Πολιτική ένταση λίγες ημέρες πριν την έγκριση του ελληνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, όπως κάθε φορά πριν μια κρίσιμη μάχη της χώρας για το μέλλον της.

Με τον ΣΥΡΙΖΑ να καταγγέλει το σχέδιο της κυβέρνησης και τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Θεόδωρο Σκυλακάκη να απαντά πως «στερείται σοβαρότητος» η κριτική αυτή, όταν έρχονται έπαινοι διεθνώς και μόλις μια μέρα νωρίτερα, στο συνέδριο του Economist, ο παλιός γνώριμος της Ελλάδας από τα Μνημόνια και νυν γενικός διευθυντής στην Κομισιόν, Ιρλανδός Ντέκλαν Κοστέλο, προεξόφλησε ότι το σχέδιο θα εγκριθεί στις 13 Ιουλίου και μέσα στον μήνα θα έρθουν και τα πρώτα 4 από τα 31 δισ. ευρώ του πακέτου.

Εφόσον η Ελλάδα λάβει την προχρηματοδότηση (13% του πακέτου) μέσα στη χρονιά θα έρθουν και άλλα τόσα ακόμη, δηλαδή τα πρώτα 8 δισ. θα εισρεύσουν στο β΄εξάμηνο της χρονιάς.

Πώς κρίνουν όμως το Σχέδιο Ανάκαμψης, αυτοί που το διάβασαν και κατέγραψαν αναλυτικά κάθε πιθανή επίπτωση;

Η Τράπεζα της Ελλάδος που, ως ανεξάρτητη αρχή, έκανε κοστολόγηση και αξιολόγηση του ελληνικού Σχεδίου, αποτυπώνει ως εξής τα δυνητικά οφέλη από την εφαρμογή του:

  • έως 5% μεγαλύτερη Ανάπτυξη στην προσεχή διετία
  • μέχρι και 10,5% επιπλέον Ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα, από το συνδυασμό επιχορηγήσεων, δανείων και μεταρρυθμίσεων

Αναλύοντας τα δεδομένα που μπορεί να δημιουργήσουν για την Ελλάδα οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, η Τράπεζα της Ελλάδας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι συντελείται πραγματική επανάσταση. Και δεν μένει στην απλή εκτίμηση αλλά προχωρά στην προσεκτική ανάλυση των παραμέτρων του Σχεδίου, που τελεί υπό την έγκριση και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την εκταμίευση των προκαταβολών ύψους 4 δισ ευρώ.

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της ΤτΕ, η από κοινού επίδραση των επιχορηγήσεων και των δανείων οδηγεί σε αύξηση του επιπέδου του ΑΕΠ το 2026 κατά 4,3%. Μετά το 2026, οπότε και σταματά η εκταμίευση των πόρων, η ανοδική τάση ανακόπτεται.
Ωστόσο, οι θετικές επιδράσεις στο ΑΕΠ θα έχουν μακρά διάρκεια, ακόμα και αφού τελειώσουν τα χρήματα. Και αυτό οφείλεται κυρίως στη σημαντική αύξηση του αποθέματος κεφαλαίου κατά την περίοδο της εφαρμογής του Σχεδίου.

Όσον αφορά τους παράγοντες που οδηγούν στην αύξηση του ΑΕΠ, η κύρια επίδραση των επιχορηγήσεων θα είναι η αύξηση της συνολικής ζήτησης, η οποία συμπαρασύρει ανοδικά την παραγωγή και την απασχόληση.

Παράλληλα αυξάνονται και οι δημόσιες επενδύσεις, που ενισχύουν και την πλευρά της προσφοράς. Η συσσώρευση του δημόσιου κεφαλαίου προκαλεί θετικές εξωτερικές επιδράσεις και στην παραγωγικότητα του ιδιωτικού τομέα.

Επιπλέον, τα χρήματα από τα δάνεια που διοχετεύονται προς τον ιδιωτικό τομέα θα έχουν μεγαλύτερη επίδραση στο ΑΕΠ από ό,τι οι άμεσες επιχορηγήσεις. Και αυτό διότι αυξάνουν σημαντικά την ζήτηση για ιδιωτικές επενδύσεις, ενώ μειώνουν και το κόστος των επενδύσεων.
Και όχι μόνον αυτό: αναμένεται και αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας λόγω της μείωσης των εγχώριων τιμών, γεγονός που ενισχύει τις εξαγωγές.

Πέρα από τα χρήματα, έχουν σταθμιστεί και τα οφέλη από μια σειρά διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που συνοδεύουν το Σχέδιο.

Σε αντίθεση με τις δαπάνες, οι μεταρρυθμίσεις έχουν μόνιμες επιδράσεις μακροχρόνια, δεδομένου ότι συνεπάγονται μετάβαση σε ένα νέο σημείο ισορροπίας με υψηλότερο επίπεδο παραγωγικότητας, μεγαλύτερη προσφορά εργασίας και πιο αποτελεσματική κατανομή των παραγωγικών πόρων. Οι μεταρρυθμίσεις επιδρούν θετικά στην οικονομική δραστηριότητα μέσω της μείωσης του κόστους παραγωγής και της αύξησης της απασχόλησης και της αποτελεσματικότητας των παραγωγικών συντελεστών, ενισχύοντας έτσι και τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και συνεπώς αυξάνοντας τις εξαγωγές.

Συνολικά, στο βασικό σενάριο οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις αυξάνουν το ΑΕΠ κατά 2,6% το 2026. Η επίδρασή τους στο ΑΕΠ ενισχύεται μακροπρόθεσμα καθώς ολοκληρώνεται η εφαρμογή τους και ανέρχεται σε 6%. Συνδυαστικά, οι δαπάνες και οι μεταρρυθμίσεις του Σχεδίου αυξάνουν το ΑΕΠ κατά 6,9% το 2026 στο βασικό σενάριο. Τα οφέλη αυτά παραμένουν μακροχρόνια, λόγω της επίδρασης των μεταρρυθμίσεων. Στο διευρυμένο σενάριο, που λαμβάνει υπόψη και τα οφέλη από τον ψηφιακό μετασχηματισμό της δημόσιας διοίκησης και τη συνακόλουθη βελτίωση της κατανομής των παραγωγικών πόρων, το ΑΕΠ αυξάνεται κατά 8,5% το 2026 και κατά 10,5% μακροχρόνια.

Το πιο σημαντικό; Τα οφέλη για την οικονομία σε όρους εισοδήματος και απασχόλησης θα είναι διατηρήσιμα μακροχρόνια μόνο εφόσον υπάρξει πλήρης υλοποίηση των προβλεπόμενων μεταρρυθμίσεων. Διαφορετικά, τα οικονομικά οφέλη του Σχεδίου θα είναι διαρκέσουν μόνον όσο θα έρχονται τα χρήματα και μετά ο 2026 η οικονομία θα κυλίσει σταδιακά ξανά στην προηγούμενη κατάσταση.

Διαβάστε ακόμα:

Κίνα: Επικρίνει την προσθήκη κινεζικών οντοτήτων στην οικονομική «μαύρη λίστα» των ΗΠΑ

Γεωργιάδης: Όποια περιοριστικά μέτρα ληφθούν θα αφορούν αποκλειστικά ανεμβολίαστους

Πώς θα διασωθούν οι σημερινές επικουρικές μετά το 2030