπάνε τα ρεκόρ το ένα μετά το άλλο.

Υψηλός πληθωρισμός

Εάν ο πληθωρισμός επιμείνει και φουντώσει, οι κεντρικές τράπεζες πιθανότατα θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν ταχύτερα τη νομισματική χαλάρωση, ανεβάζοντας
τα επιτόκια και παύοντας απότομα τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης. Επιπλέον, η ακρίβεια θα ροκανίσει τους μισθούς επιβαρύνοντας τη ζήτηση και την αναπτυξιακή προοπτική. Κάτι τέτοιο θα φρενάρει την παγκόσμια οικονομία

Παροδικός πληθωρισμός

Εάν ο πληθωρισμός αποδειχθεί ένα παροδικό φαινόμενο που φούντωσε λόγω της πανδημίας και των προβλημάτων στις εφοδιαστικές αλυσίδες, οι κεντρικές τράπεζες θα μπορούν να συνεχίσουν τη χαλαρή πολιτική των χαμηλών επιτοκίων και της στήριξης της οικονομίας. Ιδιαίτερα εάν χρειαστεί να συνεχίσουν την υποστήριξη των κυβερνήσεων και των οικονομιών με φθηνό χρήμα για να αντέξουν εν μέσω κορωνοϊού

Διαβάστε ακόμη

Willem Jonker (EIT Digital):  Εξαγορές – ρεκόρ το 2021 για το ελληνικό οικοσύστημα

Folli Follie: Η ώρα της Δικαιοσύνης για το μεγάλο σκάνδαλο

Τουρκία: Απορρίφθηκε το σχέδιο πληρωμής τραπεζικών ζημιών με ομόλογα