Τις επόμενες ημέρες αναμένεται οι ηγέτες των «27» να βάλουν στο τραπέζι το σχέδιο των 750 δισ. ευρώ της ΕΕ, ωστόσο αυτή αναμένεται να είναι μια προκαταρκτική συνάντηση καθώς θα απαιτηθεί κι άλλη συζήτηση σε υψηλό επίπεδο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.

Υπενθυμίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε ένα σχέδιο ύψους 750 δισ. ευρώ ώστε να στηριχθεί η οικονομία της ΕΕ που επλήγη από την κρίση του κορωνοϊού.

Ωστόσο, υπάρχουν τρία βασικά θέματα που θα πρέπει να ξεπεραστούν πρώτα, πράγμα που σημαίνει ότι κυβερνήσεις και επιχειρήσεις μπορεί να χρειαστεί να περιμένουν για κάποιο διάστημα προτού λάβουν πρόσθετη οικονομική ενίσχυση.

Οι 27 ηγέτες θα χρειαστεί να συμφωνήσουν στις λεπτομέρειες του σχεδίου πριν αυτό εφαρμοστεί και τα κρίσιμα ερωτήματα που υπάρχουν είναι: το ποσό δανεισμού, τι θα χρηματοδοτηθεί και ποιος θα επιβλέπει την όλη διαδικασία.

Οι διαπραγματεύσεις για το πόσα χρήματα θα δοθούν ως δάνεια άρχισαν όταν η Κομισιόν πρότεινε τον περασμένο μήνα να δανειστεί 750 δισ. από τις αγορές για να δοθούν 500 δισ. ως επιχορηγήσεις και 250 δισ. ως δάνεια σε χώρες και κλάδους που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση. Η ιδέα ωστόσο δεν έτυχε θερμής υποδοχής από όλους.

Κάποιες χώρες εξακολουθούν να είναι κατά της δημιουργία νέου χρέους, αναφέρει στο CNBC, ο Karel Lannoo, CEO του think tank CEPS. 

Ποτέ ξανά στο παρελθόν η Κομισιόν δεν αξιοποίησε σε τόσο μεγάλη κλίμακα τις χρηματαγορές.

Αν και οι περισσότερες χώρες καλωσόρισαν την πρόταση δεδομένου του μεγάλου πλήγματος που δέχτηκαν οι ευρωπαϊκές οικονομίες, υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερα κράτη που διστάζουν: η Αυστρία, η Ολλανδία, η Δανία και η Σουηδία. Θα προτιμούσαν να δοθεί οικονομική υποστήριξη αποκλειστικά υπό τη μορφή δανείων και όχι επιχορηγήσεων και χωρίς την από κοινού ανάληψη χρέους από την ΕΕ. Σε αυτό το τελευταίο πολλοί ψηφοφόροι ανησυχούν ότι οι φόροι που δίνουν θα χρησιμοποιηθούν από τις κυβερνήσεις για άλλους σκοπούς.

Επίσης, η Φινλανδία φέρεται να ζητά να δανειστεί η ΕΕ μικρότερο ποσό και να αυξηθεί το ποσοστό των δανείων (έναντι των επιχορηγήσεων).

Ένα δεύτερο εμπόδιο είναι το πώς θα διανεμηθούν τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης.

Στην αρχική της πρόταση η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε οι επιχορηγήσεις να κατανέμονται βάσει ενός προκαθορισμένου όρου κατανομής, που θα λαμβάνει υπόψη τον πληθυσμό, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και την ανεργία.

Ωστόσο, υπάρχει κριτική για το ότι αυτά τα στοιχεία δείχνουν την κατάσταση της κάθε χώρας προ κορωνοϊού και δεν δείχνουν απαραίτητα ποιες επλήγησαν περισσότερο από την κρίση.

«Κατανοώ ότι η Κομισιόν θέλει να χρησιμοποιήσει όλα τα υπάρχοντα στοιχεία, γιατί αν περιμένει για περισσότερα στοιχεία δεν θα μπορεί να δώσει τα κεφάλαια αμέσως», αναφέρει στο CNBC ο Ζολτ Ντάρβας, του Bruegel.

Το τρίτο θέμα είναι αυτό της επίβλεψης. Και οι ηγέτες θα πρέπει να αποφασίσουν το πώς θα επιβλέπεται η χρήση των κεφαλαίων αυτών.

Η Κομισιόν πρότεινε τα κράτη – μέλη να καταρτίσουν από κοινού σχέδια ανάκαμψης που να περιγράφουν τις μεταρρυθμιστικές και επενδυτικές προτεραιότητες έως το 2024. Αυτό θα μπορούσε στη συνέχεια να βοηθήσει τους ευρωπαϊκούς θεσμούς να εντοπίζει σε τι ξοδεύονται τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης.

Στο παρελθόν, κάποιες χώρες όπως η Ουγγαρία και η Τσεχία, είχαν κατηγορηθεί ότι δεν χρησιμοποιούσαν σωστά ευρωπαϊκά κονδύλια.

Κι όπως επισημαίνει ο Ντάρβας, υπάρχει πάντα ένας τέτοιος κίνδυνος, ωστόσο η Κομισιόν έχει αρκετά εργαλεία για να παρακολουθεί την κατάσταση.